Ευρώπη: Επιστήμη-Αποσύνθεση της Μεσαιωνικής κοσμοαντίληψης τον 14ο αι.

Αποσύνθεση της Μεσαιωνικής κοσμοαντίληψης τον 14ο αι.

Το Κοινωνικό πλαίσιο

οκκαμ14ος αι. περίοδος ανασχηματισμών. Δημογραφική στασιμότητα, πανούκλα, εκατονταετής πόλεμος. Τα ανώτερα αστικά στρώματα συμμάχησαν με τις παραδοσιακές δυνάμεις, ευγενείς και κλήρο και σχηματίζουν πολιτικό μπλοκ που στηρίζει το κατεστημένο. Οι λόγιοι βρέθηκαν στις αυλές και διανοούμενος μεταμορφώνεται σε νέου τύπου λόγιο, τον ουμανιστή αριστοκράτη. Ο λόγιος του Ύστερου μεσαίωνα του 15ου αι. προδίδει την ίδια τη φύση του και μεταβάλλεται σε ουμανιστή των κλειστών κύκλων.

               Το Διανοητικό πλαίσιο

Ο 14ος αιώνας είναι μια περίοδος ανάπτυξης της φυσικής φιλοσοφίας μακριά από τη φύση, μιας φυσικής φιλοσοφίας βασισμένης στη Λογική

Κατά τον Όκκαμ, κατεξοχήν εκπρόσωπο του νομιναλισμού του 14ου αι., δεν μπορούμε να βγάζουμε συμπεράσματα από την εμπειρία και το λόγο σχετικά με ζητήματα που τα υπερβαίνουν (φύση του Θεού, ανθρώπινη ψυχή). 

Κύριο χαρακτηριστικό της νέας περιόδου είναι η άρνηση της ύπαρξης κοινού ερμηνευτικού σχήματος αρμονίας μεταξύ του ανθρώπινου νου και της πραγματικότητας.

Αυτή η αρμονία εκφράζεται με την αξιοποίηση καθολικών εννοιών για την ερμηνεία της πραγματικότητας με όρους καθολικούς, που μπορεί να είναι ουσίες ή μορφές δημιουργημένες από καθολικά γενικά αρχέτυπα ή θεϊκές ιδέες προερχόμενες από τη Θεία Φώτιση ή μέσω αφαίρεσης.      

Γουλιέλμος του Ockham
Γουλιέλμος του Ockham

Από την εποχή του Αυγουστίνου μέχρι τον θάνατο του Ακινάτη, ίσχυε η παραδοχή ότι υπήρχε μια λογική και κατανοητή ερμηνεία του σύμπαντος και μια ανάλυση του ανθρώπου και των δυνατοτήτων του που θα μπορούσε να ανακαλυφθεί και να είναι η τελική για όλους τους ανθρώπους.

 

Κατά τον Όκκαμ το σύμπαν ούτε είναι αναγκαίοι ούτε μπορεί να υπαχθεί σε μία ερμηνεία. Μπορεί να είναι εμπειρικά αισθητό αλλά όχι κατανοητό.

Η αποσύνθεση αυτή οδήγησε σε νέες συνάφειες στη Via Moderna, όπου η μέγιστη πρόοδος συντελέστηκε στα μαθηματικά, στη φυσική θεωρία και τη λογική

Οι διαφορές της ViaModerna από τη ViaAntigua του 14ου αιώνα, μπορούν να ταξινομηθούν στις ακόλουθες περιοχές.

  1. Η πρώτη αφορά τη φύση του γνώσιμου και τις πηγές της γνώσης, τα οποία ο Όκκαμ ταύτισε με ατομικά αντικείμενα που υπάρχουν έξω από τον νου και αποτελούν την μοναδική οντολογική πραγματικότητα, οδηγώντας σε ασυμμετρία ανάμεσα στο εννοιολογικό και στο πραγματικό.

Γενική γνώση υπάρχει, αλλά είναι εφικτή μόνο μέσα από τη γνώση των ατομικών και τελικά αφορά μόνο αυτά.

Κατά συνέπεια τα καθολικά είναι αυτά που μελετώνται σε έναν απόλυτα ατομικό κόσμο. Η μεταφυσική τάξη πρέπει να αντικατασταθεί από τη λογική τάξη και οι καθολικές έννοιες γίνονται αντικείμενο μελέτης στο βαθμό που το νόημά τους εξαρτάται από γραμματικούς τύπους και από το λογικό περιεχόμενο των σχετικών όρων. 

  1. Η δεύτερη περιοχή διαφορών ανάμεσα στις δύο θεωρήσεις αφορά θέματα πίστης και γνώσης. Ανεξάρτητα από την παραδοχή ή μη των αντιλήψεων του Όκκαμ και του 14ου αιώνα, οι χριστιανοί πίστευαν στην εγγενή αβεβαιότητα και στο τυχαίο όλων των όντων πλην του Θεού.

    Οι 2 πλευρές της θεϊκής γνώση οδήγησαν σε αντινομία ανάμεσα στο πραγματικό και το πιθανό σε θέματα γνώσης της φύσης, συνεπώς ο ρόλος της λογικής γίνεται κυρίαρχος στην αναζήτηση αναγκαίων προτάσεων ή αποδείξεων.

    Κατά τον Νικόλαο της Ωτρεκούρτ βέβαιη γνώση είναι αυτή που δεν μπορεί ταυτόχρονα να επιβεβαιωθεί και να απορριφθεί.

    Η προσπάθεια ερμηνείας με χρήση γενικών όρων και εννοιών εγκαταλείφθηκε. Η προσπάθεια μελέτης των ατομικών όντων προσαρμόστηκε στην έκφρασή τους μέσω καθολικών λέξεων, αντί της καθολικής φύσης. Έτσι ο 14ος αι. οδηγείται σε νέους δρόμους έρευνας

    Η έμφαση στη θεολογία δίνεται στο μη φυσικά γνώσιμο και την εξάρτηση από τη Θεία βούληση.

    • Ο 14ος αιώνας οδήγησε, ύστερα από μερικούς αιώνες το άτομο, να γίνει πια κύριο της ατομικότητάς του.

    • Ο Moody στο σημαντικό άρθρο του «Εμπειρισμός και Μεταφυσική στη Μεσαιωνική Φιλοσοφία» (1958) καταλήγει σε δύο συμπεράσματα σχετικά με τον μεσαιωνικό σχολαστικισμό :

    α) ότι η βασική αντιμεταφυσική τάση της εκκλησίας οδήγησε την τελευταία σε επιτυχημένες εμπειρικές αντιλήψεις, μέσα όμως στο πλαίσιο της σχολαστικής παράδοσης, και

    β) ότι, οι μεσαιωνικοί θεολόγοι μέσα από την κριτική της ελληνικής και αραβικής φιλοσοφίας μετασχημάτισαν τελικά τη φιλοσοφία από κυρίαρχη κοσμολογική ελληνική αντίληψη σε δραστηριότητα στην οποία πρωτεύοντα ρόλο έχουν αναλυτικές μορφές φιλοσοφικής αναζήτησης.

    • Η κίνηση ταξινομείται στον Αριστοτέλη ως εξής : εάν η μεταβολή αφορά την ποιότητα της ουσίας έχουμε αλλοίωση, ενώ εάν αφορά την ποσότητά της έχουμε αύξηση ή φθίση και τέλος – εάν αφορά τον τόπο της έχουμε φορά (με τη σημερινή έννοια της κίνησης).

    Ουίλιαμ Όκκαμ

    Ο Όκκαμ έγινε φραγκισκανός μοναχός σε νεαρή ηλικία και σπούδασε θεολογία στην Οξφόρδη. Ο Όκκαμ έχει ως βασικό αξίωμα της φυσικής του θεωρίας την παραδοχή ότι μόνο απόλυτα πράγματα (resabsolutae) υπάρχουν στη φύση και αυτά είναι δύο ειδών : ουσίες και ποιότητες .

    Με τον όρο «ποιότητες» εννοεί αυτά που γίνονται αντιληπτά με τις αισθήσεις, π.χ. μέγεθος, μορφή, βάρος, χρώμα και με τον όρο «ποσότητες», εννοεί την κίνηση τον χρόνο, τα αίτια, τα οποία όμως δεν υπάρχουν ανεξάρτητα από τα αντικείμενα, συνεπώς δεν έχουν ανεξάρτητη ύπαρξη.

    Θα αποδείξει πως η μεταβολή δεν είναι κάτι ανεξάρτητο από τα απόλυτα πράγματα. Η διαδικασία μεταβολής δεν είναι ούτε ουσία, ούτε ποιότητα, ούτε ποσότητα.

    Επίσης, η μετατόπιση είναι το κινητό στις διάφορες θέσεις,

    Επειδή ο Όκκαμ αρνείται να χρησιμοποιήσει τα μαθηματικά σε συνδυασμό με τις οντότητες για να εξηγήσει την κίνηση, οι θέσεις του είναι κενές από φυσική άποψη.

    Ενδιαφέρον έχει η διαφοροποίηση των calculatoriαπό τον Όκκαμ. Ενώ ο Όκκαμ ενδιαφερόταν

    παραδοχή ή μη των αντιλήψεων του Όκκαμ και του 14ου αιώνα, οι χριστιανοί πίστευαν στην εγγενή αβεβαιότητα και στο τυχαίο όλων των όντων πλην του Θεού.

  2. Κατά τον Duns Scotus υπάρχουν 2 είδη δυνάμεων του Θεού: Α) Η συνήθης
    Duns Scotus
    Duns Scotus

    διατεταγμένη δύναμη (poentiaordinate)που εκφράζεται από τους νόμους για τα επίγεια που έδωσε ο Θεός. Β) Η απόλυτη δύναμη (poentiaabsoluta), ως έκφραση της θεϊκής παντοδυναμίας, με μοναδικό περιορισμό την ύπαρξη λογικών αντιφάσεων. Η poentiaabsoluta του Θεού και η συνακόλουθη τυχαιότητα της Δημιουργίας οδηγούν στην κυριαρχία της εμπειρικής γνώσης, εφόσον η γνώσιμη νοητή τάξη των ουσιών παύει να θεωρείται δυνατή.

Οι 2 πλευρές της θεϊκής γνώση οδήγησαν σε αντινομία ανάμεσα στο πραγματικό και το πιθανό σε θέματα γνώσης της φύσης, συνεπώς ο ρόλος της λογικής γίνεται κυρίαρχος στην αναζήτηση αναγκαίων προτάσεων ή αποδείξεων.

Κατά τον Νικόλαο της Ωτρεκούρτ βέβαιη γνώση είναι αυτή που δεν μπορεί ταυτόχρονα να επιβεβαιωθεί και να απορριφθεί.

Η προσπάθεια ερμηνείας με χρήση γενικών όρων και εννοιών εγκαταλείφθηκε. Η προσπάθεια μελέτης των ατομικών όντων προσαρμόστηκε στην έκφρασή τους μέσω καθολικών λέξεων, αντί της καθολικής φύσης. Έτσι ο 14ος αι. οδηγείται σε νέους δρόμους έρευνας

Η έμφαση στη θεολογία δίνεται στο μη φυσικά γνώσιμο και την εξάρτηση από τη Θεία βούληση.

  • Ο 14ος αιώνας οδήγησε, ύστερα από μερικούς αιώνες το άτομο, να γίνει πια κύριο της ατομικότητάς του.

  • Ο Moody στο σημαντικό άρθρο του «Εμπειρισμός και Μεταφυσική στη Μεσαιωνική Φιλοσοφία» (1958) καταλήγει σε δύο συμπεράσματα σχετικά με τον μεσαιωνικό σχολαστικισμό :

α) ότι η βασική αντιμεταφυσική τάση της εκκλησίας οδήγησε την τελευταία σε επιτυχημένες εμπειρικές αντιλήψεις, μέσα όμως στο πλαίσιο της σχολαστικής παράδοσης, και

β) ότι, οι μεσαιωνικοί θεολόγοι μέσα από την κριτική της ελληνικής και αραβικής φιλοσοφίας μετασχημάτισαν τελικά τη φιλοσοφία από κυρίαρχη κοσμολογική ελληνική αντίληψη σε δραστηριότητα στην οποία πρωτεύοντα ρόλο έχουν αναλυτικές μορφές φιλοσοφικής αναζήτησης.

  • Η κίνηση ταξινομείται στον Αριστοτέλη ως εξής : εάν η μεταβολή αφορά την ποιότητα της ουσίας έχουμε αλλοίωση, ενώ εάν αφορά την ποσότητά της έχουμε αύξηση ή φθίση και τέλος – εάν αφορά τον τόπο της έχουμε φορά (με τη σημερινή έννοια της κίνησης).

Ουίλιαμ Όκκαμ

Ο Όκκαμ έγινε φραγκισκανός μοναχός σε νεαρή ηλικία και σπούδασε θεολογία στην Οξφόρδη. Ο Όκκαμ έχει ως βασικό αξίωμα της φυσικής του θεωρίας την παραδοχή ότι μόνο απόλυτα πράγματα (resabsolutae) υπάρχουν στη φύση και αυτά είναι δύο ειδών : ουσίες και ποιότητες .

Με τον όρο «ποιότητες» εννοεί αυτά που γίνονται αντιληπτά με τις αισθήσεις, π.χ. μέγεθος, μορφή, βάρος, χρώμα και με τον όρο «ποσότητες», εννοεί την κίνηση τον χρόνο, τα αίτια, τα οποία όμως δεν υπάρχουν ανεξάρτητα από τα αντικείμενα, συνεπώς δεν έχουν ανεξάρτητη ύπαρξη.

Θα αποδείξει πως η μεταβολή δεν είναι κάτι ανεξάρτητο από τα απόλυτα πράγματα. Η διαδικασία μεταβολής δεν είναι ούτε ουσία, ούτε ποιότητα, ούτε ποσότητα.

Επίσης, η μετατόπιση είναι το κινητό στις διάφορες θέσεις,

Επειδή ο Όκκαμ αρνείται να χρησιμοποιήσει τα μαθηματικά σε συνδυασμό με τις οντότητες για να εξηγήσει την κίνηση, οι θέσεις του είναι κενές από φυσική άποψη.

Ενδιαφέρον έχει η διαφοροποίηση των calculatoriαπό τον Όκκαμ. Ενώ ο Όκκαμ ενδιαφερόταν

να αναγάγει οτιδήποτε έχει πραγματική σημασία στα ατομικά πράγματα, ο Heytesbury του Μέρτον θεώρησε ότι πέρα από τα πραγματικά υπάρχουν και οι φυσικομαθηματικές έννοιες: σημείο, γραμμή, επιφάνεια, στιγμή, χρόνος κίνηση και οδηγήθηκε σε νέους υπολογισμούς και νέες ακρίβειες. 

 Ζαν Μπουριντάν

jean-buridan
Jean Buridan

Αξιοσημείωτη είναι η αντίληψη του Μπουριντάν για την αριστοτελική έννοια του χώρου και η κριτική του στον ριζοσπάστη φιλόσοφο Νικόλαο της Ωτρεκούρτ.

Ο Μπουριντάν διακρίνει δύο πλευρές στον αριστοτελικό χώρο:

  1. τον χώρο με την έννοια του περιβάλλοντος χώρου ο οποίος κινείται μαζί με το περιεχόμενό του, και

  2. αυτόν ο οποίος δεν κινείται π.χ. ο πύργος της Νοτρ Νταμ (ακίνητος), αντίθετα με τον περιβάλλοντα χώρο – αέρας (κινητός). 

 Νικόλαος της Ώτρεκουρτ

Σπούδασε νομικά και θεολογία στο πανεπιστήμιο του Παρισιού και ήταν οπαδός του Όκκαμ.

Η κεντρική του θέση αφορά τη μη ύπαρξη ορίου στον φιλοσοφικό σκεπτικισμό για την ύπαρξη αντικειμένων τα οποία υπάρχουν έξω από τον νου μας.

Οι απόψεις του δεν ήταν κυρίαρχες στην εποχή του, παρά υπογράμμισαν μέσω της εσωτερικής κριτικής τον απόηχο της σκέψης της εποχής του. 

Νικόλαος Ορέμ

nicole-oresme
Nicole Oresme

Ο Γάλλος Νικόλαος Ορέμ, μαθητής του Μπουριντάν, σε μια πλευρά του έργου του διατυπώνει την άποψη ότι οι κινήσεις των ουράνιων σωμάτων είτε είναι σύμμετρες μεταξύ τους είτε σε ορισμένες περιπτώσεις παρουσιάζουν ασυμμετρότητα.

Σύμφωνα με την άποψη αυτή διαχωρίζονται τα μαθηματικά από την αστρονομία της πράξης καθώς τα πρώτα αφορούν ακριβή μεγέθη ενώ η αστρονομία αξιοποιεί μετρήσεις, ώστε να μην είναι δυνατή πλήρης ακρίβεια με τη βοήθεια κανενός πίνακα.

Ο Νικόλαος Ορέμ, ως ένας από τους ευφυέστερους επιστήμονες του 14ου αιώνα δεν υπερβαίνει τα όρια του αριστοτελικού πυρήνα και διατηρεί τον διαχωρισμό μεταξύ υπερσελήνιου – γήινου κόσμου.  

ΠΗΓΕΣ

  1.       Ασημακόπουλος Μ.- Τσιαντούλας Α., Οι Επιστήμες της φύσης και του ανθρώπου στην Ευρώπη τ.Α, Εκδ. Ε.Α.Π., Πάτρα 2001.
  2.       Crombie A.C., Από τον Αυγουστίνο στον Γαλιλαίο, τ. Α, Εκδ. Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, μτφρ. Θ Τσίρη- Ι. Αρζόγλου, Αθήνα 1994.
  3.      Lindberg D., Οι απαρχές της Δυτικής Επιστήμης, Εκδ. Ε.Μ.Π, μτφρ. Η. Μαρκολέφας, Αθήνα2 1997.

                          

H περίπτωση του Giordano Bruno (αναδημοσίευση)

                                               H περίπτωση του Giordano Bruno

Giordano Bruno
Giordano Bruno            

 

Η νυχτοπεταλούδα τον θάνατο δεν αντικρίζει, όσο πετάει μπροστά,

μέσα στο μεγαλείο της ζωντανής φλόγας·

η καρδιά, διψασμένη, στα κρυστάλλινα νερά αγωνίζεται

ούτε προσέχει την άτρακτο ούτε φοβάται τον στόχο του κυνηγού·

το δειλό πουλί, επιστρέφοντας από πάνω,

για να ενωθεί με τους συντρόφους του, δεν βλέπει ότι το δίχτυ πλησιάζει

Giordano Bruno, Ανταμοιβή

 

 

Έζησε στην εποχή που οι ιστορικοί ονομάζουν Αναγέννηση. Την εποχή, μάλιστα, που υποτίθεται ότι είχε ωριμάσει αυτή η αναγέννηση. Ιταλός ων, βρέθηκε στην καρδιά των γεγονότων. Ούτε η δική του εποχή δεν τον αναγνώριζε σαν επιστήμονα, με τα τότε μέτρα για το τί είναι επιστήμη. Ούτε και σήμερα θα τον θεωρούσαν, βέβαια, αμιγή επιστήμονα. Και καλά θα έκαναν, αφού η σύγχρονη επιστήμη υπακούει σε νέες αυθεντίες και διαθέτει άλλου τύπου όπλα. Άλλωστε, η εξειδίκευση έχει προχωρήσει σε τέτοιο βαθμό, που απογυμνώνεται όλο και περισσότερο από τις πιθανότητες μιας συνολικής και βαθύτερης γνώσης της ίδιας της ζωής. Ο Giordano Bruno, λοιπόν, δεν ήταν επιστήμονας. Το εύρος των γνώσεων, μα κυρίως των αναζητήσεών του θα τον κατέτασσε απευθείας στους προσωκρατικούς, που δήλωναν ότι είναι επιστήμονες, ούτε φιλόσοφοι, ούτε τίποτε, αλλά ήταν όλα αυτά και ακόμη περισσότερα.

Το βραχύ τού βίου

Γεννιέται το 1548 στην Νόλα της Καμπανίας, κοντά στη Νάπολη, από πατέρα στρατιωτικό, που υπηρετούσε τους ισπανούς. Σε ηλικία 11 ετών πηγαίνει στη Νάπολη, για να λάβει ανθρωπιστική παιδεία και να σπουδάσει λογική και διαλεκτική. Την περίοδο εκείνη κάνει μελέτες στην απομνημόνευση και την μνημοτεχνική. Σε αυτά τα χρόνια η εκκλησία έχει το μονοπώλιο στην γνώση και ο μόνος τρόπος για να σπουδάσει κάποιος, είναι μέσω αυτής. Έτσι, το 1565, εισέρχεται στο τάγμα των δομινικανών μοναχών και αλλάζει το όνομά του από Fillippo σε Giordano. Σε ηλικία 24 ετών χρίζεται ιερέας, αλλά συζητά ελεύθερα τις δοξασίες του Άρειου, που αρνιόταν τη θεϊκή φύση του Χριστού. Αμφισβητεί από νωρίς βασικά χριστιανικά δόγματα (την θεϊκότητα του Χριστού, την άμωμη σύλληψη και την μετουσίωση), με αποτέλεσμα να προσαχθεί σε δίκη, ενώπιον του ελεγκτή του τάγματος των δομινικανών μοναχών. Καταφέρνει, όμως, να καταφύγει στη Ρώμη, τον Φεβρουάριο του 1576.

Εκεί κατηγορείται, συκοφαντούμενος, για δήθεν συμμετοχή σε δολοφονία και καταφέρνει πάλι να διαφύγει στην βόρειο Ιταλία. Το 1576, τέσσερα χρόνια μετά τη χειροτόνησή του, αποσχηματίζεται, αρνείται, δηλαδή, τη μοναχική ζωή. Εκείνην την περίοδο δέχεται ισχυρή επίδραση απ’ τον δάσκαλό του Francesco Patrizi, που δίδασκε φιλοσοφία στη Ferrara και στην Padua. Από αυτόν μυείται στον χριστιανικό μυστικισμό και στον πλατωνισμό. Αργότερα, ο Bruno επιχειρεί να στηρίξει μία ευρύτερη φιλοσοφική θεωρία, προσπαθώντας να ενδυναμώσει τις πλατωνικές θεωρίες περί ψυχής με την ηλιοκεντρική θεωρία των πυθαγορείων, τον ατομισμό του Λεύκιππου και του Δημόκριτου και τον μυστικισμό του Πλωτίνου.

Για τον Bruno το σύμπαν είναι μια ενότητα γεμάτη ζωή. Γι’ αυτόν θεός και σύμπαν είναι όροι συνώνυμοι. Αφ’ ότου αφήνει τον μοναχικό βίο, μετακινείται διαρκώς από χώρα σε χώρα. Πηγαίνει στην Γενεύη, όπου κυριαρχούσε ο καλβινισμός, τον ασπάζεται, αλλά τον εγκαταλείπει, όταν καταλαβαίνει αηδιασμένος ότι διέπεται από την ίδια μισαλλοδοξία με τον καθολικισμό. Τον συλλαμβάνουν, τον αφορίζουν και τον δικάζουν, αλλά χάρη στην ευγλωττία του καταφέρνει να γλυτώσει. Το 1581 τον βρίσκει στο Παρίσι. Εκεί, με την εύνοια του βασιλιά Ερρίκου Γ΄, καταφέρνει να δημοσιεύσει τρεις εργασίες του για την μνημοτεχνική, όπου προσπαθεί να διερευνήσει νέες μεθόδους πρόσληψης της πραγματικότητας.

Το καλοκαίρι του 1583 ξεκινά μια σειρά διαλέξεων στο πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, υποστηρίζοντας την κίνηση της γης και την ορθότητα της ηλιοκεντρικής θεωρίας, σε αντίθεση, βέβαια, με την ακίνητη γη του γεωκεντρικού συστήματος. Βέβαια, οι απόψεις του δεν βρίσκουν πρόσφορο έδαφος. Στο διάστημα που έμεινε στην Αγγλία, ο John Bossy (στο έργο του Giordano Bruno: υπόθεση πρεσβεία) υποστηρίζει ότι ο Bruno ήταν μυστικός πράκτορας, χρησιμοποιώντας ψευδώνυμο. Το θεωρούμε ιδιαίτερα απίθανο. Τον Οκτώβριο τού 1583 επιστρέφει στο Παρίσι, όπου και πάλι δεν μένει σιωπηλός. Με τα έργα του στηλιτεύει και εκθέτει τη ρωμαιοκαθολική εκκλησία, επιτιθέμενος στην αυθεντία του Αριστοτέλη, που τότε θεωρούνταν ιερή, καθώς οι αριστοτελικές απόψεις ήταν στηρίγματα του χριστιανικού κοσμοειδώλου. Ο Bruno μιλούσε για την ειρηνική συνύπαρξη όλων των θρησκειών, μέσα από την αλληλοκατανόηση, την ελευθερία και τον διάλογο. Η τοπική λουθηρανική εκκλησία τον αφορίζει, αλλά αυτός ούτε πτοείται ούτε μετανοεί και συνεχίζει την συγγραφή του έργου του.

Τον Αύγουστο του 1591 τον προσκαλεί ο βενετός πατρίκιος Giovanni Mocenigo και επιστρέφει στην Ιταλία. Ο Bruno υπολόγιζε ότι θα του πρόσφεραν την έδρα φιλοσοφίας της Padua, αλλά το 1592 η έδρα δίνεται στον Γαλιλαίο. Ο Bruno απογοητευμένος, επιστρέφει στην Βενετία. Αυτή η επιστροφή είναι η αρχή του τέλους του. Το Μάιο του 1592 καταγγέλλεται στην Ιερή Εξέταση της Βενετίας για τις αιρετικές του απόψεις για την απειρότητα του σύμπαντος και τη διδασκαλία του για την ύπαρξη πολλών κόσμων. Συλλαμβάνεται, ανακρίνεται και φυλακίζεται. Υπερασπίζεται με σθένος τις απόψεις του. Στις 27 Ιανουαρίου του 1593 οδηγείται στο ρωμαϊκό ανάκτορο του San Oficio, μπροστά στον καρδινάλιο Roberto Francesco Bellarmino, που το 1616 θα αναλάμβανε και την υπόθεση του Γαλιλαίου. Ο Bellarmino ήταν ορκισμένος εχθρός της κοπερνίκειας επιστημονικής θεωρίας και το έργο του Κοπέρνικου De Revolutionibus είχε ενταχθεί ήδη στα απαγορευμένα βιβλία από την ρωμαιοκαθολική εκκλησία. Τόσο ο Bruno, όσο και ο Γαλιλαίος συνέχισαν την θεωρία του Κοπέρνικου.

Στα επτά χρόνια της φυλάκισής του ανακρίνεται και βασανίζεται συνεχώς. Τα μαρτύρια, οι ταπεινώσεις και οι απειλές δεν τον κάμπτουν και αρνείται ως το τέλος να αποκηρύξει τις φιλοσοφικές του απόψεις. Υποστηρίζει ότι δεν ξέρει τι ακριβώς περιμένουν οι ιεροεξεταστές από αυτόν να αποκηρύξει. Φτάνουν στο σημείο να του ράψουν το στόμα, για να πάψει να μιλά. Ο πάπας Κλήμης Η΄ διατάζει τελικά την καταδίκη του. Στις 8 Φεβρουαρίου 1600 αποφασίζει να τον τιμωρήσουν με τον επιεικέστερο τρόπο, δηλαδή χωρίς να χυθεί αίμα. τουτέστιν να καεί ζωντανός στην πυρά!

Στις 17 Φεβρουαρίου 1600 ο Giordano Bruno καίγεται ζωντανός στο Campo Dei Fiori, στην αγορά των λουλουδιών της Ρώμης. Τον φιμώνουν, τον δένουν στον πάσαλο και τον στήνουν ζωντανό στην πυρά. Έχει μείνει ιστορική η απάντησή του στους δικαστές του: Ίσως ο φόβος σας να εκδώσετε δικαστική απόφαση εναντίον μου είναι μεγαλύτερος από τον δικό μου φόβο να την αποδεχτώ.

 

Τα έργα του και οι απόψεις του

Όταν κάποιος θυσιάζεται με τέτοιο σθένος για τις απόψεις του, καταφέρνει με την ζωή του να νικήσει τη φρίκη κάθε εξουσίας. Οι αστρονομικές, οι φιλοσοφικές και οι μεταφυσικές του απόψεις, όχι μόνο διασώθηκαν, αλλά αποτέλεσαν έναν συνδετικό κρίκο ανάμεσα στην αρχαιότητα και στο σήμερα, αναδεικνύοντας αλήθειες που είναι αιώνιες για όλους τους ανθρώπους που θέλουν να λέγονται άνθρωποι. Είναι ενδεικτικό ότι πολλοί άλλοι επιστήμονες, που θεωρούνται αυθεντίες στον χώρο τους, δεν είχαν την τόλμη να αντιταχθούν τότε στην κραταιά εκκλησιαστική αυθεντία, όπως πολλοί σήμερα δεν αντιδρούν στο ακαδημαϊκό και οικονομικό κατεστημένο. Γι’ αυτό, στο εν λόγω κείμενο, θα επιχειρηθεί να γίνει μια αναφορά στο έργο και τις απόψεις του, αναδεικνύοντας ότι όχι μόνο η ζωή αυτού του ανθρώπου, αλλά και το πνεύμα του αξίζουν να παραμείνουν στη μνήμη μας. Τις ιδέες που λειτουργούν απελευθερωτικά πάντοτε θα τις πολεμούν οι κυρίαρχοι αυτού του κόσμου.

Η τέχνη της μνήμης: διατύπωσε την άποψη ότι τόσο η φύση, όσο και η σκέψη έχουν την προέλευσή τους στην αρχική ενότητα του σύμπαντος. Στο «έν» του Πλωτίνου, που συμπίπτει με το θεό. Ωστόσο, ενώ η φύση έχει διαμορφωθεί σύμφωνα με τις θεϊκές ιδέες, τις οποίες και εμπεριέχει, η ανθρώπινη σκέψη συλλαμβάνει μόνο τις απεικονίζουσες σκιές. Η συμφωνία των εικονιζόμενων ιδεών με τη φύση αποτελεί ένδειξη για την ορθότητά τους.

Ο κηροποιός: στο έργο αυτό διακωμωδούσε την διαφθορά της εποχής του.

Ο δείπνος της Τετάρτης των τεφρών: όχι μόνο επιβεβαίωσε την ηλιοκεντρική θεωρία, αλλά επί πλέον υποστήριζε ότι το σύμπαν είναι άπειρο, αποτελούμενο από αναρίθμητους κόσμους, κατ’ ουσίαν όμοιους με τους κόσμους του ηλιακού μας συστήματος. Στο έργο του αυτό υποστήριζε, επί πλέον, όπως αργότερα ο Γαλιλαίος, ότι η Βίβλος θα έπρεπε να ακολουθείται για την ηθική διδασκαλία της και όχι για την αστρονομική ακρίβεια των γεγονότων που περιγράφει. Αν και εν μέρει λοιπόν υιοθετούσε κάποια στοιχεία της βιβλικής ηθικής, ωστόσο αυτές οι απόψεις του τον έφεραν σε ακόμη μεγαλύτερη αντιπαλότητα τόσο με την εκκλησία, όσο και με τους αριστοτελικούς. Ανέδειξε επίσης τα επιχειρήματά του για τον σχετικισμό του σύμπαντος. Με άλλα λόγια, το σύμπαν δεν έχει ένα κέντρο, αλλά εξαρτάται από το κέντρο που θα θέσει ο παρατηρητής του.

Για την αιτία, την αρχή και το εν: αποτελείται από πέντε διαλόγους. Ανέπτυξε μια φυσική θεωρία, πάνω στην οποία βασιζόταν η αντίληψή του για το σύμπαν, όπου μορφή και ύλη είναι αλληλοσχετιζόμενες και στενά συνενωμένες ουσίες, αποτελώντας το εν.

Για το άπειρο, το σύμπαν και τους κόσμους: ανέπτυξε την κοσμολογική θεωρία του μέσω μιας συστηματικής κριτικής της αριστοτελικής φυσικής. Ουσιαστικά, στο έργο αυτό απέρριπτε την κρατούσα τότε επιστημονική κοσμολογία, η οποία, στηριγμένη στις απόψεις του Αριστοτέλη, ήταν βέβαιη ότι η γη ήταν το ακίνητο κέντρο του σύμπαντος. Απεναντίας, ο Bruno υποστήριξε την πυθαγόρεια θεωρία που διατύπωσε στην αρχαιότητα ο Αρίσταρχος ο Σάμιος και αργότερα επανέφερε ο Κοπέρνικος, ότι η Γη στρέφεται γύρω απ’ τον Ήλιο, μέσα σε ένα άπειρο σύμπαν. Για τον Bruno η θρησκεία ήταν το μέσο καθοδήγησης και διακυβέρνησης αμαθών ανθρώπων. Για τις απόψεις του αυτές έγινε αντιπαθής στους εκκλησιαστικούς κύκλους, αλλά και στους συντηρητικούς κύκλους της Οξφόρδης. Άλλωστε, δεν έχανε ευκαιρία να κατακρίνει με δριμύτητα τα ήθη της αγγλικής κοινωνίας και την σχολαστικότητα των σοφών της Οξφόρδης.

Η εκδίωξη του θριαμβεύοντος κτήνους: μία τριλογία με την οποία στρέφεται ενάντια στις δεισιδαιμονίες της εποχής του και στην καλβινική θέση ότι η σωτηρία έρχεται μέσω της πίστης. Ο Bruno αντέτασσε μία ανώτερη θεώρηση για την ηθική αξία των ανθρώπινων δραστηριοτήτων, όταν αυτές βρίσκονταν σε αρμονία με το σύνολο της φύσης.

Το τέχνασμα του Πήγασου: είναι ένας διάλογος, με τον οποίο κάνει συστηματική μελέτη της ανθρώπινης ψυχής σε σχέση με το σύμπαν, ενώ καταλήγει στην άρνηση της απόλυτης ατομικότητας της ψυχής του ανθρώπου.

Για το ηρωικό πάθος: πραγματεύεται την ένωση της ανθρώπινης ψυχής, ως σκεπτόμενης μονάδας, με το άπειρο και προτρέπει τον άνθρωπο να νιώσει τη σωτηρία του, ν’ αγωνιστεί για την αρετή και την αλήθεια.

Η σκιά των ιδεών: διατυπώνει με ένα ποίημα την αναπόφευκτη αποτυχία μας να αναπαραγάγουμε το σύμπαν στο μυαλό μας με πειστικό τρόπο. Η πραγματικότητα είναι ένας ποταμός που ρέει συνεχώς και αυτομετασχηματίζεται σε κάτι άλλο.

 

Η εποχή του και οι επιδράσεις που δέχτηκε

Χαρακτηριστικό της αναγεννησιακής Ιταλίας είναι πως δείχνει ανεκτικότητα απέναντι σε άλλες θρησκείες και ότι δίνει περισσότερο σημασία στην επίγεια φυσική ζωή. Η λεγόμενη ανθρωπιστική παιδεία θεωρούνταν δεδομένη για τους άρχοντες και τα παιδιά τους. Έδειχναν προτίμηση στην κλασική αρχαιότητα και ιδιαίτερα στην αριστοτελική λογική και στον Πλάτωνα, που πέρασε στην εποχή αυτή μέσω των νεοπλατωνικών. Η εκκλησία παρέμενε ο σταθερός στυλοβάτης της εξουσίας. Ήδη, στις 8 Απριλίου 1546, η καθολική εκκλησία είχε αποφασίσει ότι όποιος δεν αντιμετώπιζε κυριολεκτικά το περιεχόμενο της Αγίας Γραφής και προσπαθούσε να της δώσει δικές του ερμηνείες θεωρούνταν αιρετικός.

Ο Bruno δέχτηκε επιδράσεις από όλο τον αρχαίο κόσμο, τόσο τον ελληνικό, όσο και τον αιγυπτιακό. Πίστευε ότι στη γη δεν υπάρχει τίποτε νέο, αφού η σοφία είχε αποκαλυφθεί από παλιά και όσοι ενδιαφέρονταν γι’ αυτήν δεν είχαν παρά να την αναζητήσουν στην αρχαία σκέψη. Ωστόσο, μπορούμε να πούμε, πως η αρχαία σοφία, που ήλκε τoν Bruno, υπήρξε στον μεγαλύτερο βαθμό της απόσταγμα ελεύθερης σκέψης των απολίτιστων φυλών. Εκπλήσσει με τις ολοκληρωμένες γνώσεις του για τους κλασσικούς συγγραφείς, καθώς στην εποχή του η πρόσβαση στις αρχαίες πηγές ήταν πολύ περιορισμένη.

Για τον Bruno, η φύση σε όλες τις μορφές της, ακόμη και τις πιο στοιχειώδεις, έχει μέσα της ψυχή και ζωή. Η φύση είναι ο θεός μέσα στα πράγματα, υποστήριζε. Καθώς, όμως, ο θεός αυτός καθ’ εαυτόν παραμένει μια απόλυτη αρχή, ο μόνος τρόπος για να τον προσπελάσει κάποιος είναι μέσα από τα πράγματα της φύσης, αφού, όπως ο θεός κατεβαίνει μέσα από τη φύση στη γη, έτσι και η άνοδος προς το θεό γίνεται μέσα από τη φύση. Θεωρεί τη σπουδή του φυσικού κόσμου ως την αληθινή μορφή φιλοσοφίας, που είναι ικανή να αποκαλύψει στον άνθρωπο τα μυστικά του σύμπαντος και να του εξασφαλίσει έγκυρη γνώση. Μέσα από την άσκηση της μαγείας θεωρούσε ότι μπορεί να προσεγγιστεί η φύση και να αποκαλυφθούν οι μυστικές της δυνάμεις.

Οι μάγοι της φιλοσοφίας, όπως εμφανίστηκαν στην εποχή της αναγέννησης, διαμόρφωσαν ένα νέο είδος φιλοσοφίας, μοναδικό στην ιστορία της. Πίστευαν ότι ο θεός δεν έκανε τέλειο τον κόσμο, αλλά ότι τον έφτασε μέχρι ενός σημείου και μετά εξουσιοδότησε και τον άνθρωπο να τον τελειοποιήσει. Ο Bruno πίστευε ότι ο άνθρωπος είναι μικρογραφία της φύσης, που αναπαριστά τον μακρόκοσμο του σύμπαντος. Οι αθέατες ψυχικές και πνευματικές δυνάμεις της φύσης εισρέουν μέσα στον άνθρωπο σαν δυνάμεις ενός ευρύτερου κόσμου. Συμβάλλοντας και ο άνθρωπος στην τελειοποίηση του κόσμου, αποκτούσε δυνατότητες να επιδράσει στα πράγματα. Έτσι, η φιλοσοφία είχε και πρακτική σημασία.

Πολλοί αμφισβητούν την επιστημονικότητα των απόψεών του ή την πρωτοτυπία του έργου του, τονίζοντας την επίδραση των αστρονομικών του παρατηρήσεων από προγενέστερους φιλοσόφους (Αρίσταρχος, Νικόλαος Κουζάνος, ο άραβας αστρονόμος του 11ου αιώνα Αλχάζεν, που είχε γράψει το έργο Προοπτική, ο Κοπέρνικος, οι μεσαιωνικοί παριζιάνοι Μπουριντάν, ο Ορέσμ και άλλοι). Ωστόσο, τα επιχειρήματα αυτά δεν έχουν αξία· αφ’ ενός επειδή ο τίτλος του επιστήμονα τού πέφτει λίγος και αφ’ ετέρου διότι τις επιδράσεις του ούτε ο ίδιος τις αρνήθηκε, καθώς δεν μειώνουν την αξία του πνεύματός του· πόσο μάλλον όταν πλήρωσε με αυτόν τον σκληρόν τρόπο τις απόψεις του. Άλλωστε, ο Γαλιλαίος χρησιμοποιεί και αναπτύσσει επιχειρήματα απ’ το έργο του Bruno, ιδιαίτερα απ’ το Δείπνο της Τετάρτης των τεφρών, χωρίς όμως να το κατονομάζει. Όταν ο Γαλιλαίος, το 1616 πέρασε ανάλογη δοκιμασία και πιέστηκε να απαρνηθεί τις θεωρίες του, όντας σε μεγάλη ηλικία πια, έζησε τα τελευταία του χρόνια σε κατ’ οίκον περιορισμό και, προκειμένου να μην οδηγηθεί στην πυρά, αρνήθηκε ότι η Γη κινούνταν. Ωστόσο, δεν έπαψε να συνεχίζει τις επιστημονικές του μελέτες. Η περίπτωση του Γαλιλαίου ήταν διαφορετική, γιατί ήταν από τους επιστήμονες, που εγκαινίαζαν το πείραμα ως τη μόνη αποδεκτή επιστημονική επαλήθευση. Ωστόσο, όπως δείχνουν οι πρόσφατες μελέτες, ο Γαλιλαίος επηρεάστηκε από το έργο του Bruno και σε πολλά ζητήματα ο δεύτερος ήταν αυτός που έδειχνε να απαντά πιο επιτυχημένα στα επιχειρήματα του πρώτου.

Όλο το βάρος της φιλοσοφίας του Bruno αναπτύσσεται γύρω από την ιδέα ενός νου, που απελευθερώνει τον άνθρωπο από κάθε μορφή υποδούλωσης. Οραματιζόταν έναν καινούριο πνευματικό κόσμο. Θεωρούσε ότι η φαντασία μας δημιουργεί γέφυρες ανάμεσα στον κόσμο του ουρανού και της γης. Δημιουργώντας εικόνες, απελευθερώνει τον άνθρωπο, ενώνοντάς τον με την παγκοσμιότητα. Με τη φαντασία μας, θεωρούσε, ότι στέλνουμε φως στις εικόνες που έχουμε μέσα μας. Όταν το φως συναντά το σκοτάδι, δημιουργεί τις εικόνες των πραγμάτων, άλλα από τα οποία έχουν περισσότερο φως και άλλα περισσότερο σκοτάδι. Υπάρχει ένα εσωτερικό φως αόρατο, που διαχέεται μέσα στο σύμπαν και κατευθύνεται μέσα από διάφορες συνθέσεις προς το εξωτερικό φως, το ορατό, τον ήλιο. Εκτός από τη φαντασία και τη μνήμη, θεωρούσε σημαντική τη συνείδηση και την εστίαση, δηλαδή την πνευματική συγκέντρωση. Με αυτό τον τρόπο, ο άνθρωπος αποκτά την ικανότητα να δομήσει έναν ενδιάμεσο κόσμο, τον ψυχικό, περνώντας στην ανώτερη σφαίρα, την πνευματική. Πίστευε ότι το ανθρώπινο ον θα ήταν κάποτε σε θέση να παρατηρήσει τα σώματα των κομητών στον ουρανό –κάτι που στην εποχή του ήταν αδιανόητο– αποδεικνύοντας έτσι ότι οι αμετάβλητοι, κρυστάλλινοι ουρανοί της αριστοτελικής-πτολεμαϊκής κοσμολογίας ήταν καθαρή ψευδαίσθηση.

Στο κείμενο αυτό δε θέλαμε να αναδείξουμε έναν μάρτυρα της επιστήμης, ούτε έναν ακόμη ήρωα, αν και παρουσιάστηκε συχνά ως τέτοιος. Επιλέξαμε τον Giordano Bruno, για να δείξουμε ότι ένας άνθρωπος, πηγαίνοντας σαν τους σολωμούς αντίθετα στο ρεύμα του ποταμού, κατόρθωσε να μην κλείσει τα μάτια στην αλήθεια που μόνο αυτός έβλεπε, σαν άλλος μάντης. Μάλιστα, όχι απλώς είδε, αλλά μίλησε κιόλας τόσο δυνατά, που ούτε οι φλόγες που κατέκαψαν το σώμα του ήταν τόσο δυνατές ώστε να νικήσουν την φλόγα του πνεύματος και της ψυχής του. Τόλμησε να παραμείνει πιστός σε όσα τον συνέδεαν αληθινά με την φύση και τον κόσμο. Και αυτή η πίστη δεν ήταν θρησκευτική, αλλά γκρέμιζε τον εξουσιαστικό λόγο με τα φτερά της ελευθερίας. Μίλησε για πνευματική ελευθερία, όταν η αναγεννησιακή Ιταλία δίκαζε ακόμη με όργανο την Ιερά Εξέταση. Με το έργο και τη ζωή του σημάδεψε το μονοπάτι της μνήμης ενάντια στον σκοταδισμό της λήθης. Αμφισβήτησε όλους τους εξουσιαστές όχι με τα όπλα του επιστήμονα, αλλά με την σφαιρική συνειδητότητα του σαμάνου. Γι’ αυτό, η σκέψη του γεμίζει τις σελίδες ελευθερίας της ανθρωπότητας.

Ο Μπόρχες, στο διήγημά του Οι θεολόγοι (Άλεφ), λέει: η σοφή και μετρημένη ανασκευή του ήταν αρκετή για να στείλει τον αιρεσιάρχη Εύφορβο στην πυρά. «Αυτό έχει συμβεί και θα ξανασυμβεί», είπε ο Εύφορβος. «Δεν είναι μια πυρά αυτό που ανάβετε, αλλά ένας πύρινος λαβύρινθος. Αν συγκέντρωνε κανείς όλες τις πυρές που μ’ έχουν αναλώσει, δε θα τις χωρούσε η γη και θα τυφλώνονταν οι άγγελοι. Το ‘χω πει πολλές φορές αυτό».

Τα παρακάτω λόγια του Ινδιάνου αρχηγού Σιάθ πιστεύουμε ότι είναι τα πλέον κατάλληλα, για να ολοκληρωθεί αυτό το κείμενο, καθώς αναδεικνύουν ότι η ιστορία του πνεύματος είναι ενιαία και αδιάσπαστη, όταν οι άνθρωποι έχουν τα μάτια ανοιχτά και βλέπουν με την καρδιά τους ελεύθερη: Νεκροί; Δεν υπάρχει θάνατος. Υπάρχουν μόνο διαφορετικοί κόσμοι.

Πηγή:  Από την ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ, φ. 139, Ιούνιος 2014

Η ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΣΤΟ ΔΙΑΦΩΤΙΣΜΟ: η σύζευξη με την Επιστήμη/ Πολιτική Φιλοσοφία/ Ηθική Φιλοσοφία/Ιντερμινισμός-Ντετερμινισμος

Η ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΣΤΟ ΔΙΑΦΩΤΙΣΜΟ: η σύζευξη με την Επιστήμη/ Πολιτική Φιλοσοφία/ Ηθική Φιλοσοφία/Ιντερμινισμός-Ντετερμινισμος

ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΑ ΟΡΙΣΜΟΥ ΤΗΣ ΕΝΝΟΙΑΣ ΤΟΥ ΟΡΘΟΛΟΓΙΣΜΟΥ:  «Άψογη χρήση της λογικής διαδικασίας για οποιοδήποτε περιεχόμενο σκέψης».

«Αφού δεν μπορούμε να γνωρίσουμε την ουσία του λόγου, μπορούμε να παρατηρούμε τη λειτουργία του»

  ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΥ ΠΛΑΙΣΙΟΥ

 

ΓΑΛΙΛΑΙΟΣ
ΓΑΛΙΛΑΙΟΣ

Η ΕΠΙΣΤΗΜΗ, Η ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΚΑΙ Ο ΠΡΑΚΤΙΚΟΣ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΔΙΑΦΩΤΙΣΜΟΥ.

Στον Μεσαίωνα οι αισθήσεις εξισώνονται με τη φθορά και την αμαρτία. Η συγκεκριμένη αντίληψη αμφισβητείται κατά την Αναγέννηση, ενώ κατά το Διαφωτισμό αποκαθίστανται οι αισθήσεις, από τη μια Επιστημονικά και από την άλλη κοινωνικοπολιτικά.

Ο Άνθρωπος γίνεται κυρίαρχος στη φύση, την οποία διαμορφώνει, μέσω της γνώσης που παρέχει η μαθηματική φυσική Επιστήμη.

Η αλματώδης πρόοδος της Επιστήμης του 17ου αι. έχει καταβολές στην εγκατάλειψη της αριστοτελικής τελεολογίας, της οποίας οι ποιοτικές διαφορές δε δύναται να αναχθούν σε απλούστερα στοιχεία, με την έρευνα να επικεντρώνεται σε ποσοτικά μετρήσιμες ιδιότητες.

Η συγκεκριμένη μεταστροφή αποφέρει μηχανιστικές αντιλήψεις όπως του Χομπς και του Λαμετρί, ενώ τεράστια υπήρξε και η συμβολή του Γαλιλαίου.

Η Επιστημονική Επανάσταση είχε ακόμα μεγαλύτερες ιστορικές συνέπειες και από την Προτεσταντική Μεταρρύθμιση.

Η σημασία της Επιστήμης εμπεριέχεται περισσότερο στη νέα λειτουργία της από το περιεχόμενό της, καθώς η έννοια της «ανάλυσης» αποτελεί το κλειδί κατανόησης του πνευματικού κόσμου του 18ου αι.

Ωστόσο, παραμένουν δυσδιάκριτα ακόμα τα όρια Επιστήμης & Φιλοσοφίας.

Αφενός, η Φιλοσοφία αποτελεί προϋπόθεση των άλλων επιστημών, αφετέρου οι Επιστήμες της Φύσης αποτελούν πρότυπο για τη φιλοσοφία.

Συνάμα, γίνεται προσπάθεια διεύρυνσης της επιστημονικής εποπτείας σε χώρους όπως: η Αισθητική, η Κοινωνική & Πολιτική Θεωρία.

Η σύζευξη Επιστήμης & Φιλοσοφίας ευνοεί τον Εμπειρισμό, κυρίως μέσω του Λοκ.

ΤΖΩΝ ΛΟΚ
ΤΖΩΝ ΛΟΚ

Ως πρώτη αρχή του Εμπειρισμού αναφαίνεται η δυσπιστία στα μαθηματικά, καθώς η αλλαγή στην αντίληψη για την ύλη επιφέρει τον εμπλουτισμό της με ιδιότητες πέραν εκείνης της έκτασης.

Συνεπώς, τα μαθηματικά δεν μπορούν να περιγράψουν την πολυμορφία του κόσμου, μιας κι από τη φύση τους αποβάλλουν τις κυριότερες ιδιότητές του.

Στο μέτρο που για τον Εμπειρισμό, η γνώση προέρχεται από τις αισθήσεις, τότε τα μαθηματικά αποτελούν γενικεύσεις, σε μεγάλο βαθμό αφαίρεσης των εντυπώσεών μας. Δηλαδή, στην ουσία πρόκειται για ταυτολογίες.

Επιπλέον, ο κοσμικός χαρακτήρας της Φιλοσοφίας του Διαφωτισμού θέτει τη Γνώση στην υπηρεσία της βελτίωσης της ανθρώπινης ζωής.

Από τα τέλη του 17ου αι. ενδυναμώνεται μια αντι- ασκητική τάση που κορυφώνεται τον 18ο αι. Ο άνθρωπος δεν αποτελεί μόνο κυρίαρχο της Φύσης αλλά και μέρος της.

Στη συγκεκριμένη υποχώρηση του Ορθολογισμού έναντι του Εμπειρισμού συνέβαλε ο καρτεσιανός δυισμός ύλης – πνεύματος, με την έννοια ότι η πρώτη εμπεριέχει τις αιτίες κίνησής της και ο Θεός αποσύρεται από το προσκήνιο.

Βέβαια, η προηγούμενη θέση βοηθάει τη μελέτη φυσικών φαινομένων, αλλά ενέχει και κινδύνους για τη θεμελίωση της ηθικής και το σεβασμό κανόνων που διέπουν την κοινωνική συμβίωση.

Γι’ αυτόν το λόγο πολλοί διανοητές χρειάστηκε να ενισχύσουν τον κοινωνικό ρόλο της θρησκείας.

ΘΡΗΣΚΕΙΑ & ΗΘΙΚΗ ΣΤΟ ΔΙΑΦΩΤΙΣΜΟ

Η ΗΘΙΚΗ ΣΤΟ ΔΙΑΦΩΤΙΣΜΟ

ΚΑΡΤΕΣΙΟΣ
ΚΑΡΤΕΣΙΟΣ

Η έννοια του Θεού είναι πιο σημαντική για τη θεμελίωση της ηθικής απ’ ότι για την Επιστήμη. Ο ηθικός νόμος δεν εμφανίζει το βαθμό βεβαιότητας και κανονικότητας του προτύπου του φυσικο-επιστημονικού νόμου και, επιπλέον είναι επιδεκτικός αμφισβητήσεων.

Κατά συνέπεια, η ανάγκη υπεβατολογικής στήριξης είναι μεγαλύτερη, κάτι που ο Θεός μπορεί να προσφέρει, μέσω σύγκλισης στο όνομά Του τού Όντος με το Δέον.

Μόνο η θεϊκή ύπαρξη δεσμεύει κανονιστικά, καθώς συνεπάγεται την ύπαρξη  ανώτερης δικαιοδοτικής αρχής, από την οποία απορρέουν οι κανονιστικές δεσμεύσεις.

Τα μεγαλύτερα ζητήματα της ηθικής φιλοσοφίας προκύπτουν μετά την αυτονόμηση της ηθικής από τη Θεότητα.

Μέχρι τότε η συζήτηση περιορίζονταν στο αν η ηθική εκφράζει τη Θεία βούληση.

Έτσι, από τις χαρακτηριστικές συζητήσεις του Διαφωτισμού αφορούν την αυτονόμηση της ηθικής από το Δόγμα.

Η εμφανέστερη συνέπεια της οντολογικής ανατίμησης του αισθητού κόσμου είναι η θεοποίηση της φύσης.

Ωστόσο, αυτό έχει σαν αποτέλεσμα τη μετάθεση κανονιστικών δεσμεύσεων στη φύση, με συνέπεια τα ερωτήματα που εγείρει η αναζήτηση του τι είναι «φυσικό».

ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΒΟΥΛΗΣΗ & ΝΤΕΤΕΡΜΙΝΙΣΜΟΣ: Η ΔΙΑΜΑΧΗ ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ

Κεντρικό ζήτημα παραμένει η αντιπαράθεση μεταξύ Ελεύθερης Βούλησης & Ντετερμινισμού.

Προϋπόθεση του ηθικού καταλογισμού για μια πράξη αναφαίνεται η ελεύθερη βούληση, υπό την έννοια του μη προκαθορισμού από το Θεό. Το ζήτημα έρχεται πάντα σε αντιπαράθεση με κατηγορήματα που αποδίδουμε στο Θεό όπως Παντογνώστης. Καθώς υπάρχει πάντα το ερώτημα αν ο φορέας μιας πράξης θα μπορούσε να πράξει διαφορετικά.

Στην ουσία, επαναλαμβάνεται η συζήτηση του Μεσαίωνα σε πιο ρασιοναλιστική κατεύθυνση, λόγω Ντεκάρτ. Ο Θεός έχει αποτραβηχτεί από το προσκήνιο, καθώς ο Ντεκάρτ δίνει έμφαση στην ανθρώπινη νόηση μεταξύ άλλων ψυχικών εκδηλώσεων όπως η βούληση που κατέχει επικουρικό ρόλο.

Ο λόγος αποτελεί θεϊκό στοιχείο εντός του ανθρώπου που καθορίζει τη βούληση.

Βαθμιαία οι οπαδοί του Ντεκάρτ θα δώσουν το προβάδισμα ξανά στη βούληση, μόνο που σε διαφορά με τον Μεσαίωνα το υποκείμενό της θα είναι ο άνθρωπος αντί του Θεού.

Στον αντίποδα, οι ντετερμινιστές παραμένουν οπαδοί της βουλησιαρχίας ακόμα κι αν δεν έχει θεία προέλευση.

ΘΕΙΑ ΒΟΥΛΗΣΙΑΡΧΙΑ

Η περιβολή μιας ηθικής απόφανσης με το κύρος του νόμου συνδέεται με 2 θέσεις:

1. Σύνδεση του νόμου με την Ορθότητα μιας εξουσιαστικής επιταγής. Όπου η αναγωγή είναι στη Νόηση ή Αγαθοσύνη του Θεού.

2. Σύνδεση νόμου με Θεία βούληση. Όπου η αναγωγή είναι στην Παντοδυναμία του Θεού.

Ανάλογα με τον ενστερνισμό κάθε μιας από τις 2 θέσεις σχηματίζονται και 2 διαφορετικές επιχειρηματολογίες που συνδέονται με 2 μεγάλες παραδόσεις ηθικο –πολιτικής σκέψης.

Στην περίπτωση της βούλησης, ο Θεός είναι ο νομοθέτης και η αντιστοιχία του με τον κυρίαρχο της πολιτικής κοινωνίας πλήρης.

Η περίπτωση αφορά το «νομικό θετικισμό» σε θεολογικό και πολιτειακό επίπεδο. Πίσω από τη συγκεκριμένη άποψη υπάρχει η θεώρηση της υποκειμενικής πρόσληψης του καλού και του κακού, με τον κυρίαρχο να θέτει το τελικό κριτήριο, ελλείψει άλλου παράγοντα.

Αντίθετα, οι θεωρητικοί του φυσικού δικαίου, προσπαθούν να θεμελιώσουν τις αιώνιες αλήθειες που ισχύουν ακόμα και παρά τη βούληση του Θεού.

Ο λόγος δίνει τη δυνατότητα στον άνθρωπο να συλλάβει τις αιώνια ισχύουσες ηθικές διακρίσεις και να προσαρμόσει τη συμπεριφορά του.

Ανάμεσα στους θεωρητικούς του Διαφωτισμού κοινός παρονομαστής για να καταστεί μια απόφανση νόμος αποτελεί η επικύρωση της θείας βούλησης.

Η ΒΑΣΙΚΗ ΔΙΕΝΕΞΗ ΜΕΤΑΞΥ ΕΛΕΥΘΕΡΗΣ ΒΟΥΛΗΣΗΣ (ΙΝΤΕΡΜΙΝΙΣΜΟΥ) & ΝΤΕΤΕΡΜΙΝΙΣΜΟΥ

Στον Ντεκάρτ η πράξη του καλού συναρτάται από τη γνώση του. Ενώ η βούληση θεωρείται  [καταχρηστικά] ελεύθερη επειδή καθορίζεται από το λόγο αντί για τα πάθη.

Όταν η νόηση συλλάβει μια σαφή ιδέα, η βούληση επιδοκιμάζει κι έτσι ουσιαστικά εξισώνονται.

Ωστόσο, η ελευθερία της βούλησης δε σημαίνει αδιαφορία ως προς τις ορθές κρίσεις της Νόησης. Αντίθετα, η αδιαφορία της βούλησης σημαίνει ελάττωμά της.

Η βούληση μένει αδιάφορη λόγω των συγκεχυμένων ιδεών, από την ύπαρξη των αισθήσεων που συνιστούν πηγή πλάνης.

Η βούληση θεωρείται ευρύτερη του λόγου μόνο και μόνο για να εξηγήσει το σφάλμα και όχι επειδή η ελευθερία της θεωρείται προϋπόθεση, όπως στον Καντ.

Στον ντετερμινιστή Χομπς ανατρέπεται η σχέση λόγου – βούλησης.

Κριτήριο ηθικής αποτελεί η βούληση που δεν είναι ελεύθερη. Ενώ ο λόγος θεωρείται συνώνυμος του

ΙΜΜΑΝΟΥΕΛ ΚΑΝΤ
ΙΜΜΑΝΟΥΕΛ ΚΑΝΤ

συλλογισμού.

Στον Καντ κριτήριο ηθικής αποτελεί η βούληση επειδή είναι ελεύθερη.

Ωστόσο, η βούληση δεν καθορίζεται από το λόγο αλλά κυριεύεται από το κυρίαρχο ορμέφυτο ή πάθος της δεδομένης στιγμής.

Για τον Χομπς, ο άνθρωπος είναι οι επιθυμίες του τις οποίες δεν ελέγχει. Η βούληση καθορίζεται από τα πάθη, τα οποία θεωρούνται εξωτερικά ως προς τον εαυτό συμβάντα.

Για τους ντετρμινιστές, το πρόβλημα της ηθικής τίθεται σε λάθος βάση, καθώς αφορά την ανθρώπινη πράξη και όχι τη βούληση. Προαπαιτούμενο της ηθικής είναι η ελευθερία πριν την πράξη. Στην περίπτωση που οι άνθρωποι είναι ελεύθεροι, η πράξη τους είναι αιτιακά καθορισμένη από τις επιταγές της βούλησης.

 ΟΙ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΣΤΙΣ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΙΔΕΕΣ

Η Αυτονομία συνδέεται με την ηθική υπόσταση και καταλήγει ως αίτημα πολιτικής συμμετοχής και αυτοκυβέρνησης.

Από την άλλη, οι ντετερμινιστές τείνουν προς την ωφελιμιστική θεώρηση της ηθικής.

Τα πάθη νίκιονται με πάθη και όπου δεν υπάρχει φυσική τάση για κοινωνικά ωφέλιμο επεμβαίνει ο νομοθέτης.

Έτσι, η νομοθεσία δεν αποτελεί θεσμοθέτηση του φυσικού δικαίου αλλά μέσο- εργαλείο για την χειραγώγηση των παθών προς κοινωνικά ωφέλιμη κατεύθυνση.

Ο ωφελιμισμός εκφράζει το ιδεώδες του Διαφωτισμού στην αναμόρφωση του ποινικού συστήματος.

ΤΑ ΗΘΙΚΑ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΑ

Η ανατίμηση του βουλητικού στοιχείου προωθείται τόσο από τους Ντετερμινιστές όσο και από τους αντιπάλους, αν και για διαφορετικούς λόγους.

Οι φιλόσοφοι μιλούν πλέον για ηθικά συναισθήματα.

TOMAΣ ΧΟΜΠΣ
TOMAΣ ΧΟΜΠΣ

Ο Χομπς αναδεικνύει την αισθησιοκρατική αντίληψη στο πλαίσιο του ανταγωνισμού μεταξύ εγωιστικών ατόμων.

Αντίθετα, για τον ο Σέιφτσμπουρι η ηθική στηρίζεται στο συναίσθημα αλλά μέσω της ατομικής ηθικής τελείωσης, χάρη στην καλλιέργεια και την ανάπτυξη των ατομικών δεξιοτήτων

Η σκωτική σχολή θεωρεί εμπειρικά εσφαλμένη τη σύνδεση του αγαθού με το ατομικό συμφέρον που επιχειρεί ο Χομπς.

Αν και η ηθική ριζώνει στο συναίσθημα, οι ηθικές κρίσεις δεν απορρέουν από το ατομικό όφελος. Απόδειξη αποτελούν συναισθήματα όπως η ηθική αγανάκτηση ή η λύπη για περιπτώσεις αλλότριες που δεν έχουν να κάνουν με το συμφέρον. Οι συγκεκριμένες ενστικτώδεις αντιδράσεις απαιτούν φυσικό προαπαιτούμενο για τη θεμελίωση της ηθικής, η οποία βαθμιαία ενδυναμώνεται από παράγοντες όπως: επανάληψη, το έθιμο, το κοινωνικό περιβάλλον.

Ο ωφελιμισμός επιχειρεί τη σύνδεση των ιδεών του Χομπς και της σκωτικής σχολής.

Για τον Μπένθαμ το αγαθό ορίζεται νατουραλιστικά, όπως στον Χομπς αλλά η ηθική αφορά τις σχέσεις με τους άλλους και αποβλέπει στο συλλογικό όφελος.

Η αρχή της ωφελιμότητας έχει κανονιστικό χαρακτήρα ως ύψιστο ηθικό κριτήριο.

Η αφαιρετική εικόνα του ιδεατού ή αμερόληπτου παρατηρητή, υπολογίζει τη γενική ωφελιμότητα από το άθροισμα των ατομικών ωφελιμοτήτων.

 ΗΘΙΚΗ & ΥΛΙΣΜΟΣ

Για το υλιστικό ρεύμα τα πάντα απορρέουν από αλληλεπίδραση υλικών αιτιών. Ενώ τα παλιά είδωλα όπως η εκκλησία, γκρεμίζονται χάνοντας το λόγο ύπαρξης τους.

Ο υλισμός αποτελεί τη ριζοσπαστική έκφραση της οντολογικής ανατίμησης της φύσης.

Ο αντιθεολογικός χαρακτήρας του υλισμού συνδέεται με τον κοινωνικό αγώνα κατά των δεινών που προκαλεί η ανίερη συμμαχία της εκκλησίας με τους εκάστοτε ισχυρούς. Ο κλήρος για να εδραιώσει τη θέση του επικαλούνταν άυλες εκδικητικές δυνάμεις που μόνο ο ίδιος μπορούσε να εξευμενίσει.

Ο σκληρός πυρήνας του υλισμού βρίσκεται στην ηθική αντί την φυσική επιστήμη. Έχει κανονιστικό χαρακτήρα και ωθεί τα επιχειρήματα στα άκρα μέσα από την υπέρμετρη απλούστευση.

ΠΗΓΕΣ

1.      Μολυβάς Γ, Φιλοσοφία στην Ευρώπη, τα Β, σ. 33, Εκδ ΕΑΠ, Πάτρα 2000

2.     Γουδέλη Κ, Κείμενα νεώτερης και σύγχρονης φιλοσοφίας, Εκδ ΕΑΠ, Πάτρα 2008

3.    Π. Κιτρομηλίδης, Πολιτικοί Στοχαστές των Νεότερων Χρόνων, Πορεία, Αθήνα, 1999

4.     Πελεγρίνης Θ., Οι πέντε Εποχές της Φιλοσοφίας, Εκδ. Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 2009

ΕΥΡΩΠΗ: ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ: ΘΩΜΑΣ ΑΚΙΝΑΤΗΣ: Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ-ΦΙΛΟΣΟΦΟΣ/ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΗ- ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑ κ ΕΠΙΣΤΗΜΟΛΟΓΙΑ-ΗΘΙΚΗ-ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ

ΘΩΜΑΣ ΑΚΙΝΑΤΗΣ: Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ-ΦΙΛΟΣΟΦΟΣ/ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΗ-  ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑ κ ΕΠΙΣΤΗΜΟΛΟΓΙΑ-ΗΘΙΚΗ-ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ

 

ΘΩΜΑΣ ΑΚΙΝΑΤΗΣ,
ΘΩΜΑΣ ΑΚΙΝΑΤΗΣ. Ο ΦΙΛΟΣΟΦΟΣ

  Θωμάς Ακινάτης: πίστευε  πως μπορούσε να λύσει το πρόβλημα στη σχέση πίστης & λόγου με τον καθορισμό ορθής σχέσης μεταξύ εθνικής παιδείας & χριστιανικής θεολογίας. Αριστοτέλεια φιλοσοφία & χριστιανική θεολογία αν και μεθοδολογικά διακριτές αποτελούν συμβατούς δρόμους για την αλήθεια. Η 1η χρησιμοποιεί τις ανθρώπινες δυνάμεις της αίσθησης και της λογικής, ενώ η 2η της εξ αποκαλύψεως αλήθεια. Η θεολογία είναι ως προς τη φιλοσοφία ότι το πλήρες προς το ημιτελές, αλλά η δεύτερη μπορεί να προσφέρει πολύτιμες υπηρεσίες στην πρώτη. Κάθε μια έχει τη δική της σφαίρα αρμοδιοτήτων. Ενώ δεν μπορεί να υπάρξει αληθινή σύγκρουση μεταξύ τους. Αιωνιότητα & Δημιουργία δεν είναι έννοιες αντιφατικές μεταξύ τους. Η ψυχή αποτελεί μορφή ειδικού τύπου, ικανή να υπάρχει ανεξάρτητα από το σώμα και συνεπώς άφθαρτη. Ο Θωμάς αφενός εκχριστιάνισε τον Αριστοτέλη, αφετέρου εξαριστοτέλησε τον χριστιανισμό, αυτό μακροπρόθεσμα υιοθετήθηκε από την καθολική εκκλησία

Υπήρξε φιλόσοφος και θεολόγος .  η σύνδεση που επιχείρησε μεταξύ της αριστοτελικής επιστήμης και της χριστιανικής Αποκάλυψης είχε μεγάλη επίδραση σε ολόκληρη την Δυτική σκέψη.

Ο Θωμάς πίστευε ότι το θέμα της αιωνιότητας του κόσμου αφορά  και τον ορθολογισμό αλλά και την αιτιακή σχέση του κόσμου με τον Δημιουργό.

Με τη διδασκαλία του οδήγησε τους θεολόγους στη μελέτη των έργων του Αριστοτέλη ώστε  μέσα από την παρατήρηση και τον Λόγο να μάθουν να χρησιμοποιούν αυστηρές επιστημονικές μεθόδους για να εξηγήσουν τα μυστήρια της Αποκάλυψης όπου ο πιστός έχει πρόσβαση μόνο με τη βοήθεια της Θείας Φώτισης. Άρα, η Χάρη δεν καταστρέφει τη Φύση αλλά την τελειοποιεί.

Βασική θέση του Θωμισμού είναι  η διάκριση μεταξύ ουσίας και ύπαρξης. Σε κάθε πεπερασμένο ον δίνεται η δυνατότητα να κινηθεί από την ύπαρξη και να δράσει, περιορίζοντας ταυτόχρονα την ύπαρξη. Ο Θεός είναι το μόνο αυθύπαρκτο Ον χωρίς διάκριση ανάμεσα στην ουσία και την ύπαρξή Του.

Η αγαθότητα του Θεού και των ανθρώπων, κατά τον Θωμά μπορεί να βεβαιωθεί με την  αρχή της αναλογίας και να γίνει γνώσιμη στο επίπεδο της αναλογίας.

ΑΠΟΨΕΙΣ ΓΙΑ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ & ΣΧΕΣΗ ΤΗΣ ΜΕ ΘΕΟΛΟΓΙΑ

Μεθοδολογικά, η φιλοσοφία βασίζεται στους λογικούς κανόνες σκέψης.              

ΘΩΜΑΣ ΑΚΙΝΑΤΗΣ-Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ
ΘΩΜΑΣ ΑΚΙΝΑΤΗΣ-Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ

             

Ενώ η θεολογία στην αποκάλυψη & το δόγμα.

Αντικείμενο φιλοσοφίας: Άνθρωπος & κόσμος.

Αντικείμενο θεολογίας: ο Θεός.

2 είδη θεολογίας: α) Φυσική θεολογία με εργαλείο περισσότερο τη λογική και λιγότερο την αποκάλυψη, β) Δογματική με εργαλείο το δόγμα.

Το κοινό πεδίο φιλοσοφίας & θεολογίας αποτελεί η θεωρητική ενασχόληση με το Θεό, σε περιπτώσεις όπως η θεμελίωση αποδείξεων περί υπάρξεώς Του. Συνεπώς, οι 2 δραστηριότητες συναντιούνται μόνο στο χώρο της Φυσικής θεολογίας.

Κατά τ’ άλλα, οι 2 πνευματικές δραστηριότητες καθίστανται ασύμβατες.

Ωστόσο, υπάρχει δυνατότητα συνεργασίας, με τη θεολογία να καλύπτει κενά (όπως το δόγμα της Τριάδας) της φιλοσοφίας, σε πεδία που η δεύτερη δε δύναται να αποδείξει. Επιπλέον, λόγω της διαφορετικότητάς τους, η φιλοσοφία δε δύναται να υποκαταστήσει τη θεολογία και την αυθεντία της.

Όμως, αποτελεί ηθική υποχρέωση του φιλοσόφου η ενασχόλησή του με τη θεολογία, για την περάτωση της ένωσης με το Θεό, η οποία αποτελεί βασική ανθρώπινη προδιάθεση.

Για τον Ακινάτη, οι άθεοι, άπιστοι ή ειδωλολάτρες φιλόσοφοι είναι σε θέση να γνωρίζουν την αλήθεια σχετικά με την ύπαρξη του Θεού, όμως οι θεωρίες τους θα παραμένουν «ατελείς & ανολοκλήρωτες». Κατά τη συλλογιστική του, η έλλειψη τελειότητας και ολοκλήρωσης της φιλοσοφίας δεν ταυτίζονται αναγκαστικά με την πλάνη, αλλά όπου εκείνη διαφωνεί με τη θεολογία, η τελευταία πρέπει να υπερτερεί.

 Σε αντίθεση με τον Μποεναβεντούρα, ο Ακινάτης πιστεύει πως οι άπιστοι φιλόσοφοι μπορούν να εξάγουν σωστές κρίσεις αναφορικά με τον άνθρωπο, τον κόσμο ή τον Θεό.

Ο Ακινάτης προσπαθεί να ισορροπήσει ανάμεσα στον σεβασμό του προς την πνευματική προσφορά του Αβερρόη  & την ανάγκη ανάδειξης της υπεροχής της λατινικής θεολογίας. Έτσι, εισάγει μιαν σχολαστική εκδοχή του (αβεροϊκού) δόγματος περί διπλής αλήθειας.

     ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΗ ΑΚΙΝΑΤΗ: Η ΥΛΟΜΟΡΦΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ

Για τον Ακινάτη υπάρχει πλουραλισμός ουσιών & υποστάσεων

Το ανθρώπινο μυαλό γνωρίζει – πρώτα τα υλικά πράγματα-  μέσω των αισθήσεων. Βέβαια, βάσει του στοχασμού προβαίνει σε διακρίσεις ανάμεσα στις α) ουσιαστικές (πραγματικές) αλλαγές και β) στις φαινομενικές.

Αποδέχεται την «αριστοτελική διάκριση μεταξύ ουσιωδών & επουσιωδών χαρακτηριστικών & δέχεται τη θεωρία των αριστοτελικών κατηγοριών».

Επίσης, υιοθετεί τον αριστοτελικό υλομορφισμό και ορίζει:

Α) Άμορφη Ύλη ως καθαρή δυνατότητα – Β)  Μορφή ως πρώτη πράξη ενός φυσικού σώματος.

Και 2 μπορούν να υπάρξουν μόνο σε ταυτόχρονη συνύπαρξη

Για τον Ακινάτη, μπορούν να υπάρξουν μόνο συγκεκριμένες υπάρξεις (συνθέσεις μορφής & ύλης) & ΟΧΙ γενικές έννοιες (χρόνος, ύλη, ενέργεια) αυτονομημένες από συγκεκριμένες περιστάσεις.

Αρχή εξατομίκευσης της μορφής αποτελεί η ύλη, που προσδιορίζεται ποσοτικά χάρη στην ένωσή της με τη μορφή.

Οι αλλαγές γίνονται για κάποιο σκοπό, και κάθε αλλαγή βαίνει προς τον τελικό σκοπό (τελεολογία)

Οι αλλαγές ενυπάρχουν είτε στο δρών υποκείμενο, είτε εν δυνάμει στο αντικείμενο

Για τον Ακινάτη, ο υλομορφισμός δύναται να υπάρξει μόνο στον ορατό & σωματικό κόσμο.

Εξάλλου, η μορφή (1η πράξη) δεν ενυπάρχει στην πρώτη ύλη (δυνατότητα), αλλά η αλλαγή συνίσταται στην έλλειψη. Δηλαδή, η απουσία μιας νέας μορφής δημιουργεί συνάμα την ανάγκη της ύπαρξής της, χάρη στην επενέργεια ενός εξωτερικού παράγοντα πάνω στην πρώτη ύλη.

Αρχική μορφή: καθοριστική (προσδιοριστική της κατηγορίας & της ουσίας) κάθε πράγματος.

Υπόλοιπες μορφές: Προσωρινές.

Οντολογική ιεραρχία μορφών:

  1. Ανόργανες ουσίες
  2. μορφές φυτών
  3. μορφές μη λογικών, αλλά ικανών προς αίσθηση ζώων
  4. μορφή λογικής ψυχής του ανθρώπου
  5.     Άγγελοι (δίχως ύλη): καλύπτουν το κενό μεταξύ πεπερασμένου ανθρώπου & άπειρου Θεού
  6. Άπειρη καθαρή ενέργεια άυλου θεού.

        ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΗ ΙΙ: ΔΙΑΚΡΙΣΗ ΟΥΣΙΑΣ & ΥΠΑΡΞΗΣ

Ο μη ορατός κόσμος δεν έχει υλομορφική υπόσταση

Αριστοτελική διάκριση: Δύναμης (δυνατότητας για αλλαγή) – Ενέργειας (πραγματοποίηση της δυνατότητας), εφαρμόσιμη σε ορατό & αόρατο κόσμο

Προϋποθέσεις: α) Ον εν δυνάμει μεταβλητό, β) επίδραση εξωγενούς υποκειμένου

Σε Ορατά σώματα: δυνατότητα αλλαγής στην ύλη

Σε Αγγέλους: Στο νου & θέληση, δίχως δυνατότητα απόκτησης ύλης (αλλαγής της ουσίας τους

ΚΤΙΣΤΑ-ΑΚΤΙΣΤΑ

Υλικά σώματα: Ουσία συνίσταται στη σύνθεση μορφής & ύλης

Άυλα σώματα: Ουσία, μόνο στη μορφή.

Οντολογική δυνατότητα όλων για ύπαρξη

Ύπαρξη: πραγμάτωση της δυνατότητας.

Δυνατότητα & Ενέργεια: Σε όλα τα Κτιστά

Α) Από τη στιγμή της δημιουργίας τους

Β) Ανεξάρτητα από την υλική ή μη φύση τους

Γ) Αλλαγές προκύπτουν χάρη συνδυασμού δυνάμει χαρακτηριστικών & εν ενεργεία πραγματοποιημένων.

Θεός: μόνος Άκτιστος, με μόνο ενέργεια & πλήρως πραγματοποιημένη δυνατότητα

Σε κτιστά όντα: δύναται να υπάρξει διαχωρισμός μεταξύ Ουσίας (δυνατότητας ύπαρξης) & Ύπαρξης (πραγματοποιημένης δυνατότητας)

Σε Άκτιστο Θεό: Ουσία & Ύπαρξη ταυτίζονται

Ο Ακινάτης δέχτηκε ότι κάθε πεπερασμένη ουσία μπορεί να νοηθεί χωρίς το χαρακτηριστικό της ύπαρξης. Όμως η ουσία δεν μπορεί να διαχωριστεί από την ύπαρξη του όντος που την κατέχει. 

Έμφαση στην έννοια της ύπαρξης εις βάρος της ουσιολογίας. Επηρέασε τον υπαρξισμό: η ύπαρξη καθορίζει την ουσία.

    ΟΙ ΑΠΟΔΕΙΞΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΑΡΞΗ ΘΕΟΥ.

Η επιχειρηματολογία του Ακινάτη περί ύπαρξης Θεού, στοχεύει στην αντιμετώπιση των κύριων αντιπάλων του, οι οποίοι δεν είναι άθεοι αλλά αλλόπιστοι, καθώς δεν ασπάζονταν την έννοια του Θεού όπως την έθετε η ρωμαιοκαθολική εκκλησία.

Οι 5 αποδείξεις της θεϊκής ύπαρξης έχουν σαφείς επιρροές από τους φιλοσόφους: Αλβέρτο, Άνσελμο, Αβικέννα &

ΑΝΣΕΛΜΟΣ
ΑΝΣΕΛΜΟΣ

Μαϊμονίδη.

1η Απόδειξη: ΚΙΝΗΣΗ: Αναγωγή της εν δυνάμει ενέργειας σε Ενέργεια. Όμως, προϋπόθεση της κίνησης συνιστά η παρουσία εξωγενούς παράγοντα. Βεβαία, η ύπαρξη άπειρης αλληλουχίας εξωγενών παραγόντων που επενεργούν διαδοχικά στο εν κινήσει σώμα, οδηγεί στο συμπέρασμα ύπαρξης εξωγενών παραγόντων δίχως αρχή, κάτι που αποτελεί άτοπο. Συνεπώς, το μοναδικό ον που είναι σε θέση να επιτελέσει την αρχική κίνηση είναι μόνο ο Θεός, ο οποίος αποτελεί «όλο ενέργεια» και οντολογικά δεν έχει κίνηση ο ίδιος. [Πρώτο Κινούν].

2η Απόδειξη: ΥΠΑΡΞΗ: των όντων οφείλεται σε εξωτερικό παράγοντα, διότι αν ήταν αυθύπαρκτη, θα εμφανίζονταν το λογικό άτοπο της ύπαρξης [του όντος] πριν την ύπαρξη. Συνεπώς, η αρχική αιτία της ύπαρξης είναι εξωτερική και μπορεί να είναι μόνο ο Θεός.

3η Απόδειξη: ΤΥΧΑΙΟΤΗΤΑ ΥΠΑΡΞΗΣ & ΟΧΙ ΑΝΑΓΚΑΙΟΤΗΤΑ:  Διότι στην περίπτωση της αναγκαιότητας της ύπαρξης των αισθητών όντων, αυτά δε θα άλλαζαν και θα είχαν αιώνια υπόσταση. Ωστόσο, η ύπαρξη των όντων, τουλάχιστον αναφορικά με την πρώτη τους μορφή, είναι μεταβλητή & παροδική, κάτι που καταδεικνύει την τυχαιότητα. Οπότε, οφείλουν την ύπαρξή τους σε κάποιον άλλον παράγοντα που είναι ο Θεός, καθότι είναι και το μόνο αναγκαίο ον.

4η Απόδειξη:                                                                                                                                                                                                                                      

5η Απόδειξη: ΤΕΛΕΟΛΟΓΙΚΗ: Όλα τα ανόργανα όντα αν και δίχως γνώση, συχνά αν και όχι πάντα, κινούνται προς κάποιον σκοπό. Συνεπώς, υπάρχει έλλειμμα γνώσης που να τα οδηγεί στην ικανοποίηση κάποιου σκοπού. Ο καλύτερος δυνατός σκοπός παρέχεται εξωτερικά από κάποιο σκεπτόμενο ον, δηλαδή τον ίδιο το Θεό, χάρη στην παντογνωσία Του.

Για τον Ακινάτη, η πιο σπουδαία απόδειξη είναι η πρώτη, καθότι πιο ξεκάθαρη για την κατανόηση της ύπαρξης του Θεού.

Οι τρεις πρώτες αποδείξεις, εδράζονται στην ερμηνεία των αποδείξεων της καθημερινής ζωής και χρησιμοποιούν την ίδια κατεύθυνση απόδειξης του Θεού ως αρχής των πάντων.

Η τέταρτη απόδειξη συνιστά παραλλαγή των τριών πρώτων, με έμφαση στο γλωσσικό & λογικό επίπεδο.

Η Πέμπτη απόδειξη συνιστά βασική θέση των ρωμαιο-καθολικών φιλόσοφων μέχρι και τις μέρες μας.

Λόγω της πεποίθησης των σχολαστικών της εποχής του Ακινάτη, ότι ο ανθρώπινος νους αδυνατεί να συλλάβει και να κατανοήσει την ύπαρξη του Θεού, δίχως τη χρήση των εμπειρικών δεδομένων, στις απαντήσεις δίνεται έμφαση σε αισθητηριακές και παρατηρησιακές παραμέτρους.

    ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑ & ΕΠΙΣΤΗΜΟΛΟΓΙΑ Ή ΓΝΩΣΙΟΘΕΩΡΙΑ ΤΟΥ ΑΚΙΝΑΤΗ

Για τον Ακινάτη, ο άνθρωπος αποτελεί σύνθεση Ψυχής & Σώματος (υλομορφισμός). Η λογική Ψυχή αποτελεί

ΑΒΙΚΕΝΝΑΣ.
ΑΒΙΚΕΝΝΑΣ.

συγκεκριμένη υποστατική μορφή και ενώνεται με την πρώτη ύλη δημιουργώντας το ανθρώπινο σώμα.

Η υποστατική μορφή είναι μία, και ο άνθρωπος αποτελεί ένωση ψυχής & σώματος κι όχι κάθε ιδιότητα ξεχωριστά.

Ανθρώπινη ψυχή & υποστατική μορφή δίνουν στον κάθε άνθρωπο τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της προσωπικότητάς του: αισθαντικές, αναπτυξιακές & λογικές λειτουργίες του σώματός του.

Ο Ακινάτης αναβαθμίζει τη λειτουργία του σώματος, το οποίο δεν αποτελεί φυλακή της ψυχής όπως στην πλατωνική θεωρία, αλλά απαραίτητο συστατικό για την μέγιστη δυνατή αξιοποίηση των λειτουργιών και των ικανοτήτων της ψυχής. Μόνο χάρη στο σώμα μπορεί η ψυχή να έρθει σε επαφή με τον κόσμο και να ενεργοποιηθούν οι αισθαντικές της δυνατότητες. Συνεπώς, ο λόγος ύπαρξης του σώματος είναι η ενεργοποίηση της υποστατικής μορφής σε συμφωνία με τη φύση.

Αυτές οι ικανότητες διακρίνονται σε αισθαντικές, αναπτυξιακές & λογικές ή νοητικές δυνάμεις.

Οι αισθαντικές ικανότητες χρειάζονται το σώμα για να πραγματοποιηθούν και συνεπώς, μετά θάνατον, εμπίπτουν σε μια λανθάνουσα κατάσταση, αναμένοντας την επαναδραστηριοποίησή τους κατά την τελική ανάσταση.

Στις λογικές ικανότητες, η λειτουργία τους παραμένει αναλλοίωτη και μετά θάνατον.

Βοηθητικές δυνάμεις για τη λειτουργία των τριών βασικών αποτελούν κάποιες δευτερεύουσες, όπως: της κίνησης (πηγαίνουμε προς κάποιο επιθυμητό αντικείμενο), της επιθυμίας (μετατροπή ενός αντικειμένου σε αυτοσκοπό και όχι σε μέσο προς επίτευξη άλλου σκοπού).

Η εσωτερική ζωή του ανθρώπου συνιστά μια διαρκή αλληλεπίδραση των τριών βασικών επιπέδων της ψυχής: αναπτυξιακού (δυνάμεις τροφής, ανάπτυξης, αναπαραγωγής), αισθαντικού (εξωτερικές & εσωτερικές αισθήσεις, δυνάμεις κίνησης & επιθυμίας), λογικού ή νοητικού (παθητικός & ενεργητικός νους, βούληση).

Η ιεράρχηση & κατηγοριοποίηση των δυνάμεων αναφορικά με το αντικείμενο ενεργοποίησής τους εξηγούν τις ανθρώπινες πράξεις στην ανθρωπολογία & την ψυχολογία του Ακινάτη.

ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑ

Η θεωρία του καλού μας κατευθύνει στη ζωή και η επιθυμία καθορίζεται από το καλό που θέλει να αποκτήσει ο άνθρωπος.

Καθοριστικής σημασίας για την κατεύθυνση προς το καλό, είναι η ανθρώπινη βούληση που διακρίνεται σε ελεύθερη (ελεύθερη επιλογή των μέσων) και μη ελεύθερη (έλλειψη ελευθερίας ως προς την επιλογή των μέσων).

Η ελευθερία βούλησης εξαρτάται από την επιλογή των μέσων, και συνεπώς συνδέεται άμεσα με την λογική ικανότητα της ανθρώπινης ψυχής

Η ελεύθερη επιλογή των μέσων για την επίτευξη του καλού, προϋποθέτει την αξιοποίηση της δυνατότητας για ελεύθερη βούληση.

Στις περιπτώσεις που άνθρωπος δεν μπορεί να επιλέξει ελεύθερα τα μέσα, όπως υπό την επήρεια μέθης, φαρμακευτικών ουσιών ή εξαρτητικών τρόπων συμπεριφοράς, η ελευθερία επιλογής προκύπτει από την πρώτη φορά που επέλεξε στο παρελθόν τη χρήση τέτοιων μέσων.

Για τον Ακινάτη υπάρχει διάκριση μεταξύ εφικτής ελευθερίας της βούλησης και ανέφικτης ελευθερίας επιλογής των σκοπών.

Αν και υπάρχει στην ανθρώπινη βούληση ροπή προς την κατεύθυνση του γενικού καλού, δεν υπάρχει λογική ή άλλη αναγκαιότητα στη σύνδεση των μέσων για την επίτευξη κάποιου σκοπού.

Συνεπώς, η ελευθερία συνίσταται στην επιλογή των μέσων και όχι της επιλογής του σκοπού.

Ο πάγιος σκοπός της βούλησης είναι μόνο το καλό.

Οπότε ο σκοπός του κακού προκύπτει από την έλλειψη συνειδητοποίησης ότι αυτό δεν αποτελεί το καλό. (Ακούσια επιλογή του κακού-Σωκράτης).

Πάγια επιδίωξη των ανθρώπων αποτελεί η Ευδαιμονία, η οποία πραγματώνεται μόνο κοντά στο Θεό

Ωστόσο, η αδυναμία διάκρισης μεταξύ των πράξεων που ως μέσα οδηγούν στον σκοπό της  ευδαιμονίας και η αδυναμία προσανατολισμού στην προσπάθεια προσέγγισης του θεού, αποτελούν τους λόγους της αμαρτίας με συνέπεια τη δυστυχία, καθότι δε χρησιμοποιούμε ορθά την ελευθερία βούλησης.

ΣΧΕΣΗ ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΥ & ΠΑΘΗΤΙΚΟΥ ΝΟΥ.

Για τον Ακινάτη, σε διαφωνία με τον Αβερρόη, ο ανθρώπινος νους αποτελεί «μέρος» (τμήμα) της ψυχής και οι δυο τους δεν έχουν διαφορετική υπόσταση.

Έτσι ο Ακινάτης απορρίπτει τις εξής θέσεις του Αβερρόη:

Α) ο νους αποτελεί ξεχωριστή υπόσταση ή ουσία σε ιδιαίτερη σύνδεση ή σχέση με την ψυχή.

Β) Ο νους είναι ίδιος για όλους τους ανθρώπους.

Γ) Ο νους επιζεί μετά το θάνατο.

Διότι, αν τις δεχτούμε σημαίνει πως απορρίπτουμε το δόγμα περί προσωπικής ψυχής & αθανασίας της.

ΘΕΣΕΙΣ ΑΚΙΝΑΤΗ ΠΕΡΙ ΑΘΑΝΑΣΙΑΣ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ:

Α) η ψυχή ως μορφή του σώματος πολλαπλασιάζεται όπως το ίδιο συμβαίνει και με τα σώματα

Β) δεν υπάρχει κοινή ψυχή (μονοψυχισμός) για όλους τους ανθρώπους

Γ)υπάρχει ξεχωριστή & αθάνατη ψυχή για κάθε άνθρωπο, και όλες δημιουργούνται από το Θεό.

Συνέπεια της αθανασίας της προσωπικής ψυχής, αποτελεί η διαφορά των μερών της ψυχής ανάμεσα σε διαφορετικούς ανθρώπους. Απόδειξη του προηγούμενου αποτελεί για τον Ακινάτη, η διαφορετικότητα του τρόπου σκέψης μεταξύ των ανθρώπων.

ΑΒΕΡΡΟΗΣ.
ΑΒΕΡΡΟΗΣ. ΜΕΓΑΛΟΣ ΑΡΑΒΑΣ ΦΙΛΟΣΟΦΟΣ ΤΟΥ ΜΕΣΑΙΩΝΑ

Τα επιχειρήματα του Ακινάτη ενάντια στη θεωρία του μονοψυχισμού του Αβερρόη έχουν ως εξής:

Α) Η αποδοχή της θέσης, ότι η ψυχή ή τμήματά της είναι κοινά σε όλους τους ανθρώπους, ακυρώνει κάθε έννοια μετά θάνατον ανταμοιβής της ψυχής, καθότι η αθανασία ενός κοινού νου δεν επιτρέπει τον επιμερισμό των πράξεων των ξεχωριστών ανθρώπων, ώστε να ανταμειφθούν ή να τιμωρηθούν γι’ αυτές.

Β) Η αποδοχή της θέσης για κοινή κτήση του ενεργητικού νου απ’ όλους τους ανθρώπους, επιβάλει την εγκατάλειψη της (περιορισμένης) ελευθερίας βούλησης της θεωρίας του Ακινάτη.

Γ) Η αποδοχή της θέσης ότι ο παθητικός νους είναι κοινός σε όλους τους ανθρώπους, προϋποθέτει την εγκατάλειψη της αριστοτελικής θέσης, ότι η ψυχή αποτελεί τη μορφή του σώματος (κοινός παθητικός νους-κοινό σώμα)

Δ) Η αποδοχή της θέσης πως ενεργητικός & παθητικός νους αποτελούν ξεχωριστές ουσίες ή υποστάσεις ή ξεχωριστά και ανεξάρτητα μέρη της ψυχής, έχει ως προέκταση ότι τα αισθητηριακά δεδομένα είναι περιττά. Εφόσον έτσι, ο ενεργητικός νους θα συνέθετε αενάως και ο παθητικός θα δέχονταν για όλους τους ανθρώπους, δίχως την ανάγκη της ανθρώπινης επικοινωνίας με το περιβάλλον.

Η έμφαση του Ακινάτη δίνεται στη συστηματικότητα μιας θεωρίας του ανθρώπου & στην επιστημολογική σημασία των άμεσων δεδομένων των αισθήσεων..

Για τον Ακινάτη, η ψυχή αποτελεί  tabula rasa. Τα δεδομένα του νου δημιουργούνται εκ του μηδενός χάρη στην αισθητηριακή εμπειρία

Ο Ακινάτης αποφεύγει τόσο τον ιδεαλισμό, όσο και τον αφελή ρεαλισμό στην επιστημολογία του, χάρη στην ακόλουθη θεωρία του για την καθημερινή αντίληψη του κόσμου:

Α) Τα υλικά σώματα επενεργούν στις ανθρώπινες αισθήσεις

Β)Οι αισθήσεις αντιλαμβάνονται μόνο συγκεκριμένα δεδομένα του κόσμου & επιμέρους έννοιες.

Γ) Στη φαντασία δημιουργείται ένα φάντασμα ή εικόνα, το οποίο αναπαριστά το συγκεκριμένο υλικό σώμα που εκλαμβάνουν οι αισθήσεις.

Δ) Ο ενεργητικός νους επιδρά αφαιρετικά πάνω στο φάντασμα και το αναλύει με την αρωγή κατηγοριοποιημένων γενικών & καθολικών εννοιών.

Ε) Ο ενεργητικός νους επιδρά ακολούθως στον παθητικό νου και «τυπώνει» σ’ αυτόν γενικές ιδέες που δημιούργησε από τα αισθητηριακά δεδομένα

Στ) Ο παθητικός νους αντιδρά στην επίδραση του ενεργητικού νου, καθώς μορφοποιεί την πλήρη γενική ή καθολική έννοια.

Για τον Ακινάτη, οι αισθήσεις αντιλαμβάνονται συγκεκριμένα χαρακτηριστικά του αντικειμένου τους, ενώ ο νους την ουσία του.

Οι καθολικές ή οι συγκεκριμένες έννοιες και τα χαρακτηριστικά των δεδομένων των αισθήσεων, αποτελούν απλά μέσα της νόησης και όχι τη νόηση καθαυτή.

Ο ανθρώπινος νους έχει ως αντικείμενα τις καθολικές έννοιες που δημιούργησε ο ενεργητικός νους, αλλά δεν εξαντλείται υποστατικά στη δημιουργία τους. Επιπλέον, δύναται να ανάγει τις πλήρεις καθολικές έννοιες ως αντικείμενα.

Ο Ακινάτης πρώτος μελέτησε & κατέγραψε συστηματικά τη ζωή της ανθρώπινης συνείδησης ορίζοντας ως κύριο χαρακτηριστικό την ιδιότητα της αναφορικότητας ή προσθετικότητας (intentinalitas). Δηλαδή, η συνείδηση μπορεί να θέτει ως αντικείμενά της εκτός από τα δεδομένα των αισθήσεων και τις έννοιες τις οποίες χειρίζεται στη νόηση της πραγματικότητας.

       Η ΗΘΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΤΟΥ ΑΚΙΝΑΤΗ 

Σκοπός της ζωής και επίτευξη της ανθρώπινης ολοκλήρωσης, κατά την ηθική του Ακινάτη, συνιστά η ευδαιμονία, η οποία επιτυγχάνεται μέσω των ηθικών πράξεων.

Τόσο η ολοκλήρωση, όσο και ο σκοπός της ζωής, δύναται να κατορθωθούν μέσω των ηθικών ανθρώπινων πράξεων που κινούνται προς το Θεό.

Η τελεολογική & ευδαιμονική ηθική του Ακινάτη βρίσκεται σε συμφωνία με εκείνη του Αριστοτέλη, αλλά διαφέρουν ως προς τον ορισμό της έννοιας της ευδαιμονίας. Για τον Αριστοτέλη σήμαινε τη γνώση του τρόπου λειτουργίας του κόσμου, ενώ για τον Ακινάτη τη θέαση του Θεού, του Απόλυτου Αγαθού.

Για τον Ακινάτη η ευδαιμονία χωρίζεται σε 2 είδη:

Α) την εν ζωή που συναρτάται με τις ελεύθερες πράξεις προς την κατεύθυνση της φυσικής γνώσης του Θεού (Φυσική Θεολογία) και τα έργα αγάπης προς το Θεό (ατελής ευδαιμονία)

Β) τη μετά θάνατον, χάρη στη θέαση του ίδιου του Θεού (τέλεια ευδαιμονία)

Ανάμεσα στα 2 είδη ευδαιμονίας  υπάρχει συσχέτιση & αλληλεξάρτηση, καθώς η τέλεια ευδαιμονία αποτελεί φυσική συνέχεια & αποτέλεσμα της ατελούς.

Επιπλέον, ο άνθρωπος επιδιώκει τον τελικό σκοπό της ευδαιμονίας, λόγω της φύσης του. Η ανθρώπινη βούληση αποτελεί μια κίνηση προς την επίτευξη του γενικού αγαθού.

Ωστόσο, η ατελής ευδαιμονία επιτυγχάνεται φυσικά, χάρη στις δυνάμεις του ανθρώπου, η κατάκτηση της τέλειας ευδαιμονίας προϋποθέτει την θεϊκή παρέμβαση και χάρη.

Στο ηθικό σύστημα του Ακινάτη, οι ανθρώπινες πράξεις που ενέχουν πρόθεση διακρίνονται σε ηθικές (αγαθές) & ανήθικές (κακές). Επιπλέον, όσες πράξεις ενέχουν πρόθεση και είναι λογικά σχεδιασμένες και κατορθωμένες για την επίτευξη του τελικού σκοπού της ευδαιμονίας είναι καλές, ενώ οι υπόλοιπες είναι κακές.

Οι ακούσιες πράξεις, δεν εμπίπτουν στον άξονα της ηθικής.

Συνάμα, ο άνθρωπος έχει την ευθύνη όλων των εκούσιων πράξεών του (εμπρόθετων), ακόμα κι αν αυτές οφείλονται σε βαθιά ριζωμένες συνήθειες, τις οποίες δύσκολα μπορεί να ελέγξει.

Σε συμφωνία με τον Αριστοτέλη, ο Ακινάτης θεωρεί πως οι συνήθειες του ανθρώπου, για τις οποίες φέρει και την

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ

ολοκληρωτική ευθύνη, αποτελούν τις ανθρώπινες αρετές (και τις κακίες).

Έτσι, το ηθικά καλό βρίσκεται σε σύνδεση με το Θεό και χαρακτηρίζεται ως θετικό & πλήρες ως προς την ύπαρξή του.

Ωστόσο, δεν συμβαίνει το ίδιο και με το κακό, το οποίο δεν είναι αυτοτελές και αποτελεί  την έλλειψη καλού.

Συνεπώς, το κακό δεν κατέχει ξεχωριστή οντότητα και γι’ αυτό η τέλεσή του γίνεται λόγω άγνοιας και όχι από βούληση.

Πάλι σε ταύτιση με τις αριστοτελικές αρχές, ο Ακινάτης θεωρεί πως η ουσία της ηθικής ζωής εμπεριέχεται στο ρόλο της μεστότητας, σχετικά με τα ανθρώπινα πάθη. Έτσι, αμετροεπής χρήση της λογικής ή η έλλειψή της οδηγεί στην κακία, ενώ στη μέση λύση εδράζεται ο ενάρετος βίος.

Κατ’ αυτόν τον τρόπο, η θεωρία του Ακινάτη δεν εξοβελίζει τα πάθη και αναγνωρίζει τη σχόλη, αποφεύγοντας στατικές αντιλήψεις, χάρη στο ρόλο που κατέχει η λογική στον ανθρώπινο βίο.

Η φυσιοκρατία του Ακινάτη, επίσης ακολουθεί τις αρχές του Αριστοτέλη, θεωρώντας πως με τη χρήση της λογικής, ο άνθρωπος οφείλει να βρει το μέσο για την κατάκτηση της αρετής & της ευδαιμονίας.

Έτσι, η λογική πράξη δεν είναι ενάντια στη φύση, διότι ακριβώς η ανθρώπινη φύση είναι αυτή που επιδιώκει την ηθική ζωή και την ευδαιμονία.

Θεμέλιο και προϋπόθεση δηλαδή του ηθικού νόμου, αποτελεί ο φυσικός νόμος και οδηγός στην εξεύρεσή του αποτελεί χρήση της λογικής.

Η συνεχόμενη αλληλεξάρτηση και η αλληλεπίδραση, στις οποίες βρίσκονται ηθικός & φυσικός νόμος αποτελεί εχέγγυο για την αποφυγή υπερβολικής χρήσης της λογικής.

Βολταίρος
Βολταίρος

Ωστόσο επειδή ακριβώς ο φυσικός νόμος είναι ένας για όλες τις εποχές, έτσι ακριβώς οφείλει να είναι και ο ηθικός.

Η μόνη αλλαγή που γίνεται δεκτή είναι εκείνη των περιστάσεων που εφαρμόζονται οι κανόνες ηθικής, στις διαφορετικές εποχές ή μεταξύ ξεχωριστών πολιτισμών. Επουδενί όμως η εφαρμογή των ηθικών κανόνων πρέπει να είναι αντίθετη με το πνεύμα και τη λογική του ηθικού νόμου που τους επιβάλλει.

Ειδικότερα, ο νόμος που δεν επιδέχεται καμία αλλαγή («ακόμα και στις συγκεκριμένες περιστάσεις εφαρμογής του») είναι ο θεϊκός ή υπερβατικός νόμος

Ο θεϊκός ή υπερβατικός νόμος αποτελεί τον οδηγό, αφενός για τον φυσικό νόμο (ο Θεός γνωρίζει απόλυτα την ανθρώπινη φύση, λόγω δημιουργίας), αφετέρου για τον ηθικό νόμο (ο Θεός είναι απόλυτος γνώστης των γενικών & συγκεκριμένων συνθηκών των ηθικών πράξεών μας).

Επιπλέον, ο θεϊκός νόμος αρχικά δόθηκε στον άνθρωπο, κατά την περίοδο της Παλαιάς Διαθήκης, ώστε να οδηγήσει τον άνθρωπο στο φυσικό νόμο, αλλά τη μετά Χριστό εποχή έχει το ρόλο της καθοδήγησης του ανθρώπου στην υπερβατική πορεία του και στην «εκδήλωση της αληθινά φυσικής επιθυμίας του για την ένωση με το Θεό.

Οπότε, στο ηθικό σύστημα του Ακινάτη, ο θεϊκός νόμος διασφαλίζει από αποκλίσεις και τριβές μεταξύ φυσικού & ηθικού νόμου.

Ο θεϊκός κατέχει ανώτερη και  πρωτεύουσα θέση συγκριτικά με τους άλλους δύο, και αποτελεί αρωγό και οδηγό στην επίτευξη του τελικού σκοπού που αποτελεί η τέλεια ευδαιμονία στη θέαση του ίδιου του Θεού.

   Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΤΟΥ ΑΚΙΝΑΤΗ

Οι 2 κυρίαρχες πολιτικές αντιλήψεις την εποχή του Ακινάτη ήταν:

Α) η αριστοτελική, που προωθούσε το διαχωρισμό της κοσμικής εξουσίας από την εκκλησία

Β) Αυγουστίνειος νεοπλατωνισμός, που πρέσβευε την υποταγή της κοσμικής εξουσίας στις θελήσεις της εκκλησίας.

Ανάμεσα στις 2 παραπάνω αντιλήψεις, υπήρχε η μειοψηφική και εξισορροπητική βασισμένη στην παράδοση των Δύο Σπαθιών. Η συγκεκριμένη παράδοση ευνοούσε την ιδέα της ισότιμης συνύπαρξης των 2 εξουσιών για το κοινωνικό καλό. Μειονέκτημά της αποτελούσε η αδυναμία άρθρωσης συγκεκριμένης συνεκτικής πολιτικής πρότασης

Για τον Ακινάτη, η κοσμική εξουσία κατέχει το ρόλο ενός φυσικού θεσμού όπως η οικογένεια.

Εδράζεται στην αντίληψη περί ανθρώπινης φύσης και κοινωνικής & πολιτικής προδιάθεσης του ανθρώπου.

Για τον Ακινάτη, ο άνθρωπος αποτελεί τόσο κοινωνικό όσο και πολιτικό ον, που στηρίζεται στην κοινωνική του οργάνωση για την προστασία του, την κάλυψη των βιοτικών του αναγκών και την επίτευξη της ευδαιμονίας.

Η ανθρώπινη ικανότητα προς κοινωνικά και πολιτικά επιτεύγματα καταδεικνύεται από την έφεση του ανθρώπου στην επικοινωνία και στο χάρισμά του να εκφράζεται λογικά.

Ωστόσο, η φυσική τάση για πολιτική συγκρότηση, συνοδεύεται και από το φυσικό θεσμό της διακυβέρνησης, ώστε χάρη στην καθοδήγηση της να αποφεύγεται η ροπή της ανθρώπινης πολιτικής προδιάθεσης προς αυτοκαταστροφική συμπεριφορά.

Στην πολιτική θεωρία του Ακινάτη, βασικός σκοπός του κράτους οφείλει να είναι το κοινό καλό των πολιτών. Για την επιτυχία αυτού του στόχου προϋποθέσεις αποτελούν:

Α) Ύπαρξη κλίματος ειρήνης εντός των ορίων του κράτους

Β)Οι δραστηριότητες των πολιτών να κατευθύνονται προς το κοινό όφελος

Γ) να διασφαλίζονται τα απαραίτητα υλικά αγαθά που καθιστούν άνετη την επιβίωση των πολιτών

Για την επίτευξη των παραπάνω, η κοσμική εξουσία έχει ως όπλα τον στρατό & την δικαστική εξουσία

Τη θεωρία του Ακινάτη προφυλάσει από τον απολυταρχισμό, η ανάπτυξη των θέσεών του κυρίως για τις σχέσεις α) πολιτικής & εκκλησιαστικής εξουσίας και β) πολιτικής & δικαστικής εξουσίας.

Για τον Ακινάτη η εκκλησιαστική εξουσία είναι ανώτερη της πολιτικής, λόγω της διαφορετικότητάς της και του ανώτερου σκοπού της. Αυτό όμως δε σημαίνει πως οι 2 είναι αντίθετες μεταξύ τους.

Η κρατική εξουσία αποσκοπεί: στο καλό των πολιτών και στην επίτευξη της ατελούς ευδαιμονίας.

Η εκκλησιαστική εξουσία αποσκοπεί στην τέλεια ευδαιμονία, μετά θάνατον.

Γι’ αυτό είναι ανώτερη και οφείλει να καθοδηγεί εμμέσως (με τη δημιουργία ηθικών προδιαθέσεων) την κρατική, ώστε η τελευταία να μην γίνεται καταπιεστική και τυραννική

Για τον Ακινάτη υπάρχουν 4 είδη νόμου:

  1. Αιώνιος νόμος
  2. Φυσικός νόμος
  3. Θεϊκός θετός νόμος
  4. Ανθρώπινος θετός νόμος

Τα 2 πρώτα είδη είναι θεϊκά δημιουργήματα και ως τέτοια μόνο ο Θεός τα γνωρίζει απόλυτα

ΤΖ. ΛΟΚ
ΤΖ. ΛΟΚ

Ο 3ος νόμος είναι αυτός που αποκάλυψε ο Θεός στους ανθρώπους 9ατελώς στην Παλαιά & τέλεια στην Καινή Διαθήκη).

Ο 4ος νόμος δημιουργείται από τους άρχοντες της πολιτικής & δικαστικής εξουσίας. Στόχο του αποτελεί η εφαρμογή του φυσικού νόμου σε συγκεκριμένες περιστάσεις και η εγγύηση της τήρησής του (με απαγορεύσεις και τιμωρίες).

Έτσι αν ένας ανθρώπινος νόμος αντιβαίνει το θεϊκό θετό ή τον φυσικό νόμο είναι διεστραμμένος, και ο υπήκοος δύναται να μην τον ακολουθήσει.

Κατά συνέπεια, ο πολιτικός άρχοντας οφείλει να σέβεται το θεϊκό & φυσικό νόμο και να δημιουργεί τον κατάλληλο θετό νόμο, για να μην οδηγεί τους πολίτες σε εξέγερση.

Η θεωρία επέδρασε στην ενίσχυση του αισθήματος δικαίου κατά τον ύστερο Μεσαίωνα και ώθησε στη δημιουργία σχολής πολιτικής θεωρίας για τη δίκαιη χρήση της πολιτικής εξουσίας.

ΡΟΥΣΣΩ
ΡΟΥΣΣΩ

      Επηρέασε: Λοκ, Βολταίρο, Ρουσσώ, θεωρητικούς της Γαλλικής Επανάστασης

   Αν και με τελεολογική & ωφελιμιστική έμπνευση, έθεσε νομικούς & ηθικούς φραγμούς στην πολιτική εξουσία και την έκανε να σεβαστεί την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και την ελευθερία του υπήκοου-πολίτη.

ΠΗΓΕΣ

1.      Αθανασόπουλος Κ, Η φιλοσοφία στην Ευρώπη από τον 6ο έως τον 16ο αιώνα, Εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα 22008

                                                      2.      Ασημακόπουλος Μ.- Τσιαντούλας Α., Οι Επιστήμες της φύσης και του ανθρώπου στην Ευρώπη τ.Α, Εκδ. Ε.Α.Π., Πάτρα 2001.

3.      Lindberg D., Οι απαρχές της Δυτικής Επιστήμης, Εκδ. Ε.Μ.Π, μτφρ. Η. Μαρκολέφας, Αθήνα2 1997.

ΕΥΡΩΠΗ: ΤΑ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑ ΤΟΥ 13ου Αι. κ Η ΚΡΙΣΗ ΤΟΥ 1277-Ο ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΟΣ ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΣΜΟΣ

ΤΑ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑ ΤΟΥ 13ου Αι. & ΚΡΙΣΗ ΤΟΥ 1277

ΤΑ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑ ΤΟΥ 13ου ΑΙΩΝΑ

universum     Τα πανεπιστήμια του 13ου αιώνα έχουν νομικά τη μορφή της συντεχνίας και υποστηρίζονται από την παπική εξουσία, αλλά διαφέρουν ανάλογα με το κόστος των λογίων τους οι οποίοι έχουν παραδοσιακά προνόμια.

Η Σχολή των Τεχνών καταφέρνει να ξεχωρίσει και να επιβληθεί στο πανεπιστήμιο.

  • Οι σπουδές στηρίζονται στα κλασικά βιβλία και δεν είναι κατά βάση ούτε πειραματικές ούτε εμπειρικές.

  • Η μεθοδολογία της πανεπιστημιακής διδασκαλίας ήταν ο σχολαστικισμός με βάση τη γραμματική.

  • Μέθοδος απόδειξης ήταν η διαλεκτική, ένα σύνολο διαδικασιών μέσω των οποίων το αντικείμενο της γνώσης μετατρέπεται σε πρόβλημα και υπόκειται σε διάλογο αντιτιθέμενων πλευρών.

  • Οι φοιτητές κρατούν σημειώσεις, με βάση τις οποίες τυπώνονται οι δια-λέξεις των καθηγητών, ως πανεπιστημιακά βιβλία . μία από τις σημαντικότερες καινοτόμες λειτουργίες του πανεπιστημίου.

Η ΚΡΙΣΗ ΤΟΥ 1277

ΤΑ ΜΕΤΑ ΤΑ ΦΥΣΙΚΑ, ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΙΚΟΣ ΣΤΟΧΑΣΜΟΣ
ΤΑ ΜΕΤΑ ΤΑ ΦΥΣΙΚΑ, ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΙΚΟΣ ΣΤΟΧΑΣΜΟΣ

  Τα φυσικά και τα μεταφυσικά έργα του Αριστοτέλη και ο αραβικός σχολιασμός τους (προτάσεις σαφώς αντίθετες με το χριστιανικό δόγμα) προκάλεσαν την έντονη

αντίδραση των χριστιανών θεολόγων και επέφεραν τις αρχικές καταδίκες του 1270.

Οι πανεπιστημιακοί του Τμήματος των Τεχνών στο Παρίσι από το 1272 υποχρεώνονται να δίνουν όρκο ότι δεν θα διδάξουν οτιδήποτε φαίνεται να αγγίζει ταυτόχρονα φιλοσοφία και πίστη και το 1277 έχουμε τη γνωστή καταδίκη.

Η ΕΙΣΟΔΟΣ ΤΟΥ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΙΣΜΟΥ ΣΤΑ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑ

Σε αντίθεση με την πρακτική του 12ου αιώνα, όπου ο λόγιος δίδασκε ελεύθερα και ανάλογα με τη φήμη του τους σπουδαστές, ο 13ος αιώνας χαρακτηρίζεται από την είσοδο του αριστοτελισμού και την καθιέρωση των πανεπιστημίων, με συγκεκριμένο πρόγραμμα σπουδών.

Ο αριστοτελισμός υιοθετείται από τη χριστιανική Ευρώπη με τρεις τρόπους:

α) μέσω του έργου του Αγίου Θωμά, ως κορυφαία έκφραση της προσπάθειας

συγκερασμού λόγου και πίστης,

β) με το έργο του Σίζερ και άλλων, με τον οποίο ο Λόγος αναβαθμίζεται, σε βαθμό

που να προκαλέσει την κρίση του 1277,

γ) μέσω της αντιπαράθεσης του Αγίου Μποναβεντούρα με τον αριστοτελισμό, ο

οποίος εξέφρασε νεοαυγουστινιανές θέσεις.

ΜΠΟΝΑΒΕΝΤΟΥΡΑ (1221-1274)

Ο Μποναβεντούρα εισάγεται στο φραγκισκανικό τάγμα, σπουδάζει στη Ρώμη και στο Παρίσι και μαζί με τον Ακινάτη είναι οι κύριοι υποστηρικτές των εντολών των μοναστικών ταγμάτων. Ο Μποναβεντούρα δομεί, στηριζόμενος της βασικές ιδέες του Αυγουστίνου ένα συνεκτικό σύστημα απόψεων, κεντρικά σημεία του οποίου είναι: η δημιουργία εκ του μηδενός, ο παραδειγματισμός, η σχέση μίμησης όλων των όντων της τον Θεό και η Θεία Φώτιση.

Κατά τον Θωμά, η νόηση σχηματίζει ότι κατανοεί από αισθητηριακά δεδομένα, τα οποία της αντλούν τη δύναμή της από το Ένα.

ΘΩΜΑΣ ΑΚΙΝΑΤΗΣ,
ΘΩΜΑΣ ΑΚΙΝΑΤΗΣ,

Ο Μποναβεντούρα επιχειρεί μια σύνθεση Λόγου και πίστης, με το Λόγο να υποτάσσεται.

ΣΙΖΕΡ

Ο Σίζερ σπούδασε στο πανεπιστήμιο του Παρισιού. Θεωρείται εκπρόσωπος του κοσμικού αριστοτελισμού και ταυτόχρονα πιστός χριστιανός δηλαδή οπαδός της διπλής αλήθειας. Ο Σίζερ έχει αποδεχθεί τις θέσεις του κοσμικού αριστοτελισμού, ότι η δημιουργία εκ του μηδενός είναι φιλοσοφικά αδιανόητη και ότι η ανθρώπινη θέληση είναι καθορισμένη. Ταυτόχρονα όμως δεχόταν ότι η ύπαρξη του Θεού μπορεί να αποδειχθεί με επιχειρήματα φυσικής. Τρεις είναι οι τρόποι παρουσίασης του προβληματισμού για την κυριολεκτική έννοια του όρου της διπλής αλήθειας (φιλοσοφικής και χριστιανικής διδασκαλίας) :

1) Μπορεί κανείς να δεχθεί ταυτόχρονα ότι οι δύο αλήθειες αντιφάσκουν, όπως π.χ.

για το θέμα της αιωνιότητας ή της δημιουργίας του κόσμου.

2) Οι λόγιοι αναφέρουν τις θεωρίες του Αριστοτέλη χωρίς να παίρνουν θέση (π.χ. ο

Θωμάς).

3) Η αντίφαση ερμηνεύεται λέγοντας ότι τα συμπεράσματα της φιλοσοφίας είναι

ανακάλυψη του ανθρώπινου νου, ενώ οι αλήθειες της πίστης Αποκαλυπτικές,

συνεπώς οι μόνες αποδεκτές τελικά.

ΘΩΜΑΣ ΑΚΙΝΑΤΗΣ

Ο Θωμάς Ακινάτης ήταν φιλόσοφος και θεολόγος . η σύνδεση που επιχείρησε μεταξύ της αριστοτελικής επιστήμης και της χριστιανικής Αποκάλυψης είχε μεγάλη επίδραση σε ολόκληρη την Δυτική σκέψη.

Ο Θωμάς πίστευε ότι το θέμα της αιωνιότητας του κόσμου αφορά και τον ορθολογισμό αλλά και την αιτιακή σχέση του κόσμου με τον Δημιουργό.

Με τη διδασκαλία του οδήγησε τους θεολόγους στη μελέτη των έργων του Αριστοτέλη ώστε μέσα από την παρατήρηση και τον Λόγο να μάθουν να χρησιμοποιούν αυστηρές επιστημονικές μεθόδους για να εξηγήσουν τα μυστήρια της Αποκάλυψης όπου ο πιστός έχει πρόσβαση μόνο με τη βοήθεια της Θείας Φώτισης. Άρα, η Χάρηδεν καταστρέφει τη Φύση αλλά την τελειοποιεί.

Βασική θέση του Θωμισμού είναι η διάκριση μεταξύ ουσίας και ύπαρξης. Σε κάθε πεπερασμένο ον δίνεται η δυνατότητα να κινηθεί από την ύπαρξη και να δράσει, περιορίζοντας ταυτόχρονα την ύπαρξη. Ο Θεός είναι το μόνο αυθύπαρκτο Ον χωρίς διάκριση ανάμεσα στην ουσία και την ύπαρξή Του.

Η αγαθότητα του Θεού και των ανθρώπων, κατά τον Θωμά μπορεί να βεβαιωθεί με την αρχή της αναλογίας και να γίνει γνώσιμη στο επίπεδο της αναλογίας.

Ο ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΟΣ ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΣΜΟΣ

ΠΕΙΡΑΜ   Ολοκληρώνοντας την αναφορά στον 13ο αιώνα θα αναφερθούμε στην αγγλική παράδοση του «πατέρα» της πειραματικής μεθόδου, Ρόμπερτ Γκροσσετέστ και του εισηγητή του πρακτικού πνεύματος στην εφαρμοσμένη επιστήμηΡότζερ Μπέικον, δίνοντας έμφαση στη μαθηματικοποίηση της επιστήμης και στον πειραματισμό.

ΡΟΜΠΕΡΤ ΓΚΡΟΣΣΕΤΕΣΤ (1170-1253)

Ο Γκροσσετέστ ήταν επίσκοπος του Lincoln, της επισκοπής που έλεγχε το πανεπιστήμιο της Οξφόρδης και ανήκε στο φραγκισκανό τάγμα. Γνώστης των ελληνικών, ήταν ο πρώτος Άγγλος που μελέτησε σε βάθος τον Αριστοτέλη και τους Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας.

Ανήκε στη νεοαυγουστίνεια παράδοση και η αρχή της Θείας Φώτισης εμφανιζόταν όχι μόνο ως αφηρημένη φιλοσοφία αλλά και στις μελέτες του για το φως.  Robert Grosseteste

Οι αντιλήψεις του Γκροσσετέστ για την επιστήμη, τον ρόλο της επαγωγής και του πειράματος σύμφωνα με τα Αναλυτικά Ύστερα του Αριστοτέλη επιδιώκουν όχι μόνο γνώση του γεγονότος, απόδειξη του ότι, αλλά βαθύτερη απόδειξη του διότι του γεγονότος. Αξιοποιώντας την ιεραρχία των επιστημών του Αριστοτέλη ο Γκροσσετέστ χώρισε τις επιστήμες σε κατώτερες που παρέχουν τα γεγονότα, και ανώτερες (τα μαθηματικά) που δίνουν εξηγήσεις, λόγους και ερμηνείες γι’ αυτά. Ο Γκροσσετέστ ήταν από τους πρώτους που διείδαν την αντίφαση στην αστρονομική περιγραφή βάσει των πτολεμαϊκών έκκεντρων και επίκυκλων που έσωζαν τα φαινόμενα χωρίς να μπορούν να εξηγήσουν τις αιτίες που προκαλούσαν τις ουράνιες κινήσεις.

Η μελέτη της εμπειρίας από τον Γκροσσετέστ γίνεται βάσει της αριστοτέλειας μεθόδουανάλυσης και σύνθεσης : από την εμπειρία στη θεωρία και αντίστροφα. Κλασικό παράδειγμα ενός ορισμού για τις αιτίες εμφάνισης των φαινομένων ήταν η μελέτη της κοινής φύσης των κερασφόρων ζώων και της αιτίας που γεννά τα κέρατα. Η αρχική έρευνα διαπίστωσε ότι η ύπαρξη κεράτων σχετιζόταν πάντα με την έλλειψη δοντιών στην άνω σιαγόνα και την ύπαρξη περισσότερων του ενός στομάχων στο ζώο.

Στη συνέχεια διαπίστωσε περιπτώσεις ζώων που ικανοποιούσαν αυτούς τους όρους για τα δόντια και τον αριθμό των στομάχων, αλλά δεν είχαν κέρατα και τελικά κατέληξε στον ορισμό : «να έχει κέρατα σημαίνει να μην έχει δόντια στην άνω σιαγόνα» στα ζώα στα οποία η φύση δεν δίνει άλλους τρόπους προστασίας (ονομαστικός ορισμός).

ΡΟΤΖΕΡ ΜΠΕΙΚΟΝ

Ο Ρότζερ Μπέικον σπούδασε και αργότερα δίδαξε θεολογία στο Παρίσι. Ο πάπας Κλημέντιος Δ΄ πίεσε τον Μπέικον να ολοκληρώσει το μεταρρυθμιστικό θεολογικό έργο του OpusMajus.

  • Ο Μπέικον αρχίζει τοOpusMajusμε μια αναφορά στα τέσσερα εμπόδια της κατανόησης της αλήθειας τα οποία είναι :

1) η υποταγή σε λανθασμένη αυθεντία,                                                         

ΡΟΤΖΕΡ ΜΠΕΙΚΟΝ
ΡΟΤΖΕΡ ΜΠΕΙΚΟΝ

2) η δύναμη της συνήθειας,

3) η λαϊκή πρόληψη και, τέλος,

4) η επικάλυψη της άγνοιας με επίδειξη σοφίας.

Ο Μπέικον ήταν «επιστήμονας της πολυθρόνας (και όχι του εργαστηρίου) αλλά οι απόψεις του για τον πειραματισμό και τα μαθηματικά έχουν συμπληρωματικό χαρακτήρα : τα μαθηματικά «παρέχουν αλήθειες χωρίς σφάλμα» και η εμπειρία «βεβαιότητα χωρίς αμφιβολία».

  • Στο έργο του OpusMajusη εμπειρία είναι δύο ειδών : μία που προσλαμβάνεται μέσω των εξωτερικών αισθήσεων και μία που προκύπτει από εσωτερική φώτιση.

  • Ο Μπέικον υπογραμμίζει ότι ο πειραματιστής πρέπει: να έχει την ετοιμότητα να πιστέψει , να ακολουθήσει σε δεύτερη φάση η εμπειρία, ώστε στην Τρίτη να λειτουργήσει ο Λόγος (αιτία).

  • Ο Μπέικον επίσης τονίζει την χρηστική (ωφελιμιστική) αξία της επιστήμης.

Γνώριζε μαθηματικά, τα χρησιμοποιούσε, αλλά δεν ήταν λαμπρός μαθηματικός. Η κύρια συμβολή του έγκειται στις σκέψεις του για το ρόλο που αναγνώριζε ότι έπαιζαν στη γενική φιλοσοφία της επιστήμης.

Ο Μπέικον θεωρείται «προφήτης» του υποβρυχίου, του αυτοκινήτου και του αεροπλάνου και αναγνώριζε το γεγονός ότι ο χριστιανικός κόσμος ήταν ένα μικρό μέρος του κόσμου, ο οποίος απαρτιζόταν κυρίως από μη πιστούς.

Οι Γκροσσετέστ και Μπέικον θεωρούνται από τους ιδρυτές της νεότερης επιστήμης.

ΠΗΓΕΣ

  1. Ασημακόπουλος Μ.- Τσιαντούλας Α., Οι Επιστήμες της φύσης και του ανθρώπου στην Ευρώπη τ.Α, Εκδ. Ε.Α.Π., Πάτρα 2001..

  2. Lindberg D., Οι απαρχές της Δυτικής Επιστήμης, Εκδ. Ε.Μ.Π, μτφρ. Η. Μαρκολέφας, Αθήνα2 1997.

ΕΥΡΩΠΗ: ΠΕΡΙΟΔΟΛΟΓΗΣΗ: ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ-ΘΕΟΛΟΓΙΑ κ’ ΤΟ ΔΟΓΜΑ ΤΗΣ ΔΙΠΛΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ

ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΑ ΟΡΙΣΜΟΥ ΤΗΣ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ

ΟΙ ΟΡΙΟΘΕΤΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ: ΑΡΑΒΕΣ, ΚΙΝΑ & ΒΥΖΑΝΤΙΟ.

  ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗ: Αφορά το Μεσαίωνα της Δυτικής Ευρώπης αλλά συμπεριλαμβάνει και την

ΑΡΑΒΕΣ-ΙΒΗΡΙΚΗ
ΑΡΑΒΕΣ-ΙΒΗΡΙΚΗ

Αραβική Επιστήμη, από τον πρώιμο Μεσαίωνα έως τον 13ο αι. (εκδίωξη Αράβων από Ισπανία). Επίσης υπάρχει η Κίνα και το Βυζάντιο.

Κατά τους Μέσους Χρόνους, η Κίνα υπερέχει τεχνολογικά, γνωστά «δάνεια» στην Ευρώπη αποτελούν το χαρτί, η πυξίδα και η πυρίτιδα. Ωστόσο κατά την Αναγέννηση εμφανίζονται οι μαθηματικοποιημένες φυσικές επιστήμες.

Η ερμηνεία των σύγχρονων μελετητών, έχει να κάνει με την σύμφυση κατά τον 12ο – 13ο αι. της ελληνικής φιλοσοφίας & επιστήμης, του ρωμαϊκού δικαίου και της χριστιανικής θεολογίας. Βάση της σύμφυσης θεωρείται ο θεμελιακός μετασχηματισμός του δικαίου, ο οποίος επιτρέπει την καθιέρωση σωματειακών μορφών οργάνωσης στην κοινωνία (εκκλησία, πανεπιστήμια, επαγγελματικές ενώσεις, συντεχνίες). Έτσι, δημιουργήθηκαν «ουδέτερες ζώνες» διανοητικής δραστηριότητας (πανεπιστήμια), που απολάμβαναν ελευθερία από το κεντρικό κράτος στην προώθηση των αναζητήσεων τους.

Ο χαρακτήρας της συμβολής της βυζαντινής επιστήμης στον παγκόσμιο πολιτισμό παραμένει αδιευκρίνιστος. Ωστόσο, είναι γνωστή η συμβολή του Βυζαντίου στη διάδοση της κλασικής ελληνικής γραμματείας. Ο θεοκρατικός χαρακτήρας τής κοινωνίας δεν επέτρεψε την ύπαρξη «ουδέτερης ζώνης» για θεσμοθετημένη μελέτη των επιστημών και της φυσικής φιλοσοφίας.

Ορισμένοι μελετητές, θεωρούν πως το προερχόμενο από την ησυχαστική διαμάχη κυρίαρχο μυστικιστικό ρεύμα δεν αναγνώριζε κανένα ρόλο στον ορθολογισμό, τόσο στη θεολογία, όσο και στις επιστήμες.

ΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΑΣΚΗΣΗΣ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΣΤΟΥΣ ΜΕΣΟΥΣ ΧΡΟΝΟΥΣ

ΠΕΡΙ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ: ΦΥΣΗ & ΑΝΘΡΩΠΟΣΕΠΙΣΤΗΜΗ & ΚΑΘΟΛΙΚΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ

  • Συνάντηση Χριστιανισμού & αρχαίου Λόγου.

  • Επικρατούσες αντιλήψεις & κύριοι εκφραστές της.

  • Δυνατές εναλλακτικοί οδοί της επιστημονικής & θεολογικής σκέψης.

 ΠΕΡΙΟΔΟΛΟΓΗΣΗ

  • Πρώιμος Μεσαίωνας (6ος έως 9ος αιώνας):Τα «μαύρα χρόνια» από την παρακμή της Ρώμης μέχρι την Καρολίγγεια αναγέννηση.

  • Μέσοι Χρόνοι (10ος έως 11ος αιώνας): η περίοδος των μεταφράσεων και της πνευματικής κυριαρχίας του Ισλάμ.

  • Ώριμος Μεσαίωνας (12ος έως 15ος αιώνας): η περίοδος της εμφάνισης και ανάπτυξης τωνπανεπιστημίων, της ολοκλήρωσης τωνμεταφράσεων και της μετατόπισης του κέντρου της πνευματικής ζωής από τη Μεσόγειο βορειότερα στην Ευρώπη

ΛΟΓΟΣ ΕΜΠΕΙΡΙΑ & ΘΕΙΑ ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ

Αυγουστίνος, αξιολογεί τη θεολογία ως σημαντικότερη της φιλοσοφίας, ενω για τη 2η επιφυλάσσει το ρόλο της θεραπενίδας της 1ης
Αυγουστίνος, αξιολογεί τη θεολογία ως σημαντικότερη της φιλοσοφίας, ενω για τη 2η επιφυλάσσει το ρόλο της θεραπενίδας της 1ης

  Θεμελιωτής των μεσαιωνικών αντιλήψεων αναφορικά με τη σχέση Πίστης & Λογου είναι ο Καρχηδόνιος επίσκοπος Αυγουστίνος (354-430 μ. Χ.).

Παράγει το νέο δυτικό χριστιανικό πλαίσιο, όπου συσχετίζονται οι φιλοσοφικές κατηγορίες του Λόγου & Εμπειρίας με τη Θεία Αποκάλυψη. Το πλαίσιο σηματοδοτεί τη διαφοροποίηση της μεσαιωνικής επιστήμης από την αρχαιοελληνική παράδοση.

Ο Αυγουστίνος πιστεύει στην αξιοπιστία των εμπειρικών δεδομένων αλλά θεωρεί ότι υπάρχουν πράγματα τα οποία δεν μπορούν να εξηγηθούν ούτε στον Λόγο, ούτε στην εμπειρία.

Συνεπώς οδηγεί στην υποβάθμιση της επιστήμης και της φιλοσοφίας από το αρχαιοελληνικό βάθρο του ανώτατου ρυθμιστή των προβλημάτων της αλήθειας, προς όφελος της ανερχόμενης θεολογίας.

Στην αρχική θέση του εντοπίζεται η απαρχή της ιδιαιτερότητας των χριστιανικών αντιλήψεων για την επιστήμη.

ΠΛΑΤΩΝΑΣ: Στην ελληνική παράδοση, στον Πλάτωνα, το σώμα είναι φυλακή της ψυχής και η αποδέσμευση από αυτό οδηγεί στις ανώτερες σφαίρες της νόησης.

ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΣ: Για τον Αυγουστίνο – η ύλη – σάρκα – είναι αγαθό. Τα αμαρτήματα που δημιούργησε το προπατορικό αμάρτημα αίρονται από την Ανάσταση και τη χριστιανική σωτηρία. Οπότε, η αιτία της αμαρτίας δεν βρίσκεται τελικά στην ύλη – σάρκα αλλά στη βούληση. Συνεπώς, η κεντρική αυτή θέση του Αυγουστίνου αναβαθμίζει την ύλη συγκριτικά με την πλατωνική παράδοση.

Το αντικείμενο της αληθινής αγάπης είναι ο Θεόςκαι όχι ουλικός κόσμος. Ο Θεός, μέσω της «θείας φώτισης», εγγυάται την επιστημολογική εγκυρότητα της γνώσης του εξωτερικού κόσμου. Οι αλήθειες πηγάζουν από τον φωτισμό τους από το θείο φως, το οποίο εκπορεύεται από τον Θεό. Ο πρακτικός- ωφελιμιστικός χαρακτήρας της μεσαιωνικής επιστήμηςμπορεί, συνεπώς, να θεμελιωθεί στηχριστιανική διδασκαλία.

 Η ΦΥΣΗ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ & ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟ.

  • Η φύση στην αρχαία ελληνική παράδοση είναι αυθύπαρκτη – ουσιαστικά η φύση είναι ο Θεός.

  • Ο Θεός της χριστιανικής Βίβλου διαφέρει από τον δημιουργό του κόσμου του Πλάτωνα, καθώς δημιουργεί τον κόσμο από το μηδέν, ενώ ο πλατωνικός δημιουργόςσχηματοποιεί την ακαθόριστη προϋπάρχουσα ύλη.

  • Η κεντρική αριστοτελική αντίληψη της τελικής αιτίας των πραγμάτων, η τελεολογία ως εσωτερική αιτία του κόσμου, εκφράζει την αυθυπαρξία της φύσης και περιχαρακώνει τα όρια επιστημονικής & φιλοσοφικής πρακτικής. Αντίθετα, στους Νέους Χρόνους, η επιστημονική πρακτική προσπαθεί να ανακαλύψει τον εσωτερικό μηχανισμό της φύσης, καταλήγοντας στο – ξεπερασμένο σήμερα – μηχανιστικό μοντέλο ερμηνείας της.

  • Ο άνθρωπος της αρχαιοελληνικής φιλοσοφίαςαποτελεί οργανικό τμήμα της φύσης – αντιτίθεται σε πολλά χωρία της Βίβλου, όπου αποδεικνύεται ο άνθρωπος του χριστιανισμού υπεράνω της φύσης και κυρίαρχός της.

  • Ο Αυγουστίνος εξέφρασε την κεντρική αντίληψη ότι η ελληνική φιλοσοφία δεν θα πρέπει να αντικατασταθεί ή να απορριφθεί αλλά να εκχριστιανιστεί.

 ΠΙΣΤΗ & ΛΟΓΟΣ – ΔΙΠΛΗ ΑΛΗΘΕΙΑ

Για τον Αυγουστίνο, υπάρχει ρόλος για το λογικό στη γνωστική διαδικασία, αλλά στο πλαίσιο της Κυριαρχίας της θεϊκής δράσης.

Πιθανά, εδώ εντοπίζεται η αρχή του προβληματισμού γύρω από το δόγμα της διπλής αλήθειας. Στην πραγματικότητα, πρόκειται για ένα βαθύ τέχνασμα, το οποίο επέτρεψε την άσκηση της επιστημονικής δραστηριότητας στο πλαίσιο της κυριαρχίας της θεολογικής χριστιανικής κοσμοαντίληψης.

Η ουσία του δόγματος εκφράζει την ύπαρξη δύο αληθειών: των Γραφών & της Επιστήμης, οι οποίες δεν πρέπει να έρχονται σε αντίθεση, αλλά όταν αυτό συμβαίνει, σωστή πρέπει να θεωρείται (θεωρητικά???) η θεολογική θέση. Η ιστορική πορεία του δόγματος, υποκρύπτει μια λογική συσχετισμού δυνάμεων ανάμεσα στους φορείς των δύο πρακτικών.

Στην 1η περίοδο του Μεσαίωνα, δεν τίθετο θέμα εφαρμογής του δόγματος, λόγω υποβάθμισης της επιστήμης.

Αργότερα διατυπώνεται η άποψη, ότι η επιστήμη είναι «θεραπαινίδα της θεολογίας». Ο

 Μποναβεντούρα
Μποναβεντούρα

, τον 13ο αι., έγραψε ειδικό έργο για να τεκμηριώσει τη συγκεκριμένη άποψη.

Επίσης τον 13ο αι., ο Θωμάς ο Ακινάτης, ως κατεξοχήν φορέας προσπάθειας συγκερασμούΧριστιανικής Πίστης & Αριστοτελικής Φιλοσοφίας, επεσήμανε πως δεν υπάρχει αντίθεση στη γνώση της πίστης & της λόγιας φιλοσοφίας, εφόσον και οι δύο προέρχονται από τον Θεό. Συνεπώς, η θέση του Ακινάτη αναβαθμίζει επιστημολογικά την αξία της επιστήμης.

Ο Γαλιλαίος το 1614, ισχυρίζεται πως υπάρχουν δύο διαφορετικές κοινωνικές δραστηριότητες.

9ο -12ο αι. κίνημα των μεταφράσεων – γενικότερα το σύνολο της αριστοτελικής φιλοσοφίας (φυσικής, μεταφυσικής, λογικής ή κοσμιολογίας)- δίνει το πλαίσιο κοσμικής γνώσης, το οποίο αποτέλεσε βάση της πανεπιστημιακής διδασκαλίας από το 1200 – 1650. Στην σοβαρή σύγκρουση γύρω από την αιωνιότητα του κόσμου που πρεσβεύει ο Αριστοτέλης, επιλύθηκε με την τη δημοσίευση – κατ’ εντολή του πάπα- 219 προτάσεων που απαγορεύονται να διδάσκονται, στο Πανεπιστήμιο του Παρισιού το 1277. Η απαγόρευση ήταν αρνητική ως προς τον περιορισμό της διδασκαλίας, αλλά προήγαγε φυσικές θεωρήσεις όχι ταυτόσημων με την αριστοτέλεια κοσμοαντίληψη.

Ο Μπρουριντάν, τον 14ο αι. τόνιζε πως είναι καλό να θεωρούμε ότι ο Θεός δρα πάντα σύμφωνα με την αριστοτέλεια αντίληψη.

Ο Όρεμ, τον 14ο αι, τόνιζε πως μόνο ο Θεός μπορεί να μας δώσει εγγυήσεις της αληθούς γνώσης. Έτσι προκύπτει η έμφαση στην απεριόριστη ελευθερία βούλησης του Θεού, η οποία πηγάζει από την απόλυτη δύναμη Του. Συνεπώς υποβαθμίζει τις ανθρώπινες δυνατότητες για κατοχή βέβαιης γνώσης.

Τον 14ο αι., κυρίαρχη μορφή μελέτης αφορούσε υποθετικούς κόσμους.

 ΕΠΙΔΡΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΣΤΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ

Περίοδος γενικευμένης αμφιβολίας για τη βεβαιότητα της θεολογικής & επιστημονικής αλήθειας.

Το κείμενο προτάσεων του Πέτρου του Λομβαρδού, αποτελεί το κλασικό επιστημονικό & θεολογικό κείμενο που καλούνταν να διαβάσουν και να σχολιάσουν οι φοιτητές θεολογίας.

Η χρήση των μαθηματικών αρχίζει να σχετίζεται με θεολογικά θέματα.

 

ΘΩΜΑΣ ΑΚΙΝΑΤΗΣ,
ΘΩΜΑΣ ΑΚΙΝΑΤΗΣ,

Ο Θωμάς ο Ακινάτης ασχολήθηκε με τη συμβατότητα της Βίβλου με τα επιστημονικά δεδομένα. Η θέση του: 1ον η αλήθεια της Βίβλου πρέπει να είναι απαραβίαστη. 2ονόταν υπάρχουν διάφοροι τρόποι ερμηνείας του βιβλικού κειμένου, δε θα πρέπει να υπάρχει αυστηρή προσήλωση σε μία απ’ αυτές.

Η εφαρμογή της επιστήμης στη Βίβλο μοιάζει να είχε ευελιξία, και κατά τον E. Grant, σε περίπτωση καθιερωμένων επιστημονικών αληθειών, η Βίβλος όφειλε συνήθως να συμμορφωθεί, μέσα από αλληγορικές ερμηνείες

ΠΗΓΕΣ

  1. Ασημακόπουλος Μ.- Τσιαντούλας Α., Οι Επιστήμες της φύσης και του ανθρώπου στην Ευρώπη τ.Α, Εκδ. Ε.Α.Π., Πάτρα 2001.

  2. Lindberg D., Οι απαρχές της Δυτικής Επιστήμης, Εκδ. Ε.Μ.Π, μτφρ. Η. Μαρκολέφας, Αθήνα2 1997.

ΕΥΡΩΠΗ: Η ΡΩΜΑΪΚΗ κ’ Η ΠΡΩΙΜΗ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ (Η ΟΣΜΩΣΗ ΜΕ ΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΖΩΗ)

Η ΡΩΜΑΪΚΗ & Η ΠΡΩΙΜΗ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ

ΟΙ ΑΡΧΑΙΟΙ ΈΛΛΗΝΕΣ & ΟΙ ΡΩΜΑΙΟΙ

Έντονη διαπλοκή μεταξύ αρχαίας ελληνικής και ρωμαϊκής πνευματικής ζωής, μέσω επιρροής [των ανώτερων στρωμάτων κατά κύριο λόγο] της ρωμαϊκής κοινωνίας σε λογοτεχνία, φιλοσοφία, πολιτική & τέχνη.  Σε πρώτη φάση οι γλωσσικοί φραγμοί ξεπεράστηκαν λόγω της διαδεδομένης διγλωσσίας.

Ύπαρξη διαφορετικών επιπέδων συζήτησης και μόρφωσης. Η ελληνική ιατρική αντιμετωπίστηκε αρχικά με καχυποψία. Η λογική και η ρητορική ήταν απαραίτητες σε πολιτική και δικαστήρια. Η επικούρεια και στωική φιλοσοφία αντιμετώπιζε ηθικά και θρησκευτικά ζητήματα. Τέλος η φυσική φιλοσοφία, ήταν περιορισμένη και εκλαϊκευμένης μορφής. Η διαφορά επιπέδου από την αρχαία Ελλάδα μπορεί να εξηγηθεί από την αντιμετώπιση της γνώσης εκ μέρους της αριστοκρατίας, ως δραστηριότητας που ανήκει στον ελεύθερο χρόνο.

ΕΚΛΑΪΚΕΥΤΕΣ & ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΙΣΤΕΣ

Ποσειδώνιος
Ποσειδώνιος

      Ποσειδώνιος (περ. 135-51 π.Χ): Στωικός και ίσως ο σημαντικότερος από τους πρώτους εκλαϊκευτές. Ενδιαφέρθηκε για: ιστορία, γεωγραφία, ηθική φιλοσοφία, φυσική φιλοσοφία. Δεν διασώθηκαν έργα του, αλλά από τις σημαντικότερες έρευνες του αφορούσαν την μέτρηση της περιφέρειας της Γης, με τελική εκτίμηση στα 180.000 στάδια. Την εκτίμηση αυτή χρησιμοποίησε ο Κολόμβος τον 15ο αι. για τον υπολογισμό της απόστασης μεταξύ Ισπανίας και Ινδιών.

Βάρρων (116-27 π.Χ.): Δέχτηκε επίδραση από τον Ποσειδώνιο  και συνέβαλλε στη διαμόρφωση της μορφής και του περιεχομένου της λατινικής εκπαίδευσης. Σημαντικότερο έργο του αποτελεί η εγκυκλοπαίδεια: Εννέα Βιβλία των Τεχνών, που αποτέλεσε υπόδειγμα και πηγή για μετέπειτα Ρωμαίους εγκυκλοπαιδιστές. Ο κατάλογος των τεχνών του Βάρωννα καθόρισε τις επτά ελευθέριες τέχνες: trivium (γραμματική, ρητορική, λογική) & quadrivium (αριθμητική, γεωμετρία, αστρονομία, μουσική).

Κικέρων: Δέχτηκε επίδραση από την πλατωνική σχολή. Συγκεκριμένα, κατέληξε ότι η πιθανότητα (και όχι η βεβαιότητα) αποτελεί την καλύτερη δυνατή κατάληξη των φιλοσοφικών διερευνήσεων και ότι ο  καλύτερος τρόπος για την ανακάλυψη της αλήθειας είναι η κριτική επισκόπηση και συζήτηση  

Κικέρων, από τους μεγαλύτερους ρήτορες κ' συγγραφείς της Ρωμαϊκής  Αυτοκρατορίας
Κικέρων, από τους μεγαλύτερους ρήτορες κ’ συγγραφείς της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας

παρελθόντων φιλοσοφικών απόψεων. Αποδείχτηκε από τις κυριότερες πηγές της στωικής φιλοσοφίας κατά τον μεσαίωνα και τους πρώιμους Νέους Χρόνους. Ταύτισε το θεό με τη φύση, τη φύση με τη φωτιά κι όλα μαζί με την ενεργητική δύναμη η οποία είναι υπεύθυνη για την ύπαρξη, την ενεργητικότητα και τον έλλογο χαρακτήρα του σύμπαντος. Τέλος, υποστήριξε την ιδέα ενός στενού παραλληλισμού μεταξύ μακρόκοσμου και μικρόκοσμου, υποστηρίζοντας ότι ο θεός έχει την ίδια σχέση με την ύλη του σύμπαντος με αυτή που έχει η ψυχή με το ανθρώπινο σώμα.

Λουκρήτιος (έως 55 π.Χ): υπεράσπιση επικούρειας φυσικής φιλοσοφίας και πίστη πως ο φόβος του θανάτου είναι αδικαιολόγητος. Συζητά για την απειρία των κόσμων, τη δημιουργία και την καταστροφή τους και για στοιχειώδη αστρονομικά δεδομένα. Επίσης, ασχολείται με τη θνητότητα της ψυχής, την αισθητηριακή αντίληψη, τον τρόπο που οι αισθήσεις μπορούν να εξαπατήσουν· τον ύπνο… τις απαρχές και την ιστορία του ανθρώπινου είδους, και για ασυνήθιστα γεωλογικά και μετεωρολογικά φαινόμενα.

Οι τρεις παραπάνω, συμβολίζουν την άνθιση της ρωμαϊκής πνευματικής ζωής στην τελευταία περίοδο της Δημοκρατίας. Συνέβαλαν επίσης, ο Βιτρούβιος, ο οποίος έγραψε για την αρχιτεκτονική. Από την πρώτη αυτοκρατορική περίοδο: ο Κέλσος που συνέγραψε μια σημαντική εγκυκλοπαίδεια και ο στωικός Σενέκας που έγραψε για τη φυσική φιλοσοφία και την μετεωρολογία.

Πλίνιος ο Πρεσβύτερος, σε φανταστική απεικόνιση, καθώς δεν έχει διασωθεί κάποιο αυθεντικό πορτρέτο
Πλίνιος ο Πρεσβύτερος, σε φανταστική απεικόνιση, καθώς δεν έχει διασωθεί κάποιο αυθεντικό πορτρέτο

    Πλίνιος ο Πρεσβύτερος (23/24-79 μ.Χ.): η σημαντικότερη μορφή της εκλαϊκευτικής κίνησης. Έγραψε για την ιστορία της Ρώμης και των πολέμων της, ένα βιβλίο γραμματικής, αλλά οφείλει τη φήμη του στο Φυσική Ιστορία. Σ’ αυτό στόχος του είναι η αποθήκευση ενδιαφερόντων και διασκεδαστικών πληροφοριών, αλλά και η επισκόπηση του σύμπαντος και των φυσικών αντικειμένων που το κατοικούν. Μεταδίδει σημαντικά στοιχεία αστρονομικής & κοσμολογικής γνώσης, αν κι όχι πάντα με αξιοπιστία.

Μαρτιανός Καπέλλα: Έγραψε την αλληγορία Περί γάμων του Ερμή και της Φιλολογίας, όπου οι 7 παράνυφοι περιγράφουν τις ελευθέριες τέχνες.

ΜΕΤΑΦΡΑΣΕΙΣ

Μετά το θάνατο του Μάρκου Αυρήλιου και την κρίση της αυτοκρατορίας, η διγλωσσία υποχώρησε κι αυξήθηκε ο αναλφαβητισμός. Ορισμένοι λόγιοι, μετέφρασαν ορισμένα από τα πλέον θεμελιώδη ελληνικά φιλοσοφικά έργα στα λατινικά.

Χαλκίδιος: Μετέφρασε τον Τιμαίο του Πλάτωνα και είναι η δική του μετάφραση που σώζεται κι όχι του Κικέρωνα.

Χαλκίδιος, ο μεταφραστής του Τιμαίου του Πλάτωνα
Χαλκίδιος, ο μεταφραστής του Τιμαίου του Πλάτωνα

Βοήθιος: Μετέφρασε μέρος των Λογικών του Αριστοτέλη, τα Στοιχεία του Ευκλείδη και την Εισαγωγή του Πορφύριου.

Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΥ

Μακροπρόθεσμα ο χριστιανισμός έγινε κύριος υποστηρικτής της ευρωπαϊκής εκπαίδευσης και συστηματικός δανειστής της κλασικής πνευματικής παράδοσης. Η εκκλησία, οικειοποιήθηκε τα λογικά εργαλεία της ελληνικής φιλοσοφίας που έκρινε απαραίτητα για την διατύπωση του δόγματος. Κατά τον Αυγουστίνο, η φιλοσοφία αποτελεί χρήσιμο αλλά όχι απόλυτα αξιόπιστο εργαλείο και προτείνει τη χρήση της ως θεραπαινίδας της θεολογίας.

Αυγουστίνος, αξιολογεί τη θεολογία ως σημαντικότερη της φιλοσοφίας, ενω για τη 2η επιφυλάσσει το ρόλο της θεραπενίδας της 1ης
Αυγουστίνος, αξιολογεί τη θεολογία ως σημαντικότερη της φιλοσοφίας, ενω για τη 2η επιφυλάσσει το ρόλο της θεραπαινίδας της 1ης

Ο Αυγουστίνος συνέβαλε στο καθορισμό των μεσαιωνικών αντιλήψεων, αναγνωρίζοντας ότι τα φθαρτά μπορούν να υπηρετήσουν τα αιώνια. Η υποστήριξη της εκκλησίας προς την   επιστήμη υπήρξε περιορισμένη και επιλεκτική αλλά όχι ανύπαρκτη.

 Η ΡΩΜΑΪΚΗ & Η ΠΡΩΙΜΗ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗ

Η στοιχειώδης εκπαίδευση στη Ρώμη, αποτελούσε ιδιωτική υπόθεση αν και υπήρχαν και οργανωμένα σχολεία.  Περαιτέρω εκπαίδευση, αφορούσε τα αγόρια με σπουδή λογοτεχνίας και έπειτα καλλιέργεια ρητορικών ικανοτήτων. Η φυσική φιλοσοφία και μαθηματικές επιστήμες δεν έχαιραν ιδιαίτερης προσοχής…. Τελικά δημιουργήθηκε ένα σύστημα δημοτικής και αυτοκρατορικής υποστήριξης, με δημιουργία αμειβομένων θέσεων δασκάλων. Η παρακμή της Αυτοκρατορίας συνοδεύτηκε κι από εκπαιδευτική παρακμή…

Η εκκλησία υπήρξε αμφιταλαντευόμενη ως προς την κλασική εκπαίδευση, αν και ήταν πρόθυμη να την εκμεταλλευτεί δεν ήταν και για να τη σώσει. Βαθμιαία, τα μοναστήρια απόκτησαν βιβλιοθήκες και εργαστήρια. Η Βίβλος αποτελούσε κεντρικό πυρήνα της εκπαίδευσης. Εξαιρέσεις, όπου δόθηκε προσοχή στην κλασική παιδεία αποτελούν η Ιρλανδία και η μονή Vivarium του Κασσιόδωρου. Γενικά όμως η παιδεία υποστηρίζονταν στο μέτρο που συνέβαλε σε θρησκευτικούς σκοπούς και επιστήμη και φυσική φιλοσοφία αποτελούσαν περιφερειακές δραστηριότητες. Έτσι η ελληνική φιλοσοφία και η μαθηματική επιστήμη υποχώρησαν απότομα.

ΔΥΟ ΠΡΩΙΜΟΙ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΟΙ ΦΙΛΟΣΟΦΟΙ

Ισίδωρος της Σεβίλλης (560-636): Ο πλέον διακεκριμένος λόγιος της εποχής του. Το έργο του εκτείνεται σε

Ισίδωρος της Σεβίλλης
Ισίδωρος της Σεβίλλης

βιβλικές σπουδές, θεολογία, λειτουργική και ιστορία. 2 βιβλία του με ιδιαίτερο ενδιαφέρον αποτελούν τα: Περί φύσεως των πραγμάτων & Ετυμολογίες, όπου παρουσιάζουν μια σύντομη και επιφανειακή εκδοχή της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας. Ο κόσμος του είναι γεωκεντρικός και αποτελείται από 4 στοιχεία.

Αιδέσιμος Βέδα (έως 735): Έγραψε τα: Εκκλησιαστική Ιστορία του Αγγλικού Λαού & Περί φύσεως των πραγμάτων. Αποτελεί το πιο διακεκριμένο λόγιο του 8ου αι. και τα έργα του καλύπτουν το πλήρες φάσμα των μοναστικών ενδιαφερόντων.

Οι δύο παραπάνω, αποτελούν αντιπρόσωπους της παράδοσης εκλαΐκευσης και διάσωσης, οι οποίοι προσπάθησαν να διασώσουν τα υπολείμματα της κλασικής παιδείας και να τα μεταδώσουν σε χρήσιμη μορφή, στο χριστιανικό κόσμο του Μεσαίωνα. Έτσι, συνέβαλλαν στη διατήρηση της συνέχειας.

ΠΗΓΕΣ

  1. 1.      Lindberg D., Οι απαρχές της Δυτικής Επιστήμης, Εκδ. Ε.Μ.Π, μτφρ. Η. Μαρκολέφας, Αθήνα2 1997.
  2.       Ασημακόπουλος Μ.- Τσιαντούλας Α., Οι Επιστήμες της φύσης και του ανθρώπου στην Ευρώπη τ.Α, Εκδ. Ε.Α.Π., Πάτρα 2001.