Μηλιούλης, Στέλιος- Αναμνήσεις εξορίας

Με αφορμή την αυριανή παγκόσμια ημέρα του βιβλίου το blog Ιστορία-Τέχνες-Πολιτισμός προτείνει τη βιωματική μαρτυρία και ιστορικό ντοκουμέντο του Στέλιου

Μηλιούλη «Αναμνήσεις εξορίας».

Όπως αναφέρει ο γιος του Αγωνιστή Συγγραφέα, ο δάσκαλος Δημοσθένης Μηλιούλης το συγκεκριμένο έργο «Αποτελεί, κατά την ταπεινή μου γνώμη, ένα ντοκουμέντο για την περίοδο εκείνη του Εμφυλίου πολέμου στην οποία αναφέρεται. Ο επίλογος του πατέρα μου στο βιβλίο νομίζω ότι τα περικλείει όλα!…. Γιούρα, Μακρόνησος, Αίγινα, Ακροναυπλία, Κέρκυρα, Κεφαλλονιά, Πύλος, Τρίκαλα, Βόλος, Λάρισα, Θεσσαλονίκη και όλα τα ξερονήσια, είναι τα φρικτά μπουντρούμια που μεταχειρίστηκαν για να χτυπήσουν τη Δημοκρατική Ιδεολογία του Ελληνικού λαού-Είναι τα κάστρα που στάθηκαν ακλόνητα στη λυσσασμένη μανία των τραμπούκων βασανιστών -Είναι οι ιεροί βωμοί που συγκίνησαν το ελεύθερο πνεύμα ολόκληρης της προοδευτικής ανθρωπότητας…»

Εξάλλου, σε αυτούς τους ασταθείς καιρούς όπου η ακροδεξιά και ο φασισμός επιχειρούν να ξανασηκώσουν κεφάλι σε αρκετές ευρωπαϊκές χώρες, τέτοιες μαρτυρίες καθίστανται ακόμα πιο πολύτιμες και επίκαιρες στον αγώνα ενάντια στη λήθη.

Οδυσσέας-Τζ. Τζόυς

 Οδυσσέας-Τζ. Τζόυς (εκδόσεις Κάκτος)/ Εισαγωγή, σχόλια, μτφρ. Ελ. Ανευλαβής   

                       Βιβλιοπαρουσίαση του Πέτρου Χατζησωτηρίου [αναδημοσίευση]

ΟΔΥΣΣΕΑΣ-ΤΖΟΫΣ

«Βρόμικο, βλάσφημο, άσεμνο και τελικά αδιάβαστο» αναφέρεται στο οπισθόφυλλο ότι χαρακτηρίστηκε το εμβληματικό αυτό βιβλίο του Τζόυς και πράγματι αυτή η συμπύκνωση αποτυπώνει την πραγματικότητα.

Η πλοκή του βιβλίου δεν μπορεί να χαρακτηριστεί παρά απλή έως και προσχηματική, κατά τα πρότυπα όλων των μεγάλων βιβλίων της παγκόσμιας λογοτεχνικής κληρονομιάς. Ο συγγραφέας έχει άλλα πράγματα να προσφέρει, θέλει αλλού να εστιάσει και σίγουρα δεν τον απασχολεί να διηγηθεί άλλη μια ευφάνταστη ιστορία.

Παρακολουθούμε λοιπόν τη ζωή του Λεοπόλδου Μπλουμ μία και μόνη ημέρα, την 16η Ιουνίου του 1904. Μέσα από αυτή τη διαδρομή ο Τζόυς βρίσκει την ευκαιρία να μας παρουσιάσει τη ζωή στο Δουβλίνο στις αρχές του περασμένου αιώνα. Συνήθειες, λαϊκές δοξασίες, κοινές προκαταλήψεις όλα περνούν από την οξύτατη πένα του Τζόυς. Στο ιδιαίτερο μεγάλο κείμενο, σχεδόν 1.100 μεγάλες πυκνογραμμένες σελίδες, παρατίθενται μεγάλα αποσπάσματα στα Γαλλικά, Ιταλικά, Γερμανικά, Εβραϊκά, Ελληνικά και Λατινικά προδίδοντας μια ευρεία γλωσσομάθεια του συγγραφέα. Παράλληλα, επιτίθεται με σφοδρότητα ενάντια στο Χριστιανισμό κι ιδιαίτερα στον Καθολικισμό χλευάζοντας και διακωμωδώντας την ίδια τη θρησκεία, τις λατρευτικές λειτουργίες καθώς και τον ίδιο τον Πάπα. Όντας δηλωμένος άθεος, θα περίμενε κανείς κάποιους οξείς υπαινιγμούς ενάντια στη θρησκεία, το όπιο του λαού, που είναι του συρμού ακόμη και σήμερα να αποτελεί αντικείμενο χλευασμού των συγγραφέων και ιδιαίτερα αυτών των αριστερών πολιτικών πεποιθήσεων όπως ακριβώς ήταν κι ο Τζόυς, αλλά εδώ ξεπεράστηκαν όλα τα όρια της ευπρέπειας. Έτσι κέρδισε τον τίτλο του βλάσφημου το βιβλίο του.

Στον ίδιο παρονομαστή, αυτόν της πρόκλησης, εντάσσεται κι η παράλληλη προσπάθειά του να αποτυπώσει ότι πιο μύχιο, ότι πιο ακραίο, προκλητικό και φυσικά άσεμνο αφορά στην ανθρώπινη φύση. Δεν υπάρχουν πολλά μεγάλα λογοτεχνικά έργα, αν υπάρχει έστω κι ένα, που να αφιερώνονται σελίδες ολόκληρες για να περιγραφεί πώς συμπεριφέρεται ένας όταν μεθύσει, ή πώς σκαλίζει τη μύτη του, ή πώς αυνανίζεται στη θέα των γεννητικών οργάνων μιας νεαρής γυναίκας ή πώς η σύζυγός του αποκαλύπτει τις προτιμήσεις του στη σεξουαλική ζωή μαζί της καθώς και τις διαστροφές που αυτός έχει υιοθετήσει. Όπως σωστά έχει γραφτεί για τον «Οδυσσέα» του Τζόυς, είναι ένας καθρέφτης στραμμένος προς τη ζωή. Με ιδιαίτερη τόλμη, θα προσθέταμε.

Πολλοί χαρακτήρες που αναφέρονται στον «Οδυσσέα» προέρχονται από το βιβλίο του Τζόυς «Οι Δουβλινέζοι» που προηγήθηκε. Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό και με περιστατικά που επανέρχονται ως αναφορές στον «Οδυσσέα» προφανώς εντάσσονται στην προσπάθεια του Τζόυς να προσδώσει και μια αληθοφάνεια στα έργα του. Δεν πρέπει να ξεχνάμε άλλωστε την ρήση του ίδιου του Τζόυς ο οποίος επαίρετο ότι «αν για κάποιο λόγο το Δουβλίνο καταστρεφόταν θα μπορούσε να ξαναφτιαχτεί με οδηγό τα έργα του». Πράγματι, η τοπογραφική αποτύπωση του Δουβλίνου των αρχών του περασμένου αιώνα είναι εντυπωσιακή στα έργα του.

Προσεγγίζοντας τεχνικά τον «Οδυσσέα» θα πρέπει να σημειώσει κανείς την λογοτεχνική

Τζόυς αγαλμα-Δουβλίνο
Άγαλμα του Τζ. Τζόυς στο Δουβλίνο

επίδειξη που επιχειρεί ο Τζόυς. Κάθε κεφάλαιο που τιτλοφορείται με κάποιον από τους ήρωες της Οδύσσειας του Ομήρου, είναι γραμμένο σε διαφορετικό στυλ. Άλλο είναι γραμμένο σε πρωτοπρόσωπη αφήγηση, άλλο σε γραμμική, άλλο με μορφή θεατρικού σεναρίου, άλλο σε τριτοπρόσωπη αφήγηση, άλλο με μορφή ερωταπαντήσεων αλλά χωρίς να περιλαμβάνεται διάλογος προσώπων κι εκεί που κυριολεκτικά βγάζει τη γλώσσα στους ομότεχνούς του είναι το τελευταίο κεφάλαιο το οποίο απαρτίζεται από μία και μόνη πρόταση έκτασης 25.000 περίπου λέξεων. Άλλοι συγγραφείς δεν γράφουν τόσες σχεδόν στο βιβλίο τους ολόκληρο.

Πρωτοπόρος στο κίνημα του Μοντερνισμού ο Τζόυς καθιέρωσε την τεχνική που περιγράφηκε ως «ρέουσα συνείδηση». Τη δυνατότητα δηλαδή που δίνει στον αναγνώστη να «μπαίνει στα παπούτσια» του συγγραφέα και να παρακολουθεί όλη τη διεργασία των σκέψεών του. Όχι μόνο την αποτύπωση του κειμένου αλλά κι αυτό που οδήγησε στην αποτύπωση αυτή. Αυτή η τεχνική ήταν άλλωστε που επέβαλλε τον Τζόυς στη χορεία των μεγάλων συγγραφέων του διεθνούς λογοτεχνικού στερεώματος.

Κάτι που θα δυσκολέψει τον αναγνώστη είναι σίγουρα το ίδιο το κείμενο που σε πολλά σημεία γίνεται δυσνόητο. Ο Τζόυς απαιτεί με τον τρόπο του την απόλυτη προσήλωση του αναγνώστη του. Αν αφαιρεθεί κανείς για μια στιγμή βρίσκεται εκτός κατανόησης του κεφαλαίου κι υποχρεούται να επιστρέψει στην αρχή του. Ο λόγος κάποιες στιγμές γίνεται ασύνδετος, ο ειρμός χαοτικός. Σύμφωνα με τη διάγνωση του Γιουνγκ (επιφανής Ψυχίατρος της εποχής) ο Τζόυς «πάσχει από Σχιζοφρένεια αλλά διασώζεται από την εξαιρετική του ευφυΐα». Πράγματι αυτό περνάει στο κείμενο.

Ιδιαίτερη μνεία πρέπει να γίνει στον μεταφραστικό άθλο του Ελευθέριου Ανευλαβή, η μετάφραση του οποίου θεωρείται η πληρέστερη κι ακριβέστερη για την Ελληνική Γλώσσα καθώς και το τεράστιο πλήθος των υποσημειώσεων που επιμελήθηκε πάλι ο ίδιος χωρίς τις οποίες η ανάγνωση του «Οδυσσέα» είναι απλώς αδύνατη. Συγχαρητήρια αξίζουν επίσης και στον εκδοτικό οίκο «ΚΑΚΤΟΣ» τόσο για την άρτια έκδοση αλλά και για την επιλογή του εξώφυλλου που είχε ζητήσει ο ίδιος ο Τζόυς απ’ τον εκδότη του το μακρινό 1922, να είναι «στα χρώματα της Ελληνικής σημαίας».

Ο «Οδυσσέας» λοιπόν του Τζόυς είναι ένα εμβληματικό βιβλίο της παγκόσμιας λογοτεχνικής κληρονομιάς που πρέπει να έχει διαβάσει ο κάθε αναγνώστης που φιλοδοξεί να πλησιάζει την πληρότητα. Και μόνο για τους δρόμους που άνοιξε αυτό το βιβλίο στη λογοτεχνία πρέπει να βρίσκεται στη βιβλιοθήκη του καθένα μας.

4,5/5

Πέτρος Χατζησωτηρίου

 

Βιογραφικό και Εργογραφία του Ιρλανδού συγγραφέα Τζ. Τζόυς

 

Ο James Augustine Aloysious Joyce (1882-1941) γεννήθηκε στις 2 Φλεβάρη σε προάστιο του Δουβλίνου, από τυπική Ιρλανδική οικογένεια, μεγαλύτερος από τα 10 τους παιδιά. Ο πατέρας, John Stanislaus Joyce, φανατικός αντικληρικός και φιλελεύθερος, ενώ η μητέρα φανατικά καθολική. Στα παιδικά χρόνια του, η οικογένειά του ήταν εύπορη αλλά το 1891, εξαιτίας κακών οικονομικών χειρισμών και με τον αλκοολισμό του πατέρα, οδηγήθηκε στη πτώχευση. Η οικογένεια πουλά σιγά-σιγά τη περιουσία της. Περνούνε περίοδο μεγάλης ανέχειας. Σε 10 χρόνια μετακομίζουνε 12 φορές. Ο πατέρας αλκοολικός χρωστούσε παντού. Πρώτες σπουδές το 1888 στο κολέγιο Clongowes Wood, όμως αναγκάστηκε να το εγκαταλείψει είτε λόγω ασθένειας, είτε λόγω αδυναμίας πληρωμής διδάκτρων. Για σύντομο διάστημα πήρε μαθήματα κατ’ οίκον αλλά και στη σχολή Christian Brothers (Χριστιανοί Αδελφοί) μέχρι που του προσφέρθηκε θέση στο κολέγιο Belvedere, διευθυνόμενο από Ιησουίτες. Η παραδοσιακή πειθαρχία των καθολικών θα γίνει η πρώτη εξορία κι ο λαβύρινθός του. Σε μιαν εφηβική κρίση μάλιστα κόντεψε να γίνει ιερέας. Παρά το θρησκευτικό περιβάλλον όμως, που μέσα του σπούδασε, στα 16 του αρνήθηκε τον καθολικισμό. «Θα με σώσει μια πόρνη κι η ποίηση», θα πει αργότερα. Το 1898, γράφτηκε στο University College Dublin και σπούδασε κυρίως αγγλικά, γαλλικά κι ιταλικά ενώ παράλληλα δραστηριοποιήθηκε στους θεατρικούς και λογοτεχνικούς κύκλους της πόλης. Το 1900 δημοσιεύτηκε πρώτη φορά κείμενο του, στην εφημερίδα «Fortni» κι αφορούσε κριτική μελέτη στη θεατρική δραματουργία του Ίψεν -δέχτηκε αργότερα ευχαριστήρια επιστολή από τον ίδιο τον Νορβηγό συγγραφέα. Ακολούθησαν αρκετές δημοσιεύσεις κριτικών του. Θεωρείται επίσης πως ολοκλήρωσε τουλάχιστον 2 θεατρικά έργα, που όμως δεν έχουν διασωθεί. Μετά την αποφοίτησή του το 1903 αποφάσισε να φοιτήσει στην Ιατρική Σχολή Δουβλίνου, αλλά ταξίδεψε στο Παρίσι και σύντομα εγκατέλειψε τις ιατρικές σπουδές. Από 11/11/1902-19/11/1903 δημοσιευτήκανε συνολικά 23 βιβλιοκριτικές του. Τον Απρίλη του 1903 επέστρεψε στο Δουβλίνο καθώς έμαθε πως η μητέρα του έπασχε από καρκίνο. Προσπάθησε να τον πείσει, έστω την ύστατη στιγμή της, ν’ ασπαστεί τον καθολικισμό, μα κείνος αρνήθηκε να γονατίσει και να προσευχηθεί για τη σωτηρία της, μαζί με την υπόλοιπη οικογένεια. Άρχισε να πίνει κι η κατάσταση ήτανε πολύ άσχημη κι όταν η μητέρα πέθανε στις 13 Αυγούστου, καθώς εκείνος συνέχισε το ποτό κι έφερε βαριά την άρνησή του στη θέλησή της, γεγονός που τον επηρέασε βαθιά. Την επόμενη χρονιά κέρδισε το χάλκινο μετάλλιο του Feis Ceoil, τραγουδώντας, καθώς ήτανε και θαυμάσιος τενόρος.

Τζ. Τζόυς
Ο Ιρλανδός λογοτέχνης Τζ. Τζόυς

Το Γενάρη του 1904 ολοκλήρωσε το «Πορτρέτο Του Καλλιτέχνη» (A Portrait Οf Τhe Artist), η δημοσίευσή του όμως, απορρίφθηκε από το περιοδικό Dana. Παράλληλα ξεκίνησε τη συγγραφή του μυθιστορήματος «Στέφεν ο Ήρωας» (Stephen Hero), έργο που έμεινε ημιτελές. Την ίδια χρονιά, στις 6 Ιουνίου, (η μέρα bloomsday), καταγράφεται η πρώτη γνωριμία του με τη Νόρα Μπάρνακλ (Nora Barnacle), καμαριέρα σε ξενοδοχείο, που την ερωτεύτηκε και μαζί της αργότερα, τον Οκτώβρη, εγκατέλειψε την Ιρλανδία. Αρχικά εγκατασταθήκανε στη Ζυρίχη κι έπειτα στη Τεργέστη, που εργάστηκε σα δάσκαλος στη σχολή Berlitz. Στις 27 Ιουλίου 1905, αποκτήσανε τον πρώτο τους γιο, Giorgio -συνολικά στα 36 χρόνια κοινής τους ζωής, αποκτήσανε 2 παιδιά. Στη Τεργέστη, παρέμεινε για τα επόμενα 15 περίπου χρόνια, με διακοπή 1 έτους, όταν τον Ιούλιο του 1906, εγκατασταθήκανε στη Ρώμη, που εργάστηκε σα τραπεζικός υπάλληλος. Επισκεπτόταν αραιά και που το Δουβλίνο, ενώ το 1909 προσπάθησε για σύντομο χρονικό διάστημα, σε συνεργασία μ’ άλλους επιχειρηματίες να λειτουργήσει κινηματογράφους στην Ιρλανδία. Σύντομα εγκατέλειψε το εγχείρημα κι επέστρεψε στη Τεργέστη αφού όμως προηγουμένως είχε υπογράψει συμβόλαιο με τον εκδοτικό οίκο «Maunsel & Co»., για την έκδοση της συλλογής διηγημάτων «Δουβλινέζοι». Τελικά όμως το έργο αυτό τυπώθηκε το 1914 από τον οίκο Grant Richards. Την ίδια χρονιά δημοσιεύτηκε σε συνέχειες και το «Πορτρέτο του Καλλιτέχνη», στο περιοδικό «Egoist», ενώ η έκδοση του βιβλίου έγινε το 1916 στη Νέα Υόρκη και το 1917 στο Λονδίνο. Το 1914 ξεκίνησε τη συγγραφή του σημαντικότερου βιβλίου του, του «Οδυσσέα». Κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου έζησε στη Ζυρίχη, ενώ μετά τη λήξη του, μετακόμισε στο Παρίσι, έπειτα από πρόσκληση του ποιητή Έζρα Πάουντ και παρέμεινε για τα επόμενα 20 περίπου χρόνια. Το 1922 εκδόθηκε ο «Οδυσσέας» ενώ την ίδια περίοδο ξεκινά πρώτη επεξεργασία στο «Ξύπνημα του Φίνεγκαν» (Finnegan’s Wake), που αποσπάσματά του δημοσιεύτηκαν στο περιοδικό «Transatlantic Review» πρώτη φορά το 1924. Η τελική έκδοση του έργου χρονολογείται το 1939, χάρη στις προσπάθειες των Maria & Eugene Jolas, που τον ενθαρρύνανε σχετικά με την ολοκλήρωση του έργου και παρά τις απογοητεύσεις του ιδίου, εξαιτίας της αρχικής υποδοχής του. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του ήταν άνετα οικονομικά. Στις 4 Ιουλίου 1931 μετά από 27 χρόνια κοινή ζωής ο James κι η Nora παντρεύονται. Το 1932 πεθαίνει ο πατέρας του και την ίδια χρονιά γίνεται παππούς. Στις 14 Δεκέμβρη 1940, ο Τζόυς κι η οικογένεια του εγκαταλείψανε το Παρίσι για τη Ζυρίχη. Ένα μήνα μετά στις 13 Γενάρη 1941 πέθανε πρόωρα, σ’ ηλικία 58 ετών, από πολύ προχωρημένο έλκος και θάφτηκε στο εκεί νεκροταφείο.

Τίτλοι ΒΙΒΛΙΩΝ
(2018) Τζάκομο Τζόις, Τόπος
(2017) Οι Δουλβινέζοι, Οξύ
(2015) Η γάτα και ο διάβολος, Ηριδανός
(2014) Οδυσσέας, Κάκτος
(2014) Το κονάκι του Φιν, Ψυχογιός
(2013) Γράμματα στη Νόρα, Εκδόσεις Πατάκη
(2013) Η αγρύπνια των Φίννεγκαν, Κάκτος
(2013) Η αγρύπνια των Φίννεγκαν, Κάκτος
(2013) Πορτραίτο του καλλιτέχνη σε νεαρά ηλικία, Εκδόσεις Πατάκη
(2012) Οδυσσέας, Κέδρος
(2012) Οι γάτες της Κοπεγχάγης, Ψυχογιός
(2012) Οι γάτες της Κοπεγχάγης, Ψυχογιός
(2010) Αραβία, Μπιλιέτο
(2006) Οι Δουβλινέζοι, Ελευθεροτυπία
(2004) Δουβλινέζοι, Ηριδανός
(2000) Τα ποιήματα, Οδός Πανός
(1997) Η πανσιόν και άλλα διηγήματα, Εκδόσεις Καστανιώτη
(1996) Οι νεκροί, Ύψιλον
(1995) Στήβεν ο ήρωας, Αλεξάνδρεια
(1994) Giacomo Joyce, Σμίλη
(1994) Φανερώσεις, Το Ροδακιό
(1990) Οδυσσέας, Κέδρος
(1987) Οι Δουβλινέζοι, Ζαχαρόπουλος Σ. Ι.
(1985) Οι Δουβλινέζοι, Εκδόσεις Γκοβόστη
(1982) Το πορτραίτο του καλλιτέχνη, Ερμείας
(1977) Giacomo Joyce, Χατζηνικολή
(1977) Η γάτα και ο διάβολος, Χατζηνικολή
(1971) Δουβλινέζοι, Γαλαξίας
Συμμετοχή σε συλλογικά έργα
(2019) Περί έρωτος [επιστολές], Κοβάλτιο
(2016) Ο παράδεισος των γάτων, Ποικίλη Στοά
(2011) Η εγγύτητα, Principia
(2011) Η εγγύτητα, Πινακοθήκη Γρηγοριάδη
(2006) Άνθρωποι και γάτες, Το Ποντίκι

Πηγή αναδημοσίευσης: https://biblioparousiaseiskritikes.blogspot.com/

 

Ομήρου Ιλιάδα-Μέρος πρώτο: ο Πόλεμος την εποχή του Χαλκού

      Ιλιάδα-Όμηρος  μετάφραση και σχολιασμοί Δ. Σιατόπουλου/ Εκδόσεις Ωκεανός

Μέρος πρώτο: Ιλιάδα και ο Πόλεμος την εποχή του χαλκού

ιλιαδα ωκεανος
Στο εξώφυλλο ο οργίλος Αχιλλέας σέρνει τον Έκτορα

Το έπος της Ιλιάδας, εμπνευσμένο από τον πόλεμο της Τροίας περιγράφει την σύγκρουση μεταξύ Αχαιών και Τρώων κατά την όψιμη εποχή του χαλκού και λίγο πριν τα χάλκινα όπλα αντικατασταθούν οριστικά από εκείνα που κατασκευάζονταν από το ισχυρότερο μέταλλο του σιδήρου.

Ο Όμηρος σ’ αυτό το κορυφαίο έπος, μας δίνει πληθώρα πληροφοριών για τα ήθη και τα έθιμα των λαών που αναμετρήθηκαν, την κοινωνική οργάνωση, τη θρησκεία τους και τους θεούς που λάτρευαν, τους κώδικες τιμής και τις αξίες τους. Επιπλέον, το πλαίσιο στο οποίο ο ποιητής περιγράφει και δομεί τους χαρακτήρες των ηρώων του, είναι η δεκαετής σύγκρουση στα παράλια της Τροίας και από αυτήν την άποψη πέραν του άρτιου ψυχογραφήματος των πρωταγωνιστών και των έντονων συναισθημάτων που βίωναν, μας δίνει πολύ γλαφυρές περιγραφές για τις πολεμικές τακτικές, τον τρόπο που διεξάγονταν οι μάχες και την τεχνολογία που χρησιμοποιούσαν οι μαχητές εκείνης της μακρινής εποχής.

Με αυτήν την έννοια, στο συγκεκριμένο θέμα θα προσπαθήσουμε να μεταφέρουμε, όπως                 ακριβώς μας περιγράφει ο Όμηρος τις δυνάμεις των δύο αντίπαλων στρατοπέδων, τις πολεμικές συνήθειες και τακτικές τους,  τα μέσα που χρησιμοποιούσαν για άμυνα κι επίθεση, τους τρόπους που μετακινούνταν και τους ηγέτες που υπάκουαν.

Οι οχυρώσεις κι μάχες εκ παρατάξεως                           

TROIA-1

Το έπος περιγράφει 51 ημερόνυχτα από το τελευταίο έτος του δεκαετούς πολέμου, αλλά όπως μας αναφέρει ο Όμηρος, στους αμυνόμενους έρχονταν ενισχύσεις από ξεκούραστους κι ετοιμοπόλεμους άντρες σε όλη τη διάρκεια της σύρραξης. Στα προηγούμενα έτη, πριν την αποχώρηση του Αχιλλέα και των Μυρμιδόνων από τη σύγκρουση, οι μάχες δίνονταν κυρίως με τους Τρώες κλεισμένους πίσω από τα τείχη, ενώ οι Αχαιοί δεν είχαν λάβει ιδιαίτερα μέτρα για την άμυνα στου στρατοπέδου τους.

Ωστόσο, έπειτα από την αποχώρηση των ειδικών δυνάμεων των Μυρμιδόνων, οι συσχετισμοί αλλάζουν κι οι Αχαιοί δέχονται μεγάλη πίεση, καθώς οι αντίπαλοι τους πολεμούν πλέον έξω από τα τείχη. Έτσι, έπειτα από συμβουλές κι οδηγίες του έμπειρου Νέστορα, οι επιτιθέμενοι πολιορκητές υψώνουν για πρώτη φορά αμυντικό τείχος και σκάβουν τάφρο γύρω από αυτό. Ο Όμηρος μας περιγράφει γλαφυρά τις σκληρές συγκρούσεις στις οποίες οι πολιορκητές πήραν το ρόλο του πολιορκούμενου. Ο ποιητής επιδεικνύει μάλιστα άριστες γνώσεις ανατομίας του ανθρώπινου σώματος, καθώς οι περιγραφές των τραυματισμών δίνονται με ακρίβεια σύγχρονης τομογραφίας.

Όταν οι δύο στρατοί βρίσκονται αντιμέτωποι στην ανοικτή πεδιάδα σε μάχη εκ παρατάξεως, ο ποιητής μας περιγράφει την παράταξη των φαλάγγων  που ήταν υπό τις οδηγίες του Νέστορα. Αυτός λοιπόν τοποθετούσε στην πρώτη γραμμή τα άρματα, όπως στους σύγχρονους στρατούς μπαίνουν τα τεθωρακισμένα. Στο κέντρο τοποθετούσε του πιο δειλούς στρατιώτες και πίσω τους πιο αντρείους να τους πιέζουν, ώστε να υπάρχει ισορροπία.

Εξάλλου, όπως μας λέει ο Όμηρος, σε αρκετές περιπτώσεις οι μαχητές έβγαιναν από την παράταξη ώστε να επιφέρουν χτύπημα σε κάποιο εχθρό. Κατόπιν έτρεχαν πάλι πίσω για να καλυφθούν από τους άντρες της φάλαγγας. Επίσης, σε κάποιες συγκρούσεις οι υποχωρήσεις γίνονταν με τάξη και πειθαρχία, όπως αυτή που καθοδηγούσε ο Διομήδης. Σε κάποιες άλλες στιγμές όμως, η υποχώρηση ήταν άτακτη, με αποτέλεσμα αρκετοί στρατιώτες να δέχονται τα διόλου τιμητικά χτυπήματα στην πλάτη.

 

Τα σώματα στρατού κι οπλισμός: τα άρματα, το πεζικό, οι τοξότες, οι δολιοφθορείς κι οι κατάσκοποι

ΤΡΟΙΑ-ΑΡΜΑΤΑ
Το άρμα με δύο ίππους

Αξίζει να επισημάνουμε πως η στρατιωτική αριστοκρατία, επέβαινε σε άρματα τα οποία έσερναν δύο άλογα, ενώ συνήθως ένα τρίτο άλογο έτρεχε δεμένο δίπλα από το άρμα για την περίπτωση που τραυματίζονταν κάποιο από τα προηγούμενα. Ιδιαίτερη αναφορά κάνει ο ποιητής στα περίφημα άλογα του Σαρπηδόνα που καταφέρνει να αποσπάσει ο Διομήδης, στα άλογα των Θρακών που κλέβουν με νυχτερινή επιδρομή ο Οδυσσέας με το Διομήδη  και στα θεϊκής καταγωγής άλογα του Αχιλλέα που υπάκουαν μόνο σε εκείνον. Μάλιστα το ένα από τα τελευταία, ο Ξάνθος μιλάει με ανθρώπινη φωνή στον Αχιλλέα και προφητεύει τον θάνατο του ήρωα. Σε πολλές περιπτώσεις όμως, οι ήρωες άφηναν τους οδηγούς και κατέβαιναν από τα άρματα για να πολεμήσουν.

 

Το πεζικό αποτελούσε το βασικό σώμα στρατού κι ήταν οπλισμένο με επιθετικά κι αμυντικά όπλα. Στα επιθετικά όπλα συγκαταλέγονταν το μακρύ ακόντιο που συνήθως το πετούσαν και το σπαθί για μάχη από κοντά, ενώ ο Όμηρος μας αναφέρει πως σε πολλές περιπτώσεις οι πολεμιστές χρησιμοποιούσαν και πέτρες που έβρισκαν στο πεδίο της μάχης, τις οποίες πετούσαν. Από τα αμυντικά όπλα βασικό ήταν η ασπίδα που φτιάχνονταν από διάφορα υλικά, μεταξύ των οποίων: το δέρμα, ο χαλκός ή ακόμα κι ο Χρυσός. Μεταξύ των αμυντικών όπλων ήταν επίσης το κράνος για το κεφάλι, η πανοπλία που προστάτευε το θώρακα και την κοιλιά κι περικνημίδες για τα πόδια.  Εδώ αξίζει να αναφέρουμε τις ακόλουθες περιπτώσεις. Στην πρώτη, ο Διομήδης κι ο Γλαύκος ετοιμάζονται να μονομαχήσουν, όμως σε συνομιλία πριν τη μάχη βρίσκουν πως τους ενώνουν ισχυροί δεσμοί και φιλία από τους προγόνους τους. Έτσι αποφασίζουν να αποφεύγουν ο ένας τον άλλο στη μάχη κι ανταλλάσσουν τα άρματά τους, δίχως ο Γλαύκος να λογαριάζει (ο ποιητής το αποδίδει μεταφορικά σε προσωρινή «τρέλα»)  πως η δική του πανοπλία ήταν από χρυσό. Στη δεύτερη περίπτωση, ο Αχιλλέας παραλαμβάνει τη νέα του πανοπλία, φτιαγμένη από τον ίδιο τον Ήφαιστο. Τα όπλα ήταν τόσο εντυπωσιακά που ακόμα κι οι σκληροτράχηλοι Μυρμιδόνες φεύγουν έντρομοι. Αν μάλιστα σε αυτό το σημείο, αναλογιστούμε και την ισόπαλη μονομαχία του Έκτορα με τον Αίαντα, όπου ο δεύτερος κατάφερε να διαπεράσει τη θωράκιση του πρώτου, μπορούμε να υποθέσουμε πως οι Αχαιοί υπερτερούσαν στην κατασκευή του οπλισμού από τους Τρώες.

Επιπλέον, σε μία ιδιαίτερη περίπτωση κατά την επέλαση των Τρώων στα πλοία των Αχαιών, ο Αίαντας καταφέρνει να αμυνθεί πάνω σε ένα πλοίο, κρατώντας  ένα κοντάρι που ο Όμηρος περιγράφει ως «ναυμαχικόν» κι από ότι φαίνεται ήταν μακρύτερο γιατί προορίζονταν για μάχες μεταξύ πλοίων.

Ξεχωριστό κομμάτι του στρατού αποτελούσαν οι τοξότες όπου πολεμούσαν από απόσταση και τηρουμένων των αναλογιών είχαν το ρόλο που στις μέρες μας αναλαμβάνει το ελαφρύ πυροβολικό. Παρά την αναμφισβήτητη χρησιμότητά τους, συνήθως επιλέγονταν οι άντρες που δεν ήταν καλοί στη μάχη εκ παρατάξεως. Εδώ οφείλουμε να μνημονεύσουμε από την μεριά των Τρώων τον πρίγκιπα Αλέξανδρο-Πάρη, ο οποίος σε άλλο έπος του Τρωικού κύκλου κι όχι στην  Ιλιάδα, καταφέρνει να σκοτώσει τον ακαταμάχητο Αχιλλέα. Από την πλευρά των Αχαιών, περίφημος τοξότης ήταν ο Φιλοκτήτης ο οποίος κατείχε το τόξο του ημίθεου Ηρακλή κι είχε απομείνει στη Λήμνο δαγκωμένος από φίδι. Κι αυτός σε άλλο έργο του Τρωικού κύκλου, θεραπεύεται κι όταν φτάνει στην Τροία σκοτώνει τελικά τον Αλέξανδρο-Πάρη σε μονομαχία.

ΤΡΟΙΑ-ΠΑΡΑΤΑΞΕΙΣ
Ζωγραφική απεικόνιση των φαλαγγών

Όσον αφορά τους δολιοφθορείς και τους κατασκόπους, αυτοί δεν αποτελούν ξεχωριστό σώμα, αλλά αναλαμβάνουν εθελοντικά αποστολές. Κι εδώ αξίζει να μνημονεύσουμε μια περίπτωση από κάθε πλευρά. Από την πλευρά των Δαναών, έπειτα από νυχτερινή σύναξη των πρωταρχηγών, ο Διομήδης κι ο Οδυσσέας αναλαμβάνουν να κατασκοπεύσουν το αντίπαλο στρατόπεδο. Ωστόσο, έπειτα από πληροφορίες που εκμαιεύουν από εχθρό, επιτίθενται  αιφνιδιαστικά στους κοιμισμένους Θράκες κι αφού σφάζουν το βασιλιά Ρήσσο κι αρκετούς στρατιώτες, κλέβουν τα άλογά τους. Από την πλευρά των Τρώων, ο αρχηγός Έκτορας ζητάει κάποιον εθελοντή να νυχτερινή κατασκόπευση του εχθρού με κάποιο αντάλλαγμα. Προσφέρεται ο Δόλωνας, γόνος εύπορης οικογένειας που ζητάει δίχως περίσκεψη, σαν αντάλλαγμα τα άλογα του Αχιλλέα. Όμως, ο νεαρός εθελοντής, αποδεικνύεται αναξιόχρεος και κατά τη σύλληψη του, ομολογεί και πράγματα που εύκολα θα μπορούσε να αποκρύψει.

Τέλος, τουλάχιστον από την πλευρά των Αχαιών, οφείλουμε να συνυπολογίσουμε τις Ειδικές Δυνάμεις που άκουγαν στο όνομα Μυρμιδόνες. Φυσικά, εδώ αναφερόμαστε στους επίλεκτους μαχητές που ενέπνεαν τρόμο κι αγωνίζονταν στο πλευρό του φημισμένου ήρωα Αχιλλέα κι όπως συμπεραίνουμε από τη διήγηση ήταν ικανοί να αλλάξουν την τροπή της μάχης. Έτσι όταν ο ηγέτης τους αποφασίζει να αποσυρθεί από τον πόλεμο μαζί με τους άντρες του, οι Αχαιοί αναγκάζονται για πρώτη φορά κατά την δεκαετή πολιορκία να στήσουν οχυρώσεις για να προστατεύσουν το στρατόπεδο και τα πλοία τους. Ωστόσο, ούτε το πρόχειρο τείχος, ούτε καν η τάφρος είναι σε θέση να αναχαιτίσουν την ορμητικότητα των Τρώων, οι οποίοι υπό τις εντολές του ατρόμητου Έκτορα μεταφέρουν τη σύγκρουση από τα τείχη της πόλης στην παραλία κι αρχίζουν να καίνε τα καράβια σε μια συγκλονιστική σύγκρουση, μπροστά από το πλοίο του μετέφερε στην Τροία το γνωστό ήρωα Πρωτεσίλαο. Αυτός ήταν ο πρώτος Αχαιός που πάτησε στην παραλία κι όπως ακριβώς προέβλεπε ο χρησμός, βρήκε το θάνατο από το χέρι του Έκτορα. Συνεπώς, μπορούμε να αναφέρουμε με σχετική ακρίβεια πως οι άντρες που διοικούσε ο Αχιλλέας ήταν τουλάχιστον 2.500 άντρες, αν υπολογίσουμε πως οδήγησε σ’ αυτήν την περιπέτεια 50 πλοία μικρής χωρητικότητας που μετέφεραν από 50 άντρες. Ενδεικτική της ισορροπίας δυνάμεων αποτελεί η σκηνή που οι Μυρμιδόνες ξαναμπαίνουν στη μάχη, έστω υπό την καθοδήγηση του γενναίου Πάτροκλου. Αμέσως, οι έντρομοι Τρώες υποχωρούν κι απωθούνται πάλι πίσω στα τείχη της πόλης τους. Εξάλλου, η επιλογή του Έκτορα μετά τη δολοφονία του Πάτροκλου, να παρατάξει το στρατό του εκτός των τειχών κι αντίθετα από τις συμβουλές του συνετού Πολυδάμα, αποδεικνύεται καταστροφική. Την επόμενη ημέρα, οι Μυρμιδόνες αυτήν τη φορά υπό τις εντολές και τη συμμετοχή του φυσικού τους ηγέτη, οδηγούν το στρατό της Τροίας σε σχεδόν ολοκληρωτική διάλυση κι οδηγούν τον Έκτορα λόγω ντροπής, στην χείριστη επιλογή να αντιμετωπίσει μόνος του εκτός των τειχών τον οργίλο Αχιλλέα, στερώντας έτσι τον υπόλοιπο στρατό του από τη φυσική του ηγεσία.

Πρίαμος
Ο βασιλιάς Πρίαμος εκλιπαρεί τον Αχιλλέα να του δώσει τη σορό του Έκτορα

 

Η σκύλευση του εχθρού κι οι κώδικες τιμής της πολεμικής αριστοκρατίας.

Ξεχωριστή μνεία αξίζει να κάνουμε στους κώδικες συμπεριφοράς και τιμής, οι οποίοι συνήθως εκδηλώνονταν μεταξύ των αντρών της πολεμικής αριστοκρατίας των αντίπαλων στρατοπέδων. Στις περισσότερες περιπτώσεις κι όπου το επέτρεπαν οι συνθήκες της μάχης, οι νεκροί αντίπαλοι σκυλεύονταν. Δηλαδή, οι νικητές απογύμνωναν τους ηττημένους από τα άρματα τους, που συνήθως τα φορούσαν εάν ήταν καλύτερα από τα δικά τους. Η συγκεκριμένη πράξη βέβαια θεωρούνταν προσβολή για το νεκρό. Βέβαια, σε κάποιες περιπτώσεις ο νικητής άφηνε απείραχτο τον εχθρό σαν ύψιστη ένδειξη σεβασμού. Εδώ χαρακτηριστική είναι η διήγηση της Ανδρομάχης στον Έκτορα, όπου του εξιστορεί το θάνατο των αδελφών της και του πατέρα της από τον ακαταμάχητο Αχιλλέα, όπου ο τελευταίος σεβάστηκε το γονιό της, δίχως να πειράξει την αρματωσιά του.

Εξάλλου, οφείλουμε να επισημάνουμε πως ο Όμηρος παρουσιάζει με εκπληκτικό τρόπο το ψυχογράφημα των ηρώων του. Έτσι, σε όχι λίγες περιπτώσεις κάποιοι από αυτούς αναγνωρίζουν κι επαινούν την πολεμική δεινότητα και την αξιοσύνη των αντιπάλων τους. Χαρακτηριστική είναι η αναγνώριση των πολεμικών αρετών του Έκτορα από όλους τους Αχαιούς. Από την άλλη, πάνω στην ένταση της μάχης κάποιοι βρίζουν τους εχθρούς, ενώ δε λείπουν κι οι στιγμές αγριότητας. Μπορούμε να μνημονεύσουμε τη συμπεριφορά του Αίαντα -ανάξια του μεγέθους του ήρωα- όπου με οργή κόβει το κεφάλι του νεκρού Ίμβριου και το πετάει στα πόδια του Έκτορα. Ο τελευταίος, όταν σκότωσε τον Πάτροκλο έκτος από την αφαίρεση του οπλισμού που στην πραγματικότητα άνηκε στον Αχιλλέα, διεκδίκησε το νεκρό του Μυρμιδόνα ώστε -όπως περιγράφει ο Όμηρος- να το δώσει στα σκυλιά. Έτσι, γύρω από τον πεσμένο Πάτροκλο δόθηκε σκληρή και πολύνεκρη μάχη, με τους Μενέλαο και Αίαντα να υπερασπίζονται τη σορό από τον Έκτορα και τους Τρώες. Μάλιστα χρειάστηκε η παρέμβαση του ίδιου του Αχιλλέα, έστω άοπλου για να κριθεί αυτή μάχη. Ο συγκλονισμένος από το θάνατο του φίλου του, γιος της θεάς Θέτιδας, εμφανίζεται και με τρεις τρομερές κραυγές, πανικοβάλει τους Τρώες σε βαθμό που αρκετοί απ’ αυτούς σκοτώθηκαν από τον πανικό μόνοι τους πάνω στην προσπάθεια τους να διαφύγουν. Τέλος, στη συγκλονιστική μονομαχία μεταξύ Έκτορα και Αχιλλέα, ο δεύτερος όχι μόνο αγνοεί την έκκληση του ετοιμοθάνατου εχθρού και τον βρίζει, αλλά κατόπιν δένει το νεκρό και το σέρνει πίσω από το άρμα του. Το γεγονός ότι δεν προχώρησε στις πλέον  ακραίες απειλές του για βεβήλωση του νεκρού Έκτορα, οφείλεται μάλλον στην πριγκιπική ιδιότητα του τελευταίου και στα πλούσια ανταλλάγματα που έλαβε από τον βασιλιά Πρίαμο.

Επίσης, ο Μυρμιδόνας  Αχιλλέας, όταν σκοτώνεται ο φίλος του Πάτροκλος αψηφά κι αυτόν το δικό του θάνατο, ο οποίος είναι μοιραίος και προδικασμένος εάν σκοτώσει τον Έκτορα, προκειμένου να εκδικηθεί για το θάνατο του φίλου του. Ωστόσο, τυφλωμένος από την οργή και το μίσος, πέραν της δολοφονίας του Έκτορα, σε μία ακραία πράξη εκδίκησης, σκοτώνει και 12 Τρώες κατά την τελετή καύσης του φίλου του.

 

Μονομαχίες

tROIA-MONOMAXIES
Ζωγραφική απεικόνιση μονομαχίας

Σαν πρώτη μονομαχία του έπους, έχουμε αυτή μεταξύ των δύο ανταγωνιστών για την καρδιά της Ελένης, Μενέλαου κι Αλέξανδρου-Πάρη. Σ’ αυτή αρχικά υπερτερεί ο Αχαιός, αλλά με παρέμβαση της Αφροδίτης που ρίχνει ομίχλη στο πεδίο της μάχης, ο Τρώας διασώζεται και μεταφέρεται ασφαλής εντός των τειχών της πόλης.

 

Έτσι οι Αχαιοί αισθάνονται αδικημένοι από την προηγούμενη εξέλιξη κι αυτός είναι ένας ακόμα λόγος που οδηγεί τον ατρόμητο Έκτορα να ζητήσει να μονομαχήσει με όποιον γενναίο Αχαιό θελήσει να τον αντιμετωπίσει. Ο αδικημένος Αχιλλέας απουσιάζει από το πεδίο της μάχης κι οι υπόλοιποι Δαναοί, όπως χαρακτηριστικά λέει ο ποιητής «ντρεπόνταν να αρνηθούν και να δεχτούν φοβόνταν» . Τελικά, ο ατρόμητος Αίαντας βρίσκει το κουράγιο να αντιμετωπίσει το γενναιότερο των Τρώων. Η μονομαχία αναδεικνύεται ισόπαλη κι οι δύο άντρες ανταλλάζουν δώρα σε ένδειξη αλληλοεκτίμησης, Ο Έκτορας προσφέρει το σπαθί του κι ο Αίαντας δωρίζει τη ζώνη του.

Η μονομαχία μεταξύ Γλαύκου και Διομήδη όχι μονάχα δε θα γίνει, αλλά οι δύο αντίπαλοι συμφωνούν στο εξής να αποφεύγουν ο ένας τον άλλο στη μάχη κι ανταλλάζουν τις πανοπλίες τους, καθότι υπήρχε ανάμεσα στους προγόνους τους στενοί δεσμοί. Από τις περιγραφές του Όμηρου βλέπουμε πως στη συγκεκριμένη πράξη ως ένδειξη ανωτερότητας, δε λογαριάζονταν η πολυτιμότητα των υλικών κι έτσι ο Γλαύκος προσφέρει ανενδοίαστα την δική του αν κι ασύγκριτα πολυτιμότερη μιας και στην κατασκευή της είχε χρησιμοποιηθεί χρυσός.

Στη μονομαχία του Πάτροκλου με τον Έκτορα, ο Τρώας ήρωας καταφέρνει να αφαιρέσει τα όπλα του αντιπάλου του που στην πραγματικότητα ανήκαν στον Αχιλλέα. Ο Έκτορας θα προσπαθήσει να πάρει και τη σορό, αλλά με παρέμβαση των Αχαιών θα δοθεί σκληρή αμφίρροπη μάχη, με πρωταγωνιστές τους Μενέλαο και Αίαντα το νεκρό του Μυρμιδόνα θα γυρίσει πίσω στο στρατόπεδο όπου θα καεί με όλες τις τιμές. Μάλιστα ο Αχιλλέας θα διοργανώσει και νεκρικούς αγώνες με σπουδαία έπαθλα για τους τρεις πρώτους του κάθε αγωνίσματος.

Φυσικά, η κορυφαία μονομαχία του έπους είναι αυτή μεταξύ των δύο στρατιωτικών ηγετών της κάθε παράταξης. Ο Αχιλλέας κι ο Έκτορας μονομαχούν μπροστά από τις δυτικές πύλες της Τροίας, με τον πρώτο να όχι μόνο να σκοτώνει αλλά και να σέρνει με το άρμα του τον δεύτερο, ώστε να εκδικηθεί για το θάνατο του φίλου του. Ωστόσο, παρά τις απειλές του για τάισμα των σκυλιών με το νεκρό του πρίγκιπα της Τροίας, τελικά θα το ανταλλάξει με πλούσια λάφυρα που του προσφέρει ο βασιλιάς Πρίαμος.

Σε αυτό το σημείο οφείλουμε να μνημονεύσουμε την ακόλουθη συνήθεια, όπως μας τη δίνει ο Ποιητής. Όταν λοιπόν κάποιος εχθρός ήταν γόνος πλούσιας οικογένειας, ήταν συνήθης πρακτική η αιχμαλώτιση αντί της θανάτωσης, ώστε αυτός να ανταλλαχθεί αργότερα με πλούσια λάφυρα.

 

Κλείνοντας το συγκεκριμένο θέμα παραθέτουμε τις δυνάμεις των δύο αντίπαλων στρατοπέδων, έτσι ακριβώς όπως μας τις απαριθμεί ο Όμηρος

                                                                           

ΑΝ ΔΡΟΜΑΧΗ
Θρήνος Ανδρομάχης για τον Έκτορα, κρατώντας αγκαλιά τον Αστυάνακτα 

 

Δυνάμεις Αχαιών (ή Δαναοί ή Ατρείδες)   

Το στρατόπεδο των Αχαιών αποτελούνταν από στρατό και βασιλείς που έστειλαν δεκάδες πόλεις υπό τη γενική αρχηγία του βασιλιά των Μυκηνών Αγαμέμνονα και σύμφωνα με υπολογισμούς αριθμούσαν από 100.000 έως 120.000 άντρες. Οι Αχαιοί έφτασαν στα τρωικά παράλια με έναν τεράστιο στόλο για την εποχή που αριθμούσε σε 1.185 πλοία. Τα καράβια ήταν διαφορετικών μεγεθών και χωρητικοτήτων, με τα μεγαλύτερα όπως αυτά των Βοιωτών να μεταφέρουν 120 άντρες και τα μικρότερα όπως των Μυρμιδόνων του Αχιλλέα να χωρούν 50 άντρες. Ένα χαρακτηριστικό της πανστρατιάς, αποτελεί το γεγονός πως ακόμα κι οι ορεσίβιοι Αρκάδες συμμετέχουν με 60 πλοία που τους έδωσε ο Αγαμέμνονας. Παραθέτουμε αναλυτικά τα πλοία και τους ηγέτες, όπως μας εξιστορεί ο Όμηρος: 50 πλοία των Βοιωτών υπό τους Λητό, Πηνέλιο, Κλόνιο, Προθήνωρα και Αρκεσίλα, 30 πλοία από τον Ορχομενό υπό τους Ασκάλαφο κι Ιάλμενο, 40 πλοία από τη Φωκίδα υπό τους Επίστροφο, Σχέδιο και Θαπφισό, 40 πλοία από τη Λοκρίδα υπό τον Αίαντα, 40 πλοία από την Εύβοια υπό τον Ελεφήνορα, 50 πλοία από την Αθήνα υπό τον Μενεσθέα, 12 πλοία από τη Σαλαμίνα υπό τον Αίαντα (Τελαμώνιο), 80 πλοία από το Άργος υπό τον Διομήδη, 100 πλοία από τις Μυκήνες υπό τον Αγαμέμνονα, 60 πλοία από την Σπάρτη υπό τον Μενέλαο, 90 πλοία από την Πύλο υπό τον Νέστορα,  60 πλοία με Αρκάδες υπό τον Αγαπήνορα, 40 πλοία από την Ήλιδα υπό τους Αμφίμαχο, Θάλπιο, Διώρη, Πολύξενο, 40 πλοία από το Δουλίχιο υπό τους Μέγη και Φυλείδη, 12 πλοία από  την Ιθάκη, Κεφαλονιά και Ζάκυνθο υπό τον Οδυσσέα, 40 πλοία από την Αιτωλία υπό τον Θρόα, 80 πλοία από την Κρήτη υπό τους Ιδομενέα και Μυριόνη, 9 πλοία από τη Ρόδο υπό τον Τληπόλεμο, 3 πλοία από τη Σύμη υπό τον Νηρέα, 30 πλοία από Κάσο, Κάρπαθο, Νίσυρο και Κω υπό τους Φείδιππο και Άντιφο, 50 πλοία από τη Φθία υπό τον Αχιλλέα, 40 πλοία από τη Φυλάκη υπό τον Πρωτεσίλαο και τον Ποδάκρη, 11 πλοία από τις Φέρες υπό τον Εύμηλο, 7 πλοία από τη Μεθώνη υπό το Φιλοκτήτη και τον Μέδονα, 30 πλοία από την Οιχαλία, Οιθώμη υπό τους Μαχάονα και Ποδαλείριο, 40 πλοία από το Ορμένιο υπό τον Ευρύπυλο, 40 πλοία από Πήλιο, Ολασσόνα υπό τον Πολυποίτη, 22 πλοία από την Κύφο υπό τον Γουνέα και 40 πλοία από το Πήλιο υπό τον Πρόθο.

Πόλεις και Δυνάμεις Συμμαχικές της Τροίας

Στο αντίπαλο στρατόπεδο, τα τείχη της Τροίας υπερασπίζονταν οι Τρώες και αρκετές συμμαχικές πόλεις ελληνόφωνες και μη, από τη Θράκη έως την Αίγυπτο κι οι δυνάμεις τους αριθμούσαν τουλάχιστον 60.000 άντρες. Παραθέτουμε από την Ιλιάδα τις πόλεις και τους ηγέτες που στάθηκαν στο πλευρό της Τροίας.

Τρώες υπό τον Έκτορα, Δάρδανοι υπό τους Αινεία, Αρχέλαο κι Ακάμαντα, Ζέλεια υπό τον Πάνδαρο, Ασρήστεια, Απαισός, Πιτυεία, Τήρεια υπό τους Άδρτηστο κι Άμφιο, Παράκτιο, Περκωτή, Σηστό, Άβυδος υπό τον Άσιο, Πελασγοί υπό τον Ιππόθο, Λάρισσα υπό τον Ιππόθο και Πυλαιό, Θράκες υπό τους Πείρο κι Άκαμα, Κίκονες υπό τον Εύφημο, Παίονες υπό τον Πυραίχμο, Παφλαγόνες υπό τον Πυλάμενο, Αλιζώνες υπό τους Επίστροφο κι Οδιό, Μυσσοί υπό τον Χρόμη, Φρύγες υπό τους Ασκάνιο και Φόρκυ, Μαίονες υπό τους Άντιφο και Μέσθλη, Κάρες υπό το Νάστα και Λυκίοι υπό τον Σαρπηδόνα.

Μια φυσιολογική ζωή-Β. Παλαιοκώστας

Μια φυσιολογική ζωή (δράσεις και αποδράσεις ενός επικηρυγμένου)-Β. Παλαιοκώστας/ Εκδόσεις των συναδέλφων

Μια φυσιολογική ζωή (δράσεις και αποδράσεις ενός επικηρυγμένου)-Β. Παλαιοκώστας

Όπως μας πληροφορεί ο συγγραφέας ήδη από την εισαγωγή, στο βιβλίο επιλέγει να μας παρουσιάσει βιωματικά κομμάτια δράσης της ζωής του με «ατόφια ακατέργαστη αλήθεια». Πραγματικά, σε ξεχωριστά κεφάλαια διηγείται περιστατικά σε χρονικό βάθος τριών και πλέον δεκαετιών που απασχόλησαν τόσο την αστυνομία και τις δικαστικές αρχές, όσο και γενικότερα την κοινή γνώμη. Η βιωματική καταγραφή ξεκινάει με την βοήθεια στον φυλακισμένο αδελφό του, ώστε να αποδράσει από τις φυλακές Λάρισας και την πρώτη δική του απόδραση από τις φυλακές της Χαλκίδας. Στις επόμενες σελίδες, σαν σενάριο για αστυνομική ταινία, περιγράφονται καταδιώξεις και εμπλοκές με την αστυνομία, ληστείες τραπεζών και περιπετειώδεις καταδιώξεις στην ορεινή Ελλάδα κι αλλού. Ξεχωριστό χώρο αφιερώνει για τις δύο απαγωγές που έχει λάβει μέρος, όπου εξηγεί πως μεταξύ των κριτηρίων της επιλογής στόχου είναι ο βαθμός δυσκολίας, η οικονομική επιφάνεια και ο ρόλος στην πολιτική ζωή του τόπου.

Ο Παλαιοκώστας μας μεταφέρει εικόνες κι από τις φυλακές που επισκέφτηκε σαν κρατούμενος και την αθλιότητα που συνάντησε σ’ αυτές. Στηλιτεύει την αντιμετώπιση που του επιφύλαξαν λογιών λογιών θεσμοθετημένες εξουσίες όπως: καταδίκες για αδικήματα που δεν είχε διαπράξει, χρήση αλόγιστης βίας ακόμα κι απόπειρα δολοφονίας εναντίον του. Ωστόσο, σε κάποιο σημείο του βιβλίου του, αναφέρει χαρακτηριστικά «Μια ψυχή κυριευμένη από μίσος είναι απλά μια άρρωστη ψυχή, πολλές κυριευμένες ψυχές από το ίδιο μίσος είναι επικίνδυνος φασισμός!…. Αυτό το λέει ένας άνθρωπος που έχει κάθε λόγο να μισεί τους πάντες και τα πάντα…«.

Φυσικά, από τις βιωματικές αφηγήσεις του δε θα μπορούσαν να απουσιάζουν, οι κινηματογραφικές αποδράσεις με ελικόπτερο, δύο μάλιστα φορές. Όμως πέραν ή ορθότερα μεταξύ των περιστατικών δράσης, ο συγγραφέας διατυπώνει προβληματισμούς όπως για παράδειγμα πως γίνεται μια δημοκρατία να έχει υπερδιπλάσιους κρατούμενους από ένα δικτατορικό καθεστώς. Ενώ σε αρκετά σημεία, διατυπώνει τη δική του πολιτική θέση, από την ανάγκη ύπαρξης φιλειρηνικού κινήματος στη Μεσόγειο έως το ρόλο του διαδικτύου σαν μέσο παθητικοποίησης του σημερινού ανθρώπου. Ο συγγραφέας, τοποθετώντας τον εαυτό του στην πλευρά του  «εξεγερμένου ληστή»,   στηλιτεύει όσους ασκούν εξουσία, όπως ο ίδιος γράφει  «Οικοδομούν ένα μολυσματικό και επικίνδυνο πολιτισμό που κυριαρχείται από άπληστα ανθρωποειδή«.

Εδώ θέλουμε να σταθούμε σε ένα επίμαχο ζήτημα, το οποίο αξιοποιεί κι ίδιος για την ηθική δικαίωση του, αλλά και του αδελφού του. Φυσικά αναφερόμαστε στην αξία της ανθρώπινης ζωής. Παρά την διαρκή παραβατικότητα και τον ριψοκίνδυνο τρόπο ζωής, γεμάτο ληστείες τραπεζών κι ένοπλες συγκρούσεις με την αστυνομία, αρνείται τη βομβιστική ενέργεια στο γραφείο υπουργού που είχε αφαιρέσει ανθρώπινη ζωή. Για την ίδια ευαισθησία απέναντι στη ζωή υπερασπίζεται και τον αδελφό του. Ωστόσο, δε διστάζει να περιγράψει ένα περιστατικό, στο οποίο προσπάθησε να ληστέψει κάποιο αυτοκίνητο. Όταν λοιπόν έγινε αντιληπτός από τον ιδιοκτήτη και υπήρξε συμπλοκή μεταξύ τους και μπροστά στην ανήλικη κόρη του τελευταίου, μας ιστορεί πως προσπάθησε να πυροβολήσει και το όπλο του δεν εκπυρσοκρότησε από τύχη. Ενώ λοιπόν δε διστάζει να καταλογίσει ευθύνες στον ιδιοκτήτη για «θεοποίηση της λαμαρίνας» δεν αισθάνεται την ανάγκη να υπερασπίσει τον εαυτό του. Να καταλογίσουμε στο συγγραφέα πως με κυνισμό και συνέπεια μας μεταφέρει «ατόφια ακατέργαστη αλήθεια», όπως άλλωστε μας υποσχέθηκε; Από την άλλη, κάθε άλλο παρά έλλειψη ευφυίας τον χαρακτηρίζει. Από αυτήν την άποψη, μπορούμε να πιθανολογήσουμε πως επιλέγει σ’ αυτό το σημείο να «τσαλακώσει» την εικόνα του, γνωρίζοντας πως είναι στη δυσχερή θέση του επικηρυγμένου κι επιλέγοντας με αυτόν τον τρόπο να προειδοποιήσει επίδοξους διώκτες του.

Κλείνοντας αυτήν τη σύντομη παρουσίαση, αξίζει να αναφέρουμε πως στο τέλος του βιβλίου ο συγγραφέας επιλέγει να «απολογηθεί» για όσα αδικήματα έχει διαπράξει στους αναγνώστες του βιβλίου. Μέσα σε τέσσερις σελίδες, αναφέρει συνοπτικά τις κατηγορίες των αδικημάτων που έχει διαπράξει, αλλά θεωρεί σκόπιμο να μνημονεύσει κι άλλα που στο αξιακό του σύστημα είναι σοβαρότερα, τα οποία δεν έχει τελέσει. Οι εξακόσιες σελίδες αυτοβιογραφικής δράσης του πλέον επικηρυγμένου ανθρώπου στην Ελλάδα, κλείνουν με την ακόλουθη δέσμευση «Ως τότε, θα παραμείνω με τους ξεχωριστούς, τους άπιαστους. Με εκείνους που επέλεξαν συνειδητά να πορεύονται διάγοντας μια φυσιολογική ζωή αντιδρώντας σε έναν αφύσικο κόσμο..«.

Αφιέρωμα στην Κατερίνα Αγγελάκη Ρουκ

Αφιέρωμα στην Κατερίνα Αγγελάκη Ρουκ, σήμερα στις 8.00 μ.μ.
Για την Κατερίνα Αγγελάκη Ρουκ οι συστάσεις περιττεύουν. Ωστόσο, αξίζει να απολαύσουμε την απαγγελία του Κωνσταντίνου Τζούμα και την ερμηνεία της Εύας Βλαχόπουλου, καθώς και τον συνθέτη-πιανίστα Ανδρέα Αναγνωστόπουλο.

 

59229987_361585651366721_8403348787321372672_n

Ευρωπαϊκή Μεσαιωνική Λογοτεχνία-Αναλυτική παρουσίαση από 5ο – 13ο αι. (μέρος 5ο: Κρετιέν ντε Τρουά, Σύνοψη & Πως διαγράφεται το μέλλον)-ΠΗΓΕΣ

Ευρωπαϊκή Μεσαιωνική Λογοτεχνία-Αναλυτική παρουσίαση από 5ο – 13ο αι. (μέρος 5ο από 5)

Κρετιέν ντε Τρουά

(Kretien nte Troyes, περ. 1135-1183)                                                 

ΚΡΕΤΙΕΝ ΝΤΕ ΤΡΟΥΑ- εκδ. ΕΝΑΛΙΟΣ
ΚΡΕΤΙΕΝ ΝΤΕ ΤΡΟΥΑ- εκδ. ΕΝΑΛΙΟΣ

Ύστερα από τον Φρανσουά Βιγιόν, ο Κρετιέν ντε Τρουά είναι ο πιο ξακουστός ποιητής του γαλλικού Μεσαίωνα. Τα βιογραφικά του στοιχεία είναι πιο ελλιπή απ’ αυτά του πρώτου. Σπάνιες είναι οι αναφορές με τους δύο προστάτες του, τη Μαρία της Καμπανίας και τον Φίλιππο της Φλάνδρας. Ωστόσο, ο συγγραφέας κυκλοφορούσε στους αριστοκρατικούς τίτλους κύκλους και ο τρόπος με τον οποίο προσέγγιζε τα θέματα της ιπποσύνης συνέβαλλε στην εδραίωση των φιλοδοξιών της μεσαίας αριστοκρατίας του 12ου αι. Ο συνδυασμός του ιπποτικού ιδανικού με τον ευγενή έρωτα είχε μια σαφή πολιτιστική επίδραση, καθώς γοήτευε και ηρεμούσε την κοινωνική ομάδα των νεαρών εργένηδων ιπποτών. Η συγκεκριμένη ομάδα αποτελείται από δευτερότοκους γιούς, που σύμφωνα με με τους κανόνες των πρωτοτοκίων, δεν έχουν κληρονομικά δικαιώματα, οπότε κυνηγούν τη δόξα και τα πλούτη μέσω βίαιων ανδραγαθημάτων και ονειρεύονται γάμους με πλούσιες κληρονόμους. Ο Κριστιέν ντε Τρουά, χάρη στην ευαισθησία του δημιουργεί μια ηθική της ιπποσύνης και της προσδίδει ένα νέο κύρος.

Ταυτόχρονα, παρατηρεί τις αστάθειες που συνοδεύουν τους ανθρώπινους έρωτες και απολαμβάνει το κωμικό αποτέλεσμα που προκύπτει όταν τις συναρθρώνει με ύφη και θρήνους από τα ερωτικά ποιήματα των τροβαδούρων. Στα έργα του εντοπίζουμε το σοβαρό τόνο και τις ηθικές ανησυχίες που χαρακτηρίζουν τα κείμενα της εποχής, που αναφέρονται στην τέχνη της διακυβέρνησης και ονομάζονται «κάτοπτρα του ηγεμόνα», αλλά και τον τόνο της λεπτής ειρωνείας ακόμα και της παρωδίας, του Οβίδιου και της προβηγκιανής ποίησης, εφαρμοσμένο στην ερωτική ψυχολογία. Στα πέντε μυθιστορήματα, γραμμένα σε στίχους την δεκαετία 1170 ή 1180, ο ποιητής συνδυάζει την ειρωνεία με τη σοβαρότητα, τον έρωτα με τους ιπποτικούς κανόνες, με τόση μαεστρία στη γραφή και τη σκέψη, που του αξίζει ο τίτλος του πρώτου πραγματικού ανθρώπου των γραμμάτων που εκφράστηκε σε μια ομιλούμενη γλώσσα της Ευρώπης.

«Η Λογιοσύνη του Κρετιέν ντε Τρουά 

Ο Κριστιέν χειρίζεται την ειρωνεία, την αναφορά σε πολλαπλές απόψεις, την επέμβαση του αφηγητή – εξαιρετικά πολύπλοκη σε ορισμένες περιπτώσεις – τη χρήση, μέσα στην ίδια τη δομή της ιστορίας, επαναλήψεων και αντιθέσεων που απαιτούν από το ακροατήριο μια ερμηνευτική προσπάθεια, αποκλείοντας την παθητική στάση. Τρία σύντομα παραδείγματα αρκούν για να δείξουν τη σπουδαιότητα αυτών των καινοτομιών.

1. Στο 1ου έργο, Ερέκ και Ενίντ (περ. 1160), ο συγγραφέας αποκρύπτει από τον αναγνώστη τα στοιχεία ακριβώς που θα ήθελε να γνωρίζει. Σαν να μιμείται το λογοτέχνη δημιουργό του, ο Έρεκ διηγείται στο βασιλιά Αρθούρο τις περιπέτειες του με χρονολογική σειρά. Το ότι ο Έρεκ παίρνει μαζί τη γυναίκα του στην αναζήτησή του, είναι το σημείο που θα ήθελε να φωτιστεί ο αναγνώστης και η αποφυγή αποκάλυψης της αιτίας, τροφοδοτεί μέχρι σήμερα τις συζητήσεις των κριτικών.

2. Το μεταγενέστερο, πολύ ειρωνικό, μυθιστόρημα, Υβαίν ή Ο Ιππότης του Λέοντα (περ. 1170), παρουσιάζει στον αναγνώστη ένα συμπέρασμα που ακόμα περισσότερο αποκλείει τη συναίνεσή του. Εδώ ο αφηγητής δίνοντας πολλές αποδείξεις για το αντίθετο, μας βεβαιώνει ότι ο ήρωας και η σύζυγος του έχουν τελείως συμφιλιωθεί και κατέχονται από αμοιβαία τρυφερότητα. Ο συγγραφέας διαβλέπει πως η έλλειψη πειστικότητας της διαβεβαίωσης του, θα οδηγήσει αυτούς που θα διηγηθούν ή θα αντιγράψουν την ιστορία θα μπουν στον πειρασμό να τροποποιήσουν το τέλος, γράφει μερικούς στίχους για να προσδιορίσει τα γνήσια όρια του έργου του, σε μια προσπάθεια να προσδώσει μια εγγύηση αυθεντικότητας.

3. Στο ίδιο έργο, ο συγγραφέας χρησιμοποιεί διαλεκτικά σχήματα που βάζουν το ακροατήριο σε σκέψεις ως προς τον προσανατολισμό της ιστορίας. Στην αρχή του μυθιστορήματος, ο αφηγητής δηλώνει προοιμιακά ότι «ένας άνθρωπος ευγενής αξίζει περισσότερο από ένα ολοζώντανο άξεστο». Στην πρώτη περιπέτεια του ο ήρωας, γνωρίζει τη χείρα ενός τέλειου ιππότη που έχει σκοτώσει και αργότερα την παντρεύεται. Η παρατήρηση του αφηγητή στο γλέντι του γάμου πως ο δολοφόνος πήρε τη γυναίκα του πεθαμένου που έχει ξεχαστεί ολότελα και ο ζωντανός έχει απ’ όλους αγάπη και εκτίμηση περισσότερη από του πεθαμένου, μαζί με κάποιες άλλες λεπτομέρειες, υποχρεώνει τον ακροατή να σκεφτεί μήπως, αντίθετα από τα φαινόμενα, ο ήρωας περιγράφεται σιωπηρά σαν άξεστος. Σε ένα σημείο κλειδί, ο συγγραφέας αφυπνίζει ορισμένες μνήμες που μας κάνει κάπως να αμφιβάλουμε γι’ αυτά που διηγείται. Αυτή η στιγμή της έντονης στοχαστικής αναδίπλωσης που προκαλείται από την αντίθεση: ευγενής πεθαμένος/ άξεστος ζωντανός, μας αποκαλύπτει μια ακόμα όψη της λογοτεχνικής μαεστρίας του συγγραφέα: την τέχνη του υπαινιγμού που παραπέμπει σε άλλα έργα. Για αυτόν ακριβώς το λόγο ο Κρετιέν είναι μεγάλος συγγραφέας: δημιουργεί μια τεχνική που αποτελεί μόνιμη πρόκληση και πρόσκληση για τον ερμηνευτή.

Το υλικό της Βρετάνης

Εκτός της μορφικής πρωτοτυπίας, ο Κρετιέν προσεγγίζει θέματα με μεγάλο ενδιαφέρον. Όταν φτάνει στην ωριμότητά του, παύει να ασχολείται με την Αρχαιότητα που ήταν το κατά προτίμηση θέμα των αρχαίων γαλλικών διηγήσεων και αντλεί τα θέματά του από τους κέλτικους μύθους, το λεγόμενο υλικό της Βρετάνης, και που τα κύρια χαρακτηριστικά του είναι το θαυμαστό και το υπερφυσικό, και οι συχνές αναφορές στο υπερπέραν των Κελτών. Ο Κρετιέν μαζί με τη σύγχρονή του Μαρία της Γαλλίας, είναι αυτός που περισσότερο ασχολήθηκε για την εισαγωγή της κέλτικης μυθολογίας στη γαλλική λογοτεχνία. Πολλά από τις εικόνες και τα θέματα που επανέρχονται συχνά στα μυθιστορήματα του και διαπλέκονται με την αναζήτηση που επιχειρεί ο ιππότης, είναι κέλτικης καταγωγής. Καθένα από τα μυθιστορήματα του αφήνει στον αναγνώστη τη μνήμη μιας εικόνας, που παίζει ουσιαστικό ρόλο στο εγχείρημα του ήρωα. Εξαίρεση στον κανόνα αποτελεί το δεύτερο μυθιστόρημα του Κρετιέν με τον τίτλο Cliges (π. 1170). Στο έργο αυτό που χαρακτηρίζεται από μια εκθαμβωτική εκζήτηση και που η δράση του τοποθετείται στο Βυζάντιο, ο Κρετιέν, δίνει κατά πάσα πιθανότητα, την δική του εκδοχή στο δημοφιλή μύθο του Τριστάνου και της Ιζόλδης. Είναι αρκετά παράδοξο ότι ένας τυπικά Γάλλος στην τεχνοτροπία συγγραφέας αντλεί ουσιαστικά τα θέματά του από τους κέλτικους μύθους. Τρεις από τις ιστορίες που διηγείται ο Κρετιέν – Ερέκ, Υβαίν και Περσεβάλ – υπάρχουν σε μεσαιωνική γαελική μορφή, στο διάσημο έργο που τιτλοφορείται Mabinogion. Οι τρεις παραφρασμένες ιστορίες φαίνεται ότι έχουν γραφτεί από τα έργα του Κρετιέν, και αναμφισβήτητα εμπνέονται απ’ αυτά: ωστόσο περιέχουν κατά περίεργο τρόπο αρκετά αρχαϊκά στοιχεία που φαίνεται ότι παραπέμπουν σε μια αρχαιότερη καταγωγή. Η ανάγνωση αυτών των έργων στα γαελικά παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον. Γιατί παρόλο που διαθέτουν την ίδια με τα μυθιστορήματα διηγηματική υφή, διαφέρουν ως προς την επεξεργασία, η οποία γίνεται με την τεχνική του λαϊκού αφηγήματος.

Στα μυθιστορήματα του Κρετιέν, η πρώτη περιπέτεια του ιππότη διαδραματίζεται μακριά από την αυλή και καταλήγει σε κρίση, που ακολουθείται από μια νέα περίοδο κατά την οποία ο ιππότης υπόκειται σε μια νέα μαθητεία και προσπαθεί να επανορθώσει τα σφάλματά του˙ έτσι επανακτά την προσωπική του ταυτότητα και την κοινωνική του θέση. Ο ήρωας είναι ταυτόχρονα απομονωμένος στην προσωπική αναζήτησή του και ενταγμένος σε μια ομάδα που προσπαθεί να βρει τη λειτουργία της μέσα στο κοινωνικό σύνολο: με τη συγχώνευση των δύο αυτών αναζητήσεων και των σκοπών τους, τελειώνει και η περιπέτεια του ιππότη.

Η σημαντική επίδραση που ασκεί ο Κρετιέν στον τρόπο που θα δομηθεί αργότερα το μεσαιωνικό μυθιστόρημα στην Ευρώπη, οφείλεται στα έργα Έρεκ και Υβαίν. Ο Λανσελότος και ο Πέρσεβαλ μένουν μισοτελειωμένα. Στον Πέρσεβαλ, ο Κρετιέν επιχειρεί το ξεδίπλωμα της διπλής πλοκής – από τη μια μεριά η ιστορία του Περσεβάλ και από την άλλη η ιστορία του Γωβαίν – και θεμελιώνει μ’ αυτόν τον τρόπο την τεχνική της διαπλοκής πολλαπλών περιπετειών, που θα υιοθετήσουν τα μεγάλα πεζά μυθιστορήματα του 13ου αιώνα. Έτσι, ο συγγραφέας καθορίζει την τυπική του μεσαιωνικού μυθιστορήματος. Επιπλέον, η κριτική μελέτη των δεσμών που μπορεί να λειτουργεί ανάμεσα στον έρωτα και την ιπποσύνη θα τροφοδοτήσει με άφθονο υλικό τους διαδόχους του. Στο καθένα από τα μυθιστορήματα του καταπιάνεται μ’ ένα νέο πρόβλημα και επιχειρεί να δει τις διάφορες πιθανές λύσεις. Όλα τα έργα του με εξαίρεση τον Έρεκ, μαρτυρούν αυξημένη αίσθηση λεπτής ειρωνείας και είναι ολοφάνερο ότι η σκέψη του υπερβαίνει τα όρια και τις συμβάσεις της κοινωνίας των ιπποτών, που ο ίδιος, ως ένα βαθμό, υπήρξε δημιουργός της. Για παράδειγμα το πορτρέτο του βασιλιά Αρθούρου δεν είναι διόλου κολακευτικό.

Κρετιέν ο Ευρωπαίος                           

ΙΠΠΟΤΗΣ ΛΑΝΣΕΛΟΤΟΣ-ΚΡΕΤΙΕΝ ΝΤΕΤΡΟΥΑ
ΙΠΠΟΤΗΣ ΛΑΝΣΕΛΟΤΟΣ-ΚΡΕΤΙΕΝ ΝΤΕΤΡΟΥΑ

Ο Κρετιέν ντε Τρουά είναι γνωστός σ’ όλη την Ευρώπη. Ο Σουαβός ποιητής Χάρντμαν φον Άουε, που θεμελιώνει τα έργα του σε θρησκευτικούς θρύλους, παραφράζει πιστότατα τον Έρεκ και τον Υβαίν 20 χρόνια μετά τη σύνθεσή τους. Ο Ερέκ του Βολφεμπύντελ δίνει την δική του απόδοση σε μεσαιωνικά άνω γερμανικά. Λιγότερη απήχηση είχε το Cliges.

Στις πόλεις Σμαλκάλντεν και Ρόντενεκ, μπορούμε να δούμε μεγάλες τοιχογραφίες που απεικονίζουν σκηνές από τον Υβαίν του Χάρντμαν. Ο Βόλφραμ φον Έσσενμπαχ εμπνέεται από το ημιτελές έργο του Κρετιέν Perceval, και γράφει το δικό του μνημειώδη Parzival, στο οποίο συνδυάζεται η λεπτή ειρωνεία με μια βαθιά λαϊκή πίστη. Άξιο επισήμανσης το γεγονός πως μεγάλοι δημιουργοί ανέλαβαν την αντιγραφή των μυθιστορημάτων του Κρετιέν.

Στα μέσα του 13ου αι., Τα μυθιστορήματα Ερέκ και Υβαίν, είναι τα δύο από τα πέντε έργα σε αρχαία γαλλικά που μεταφράστηκαν για τον Νορβηγό βασιλιά Χάκονα Χακόναρσον. Στη συνέχεια ο Υβαίν μεταφράζεται στα σουηδικά. Επίσης, γνωρίζουμε μια απόδοση του Υβαίν στα μέσα αγγλικά. Τέλος, ο Κρετιέν άφησε τη σφραγίδα του στα αρθουριανά μυθιστορήματα στα μέσα ολλανδικά. Βρίσκουμε επιδράσεις του Κρετιέν σε έργα προερχόμενα από την Φλάνδρα. Η παράδοση του ευρωπαϊκού μυθιστορήματος δεν μπορεί να πάρει παρά μόνο μέσα από τον Κρετιέν το πλήρες μόημά της. Παρόλο που οι μεγάλες μυθιστορηματικές συνθέσεις σε πεζό λόγο του 13ου αι., Λανσελότος και Τριστάνος, τροφοδοτούσαν έως τον 18ο αι. την ευρωπαϊκή πολιτισμική παράδοση, ενώ τα έργα του Κρετιέν περιήλθαν στην αφάνεια, τα ίδια αυτά έργα οφείλουν και πάλι στον Κρετιέν το φαντασιακό σύμπαν και τη δομή των αφηγημάτων τους.

Ρεαλισμός, ποίηση και νεότερη λογοτεχνία

Η ποίηση των τροβαδούρων : η φρασεολογία ή η ρητορική των κειμένων έχουν έντονα

ρεαλιστικά στοιχεία, αλλά συνδυάζονται με μια επίμονη τάση απομάκρυνσης από την

πραγματικότητα – με τη μορφή του «ευγενούς έρωτα»

Η εικόνα της πραγματικότητας είναι πιο σύνθετη και πιο ποικίλη απ’ ό,τι στην περίπτωση του έπους.

Η ποιητική μίμηση του έρωτα αποτελεί το βασικό όχημα της απομάκρυνσης από την πραγματικότητα.

Η ποίηση αυτή δεν αναπαριστά την πραγματικότητα αλλά διεκδικεί να υπάρχει δίπλα της σαν

επιπλέον πραγματικότητα, με τους δικούς της όρους.

Αυτό είναι που την κάνει σημαντική για την εξέλιξη του νεότερου ευρωπαϊκού πολιτισμού: η

διεκδίκηση της γλώσσας και της τέχνης της, ζητώντας δικούς της τρόπους ανάγνωσης και

δικούς της αναγνώστες, οδηγεί στη νεότερη πρακτική της λογοτεχνίας.

Σύνοψη

Στα διάφορα είδη μεσαιωνικής γραμματείας, μεγάλη προσοχή δείξαμε στη λογοτεχνική σημασία της εκκλησιαστικής υμνογραφίας και της διδακτικής ιστοριογραφικής γραμματείας.

Ωστόσο, επικεντρωθήκαμε ιδιαίτερα, στην εμφάνιση, γύρω στο 12ο αιώνα, στα είδη του γραπτού λόγου, που συνιστούν τις πρώτες λογοτεχνικές εκφάνσεις νεότερων ευρωπαϊκών γλωσσών:

Επική ποίηση, η οποία περνά από τη μίμηση των αρχαίων προτύπων στο μεσαιωνικό έπος, με θέματα από το πεδίο της εκκλησιαστικής ιστορίας και της μεσαιωνικής φεουδαρχίας.

Λυρική ποίηση, με χαρακτηριστική κορύφωση την παράδοση των τροβαδούρων της γλώσσας του Οκ, οι οποίοι φαίνεται πως συνέβαλλαν στη διαμόρφωση μιας νεότερης εικόνας του ποιητή – αλλά και του έρωτα.

Έμμετρες μυθιστορίες, μεταξύ των οποίων οι ιπποτικές, όπου το πρότυπο της ιπποσύνης προαναγγέλλει την ιδιαιτερότητα που θα αποδοθεί αργότερα στη λογοτεχνία και το δικό της τρόπο ανάπλασης μιας ιδιαίτερης ανθρώπινης πραγματικότητας.

ΠΑΡΣΙΦΑΛ
ΠΑΡΣΙΦΑΛ

Πως διαγράφεται το μέλλον

Στο τέλος του 13ου αι. σε καθεμιά από τις ευρωπαϊκές χώρες που διαφέρουν μεταξύ τους ως προς το βαθμό της πολιτιστικής ανάπτυξης, υπάρχει πια μια εθνική λογοτεχνία. Αυτό σημαίνει πως ο καθένας μπορεί να περιγράφει τον κόσμο που βλέπει γύρω του, χωρίς να καταφεύγει στα λατινικά και τα ελληνικά, ακόμα και στα εβραϊκά. Τρία στάδια εξέλιξης πρέπει να διασφαλιστούν.

1. Η θεωρητική σκέψη, αναγκαστικά θρεμμένη από τον χριστιανισμό, πρέπει να βρει τον τρόπο ώστε να κατορθώσει μια πρωτότυπη σύνθεση της κυρίαρχης πολιτισμικής παράδοσης και των μεγάλων φιλοσοφικών ρευμάτων: το έργο αυτό που ξεκίνησε με Το μυθιστόρημα του Ρόδου, θα συνεχιστεί και θα λάμψει με τον Δάντη.

2. Η τελειοποίηση και η ανανέωση των μορφών έκφρασης. Ορισμένες όπως το θέατρο, βρίσκονται ακόμα στα σπάργανα, άλλες όπως το τραγούδι των τροβαδούρων, έχουν αγγίξει τα όρια της εξέλιξής τους. Επίσης, εμφανίζονται τα θρησκευτικά δράματα και μυστήρια, γεννιέται το σονέτο, που αποτελεί την πρώτη μορφή της επόμενης εποχής, ενώ η μπαλάντα και το ρόντο θα αναπτυχθούν σημαντικά μέχρι το τέλος του 15ου αι.

3. Εκ νέου αντίληψη της αρχαίας φιλοσοφίας και λογοτεχνίας: Πλάτων και Αριστοτέλης έθρεψαν τη θρησκευτική σκέψη. Όμως υπάρχουν ακόμα πολλοί συγγραφείς που προσφέρονται στην ανακάλυψη και την ανάγνωση. Το αποτέλεσμα θα είναι νέες πολιτισμικές ισορροπίες, που θα συνταχθούν όπως στο παρελθόν, προσφεύγοντας στους πόλους που ακτινοβολούν την αγάπη των γραμμάτων: έτσι την επίδραση των «Σκώτων» στην εποχή του Καρλομάγνου, το ρόλο του Βυζαντίου στη γέννηση των σλαβονικών γραμμάτων, τη λάμψη της αναγέννησης του 12 αι. στη Γαλλία του Βορρά, ή της λυρικής ποίησης στις χώρες του οκ, διαδέχεται τώρα το φως που εκπορεύεται από την Ιταλία, και που δεν πρόκειται να σβήσει σύντομα.

ΤΕΛΟΣ ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΟΣ: Ευρωπαϊκή Μεσαιωνική Λογοτεχνία-Αναλυτική παρουσίαση από 5ο – 13ο αι.

ΠΗΓΕΣ

  1.  Βάρσος Γιώργος, Ιστορία της Ευρωπαϊκής λογοτεχνίας. Από τον 6ο έως τις αρχές του 18ου αιώνα, εκδ. Ε.Α.Π, Πάτρα 1999

  2. Benoit Annick & Fontaine Gay (επιμ.), Ευρωπαϊκά Γράμματα: Ιστορία της Ευρωπαϊκής Λογοτεχνίας Εκδ. Σοκόλη, μτφρ Α. Ζηράς κ.ά., τ. Α, Αθήνα 1999 (Lettres EuropéenesHistoire de la Literature Européene, 1992).

  3. Benoit Annick & Fontaine Gay (επιμ.), Ευρωπαϊκά Γράμματα: Ιστορία της Ευρωπαϊκής Λογοτεχνίας Εκδ. Σοκόλη, μτφρ Α. Ζηράς κ.ά., τ. Β, Αθήνα 1999 (Lettres Européenes: Histoire de la Literature Européene, 1992)

  4. Εγκυκλοπαίδεια, Πάπυρος-LarousseBritannica, εκδ. Πάπυρος, επιμ. Βίκτωρ Αθανασιάδης κ.ά., Αθήνα 21997

  5. Παγκόσμια Ιστορία, εκδ. Κ. Καπόπουλος, επιμ. Χ. Μπουλωτής, μτφρ. Δ. Θεοδωρακάτος., Αθήνα 1992 (Time Life History of the World, 1991).

Ευρωπαϊκή Μεσαιωνική Λογοτεχνία-Αναλυτική παρουσίαση από 5ο – 13ο αι. (μέρος 4ο Το υλικό της Βρετάνης: Τριστάνος & Ιζόλδη: ο απόλυτος Έρωτας, Η αναζήτηση του Γκράαλ, Το Μυθιστόρημα του Ρόδου, Οι πονηριές της Αλεπούς)

Ευρωπαϊκή Μεσαιωνική Λογοτεχνία-Αναλυτική παρουσίαση από 5ο – 13ο αι. (μέρος 4ο από 5)

Ο Απόλυτος Έρωτας

ΤΡΙΣΤΑΝΟΣ κ΄ΙΖΟΛΔΗ
ΤΡΙΣΤΑΝΟΣ κ΄ΙΖΟΛΔΗ

Το λεγόμενο «υλικό της Βρετάνης», που απαρτίζεται από ποικίλες κέλτικες παραδόσεις, είναι η πιο γόνιμη πηγή απ’ όπου θα αντλήσει το μεσαιωνικό μυθιστόρημα, για να επεξεργαστεί δύο μυθικούς κύκλους που η δύναμη της γοητείας τους δεν έχει ίσαμε σήμερα εξαντληθεί.

Ο μύθος του Τριστάνου και της Ιζόλδης αποτελεί ύμνο στον απόλυτο έρωτα, ο οποίος ανυπότακτος εναντιώνεται στους θεσμούς και τους πιο ιερούς νόμους (δεσμοί οικογενειακοί ή φυλετικοί) και φέρνει μέσα του τα ίχνη της αυτοκαταστροφής του. Όμως, μέσα από αυτόν τον ίδιο το θάνατο, κερδίζει τον θρίαμβο και την αιώνια διάρκεια, καθώς μετουσιώνεται σε ορισμό του ερωτικού πάθους για τους επερχόμενους αιώνες.

Οι κυριότερες πηγές παραπέμπουν στην Σκωτία, την Ουαλία και την Ιρλανδία, αλλά εντοπίζονται και απόηχοι από άλλες παραδόσεις όπως η αρχαία μυθολογία και η ανατολίτικη μυθολογία.

Το έργο αυτό, μέσω της παραβολής πολλών εκδοχών σε διαφορετικές γλώσσες, βεβαιώνει ίσως περισσότερο από κάθε άλλο την «ευρωπαϊκή» ταυτότητά του. Τα αρχικά αποσπάσματα που διαθέτουμε είναι γαλλικά και αγγλο-νορμανδικά, που αποτελούν τα πρώτα κείμενα, μεταξύ 1170 & 1180, στα οποία εμφανίζονται δύο εκδοχές του μύθου: μια «κοινή» του Μπερούλ, όπου υπερέχει η δραματική δομή, συγγενική ακόμα με τις συνθέσεις των ζογκλέρ, και μια «ιπποτική» του Τόμας, που δίνει μεγάλη προσοχή στην ανάλυση των χαρακτήρων και στην δοξαστική παρουσίαση του έρωτα. Αλλά, υπάρχουν κείμενα στα γερμανικά και στα αρχαία σκανδιναβικά.

Τον 13ο αιώνα ο θρύλος διαδίδεται, ειδικότερα στην Ιταλία και αργότερα στη Σερβία, την Κροατία και την Βοημία στα παλιά τσέχικα. Παράλληλα εμφανίζονται νέες εκδόσεις στις χώρες που πρωτοδημιουργήθηκε η παράδοση: σε γαλλικό πεζό λόγο και σε μεσαιωνικά αγγλικά.

Η Αναζήτηση του Γκράαλ                                         

Η ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΓΚΡΑΑΛ εκδ. ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑ
Η ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΓΚΡΑΑΛ εκδ. ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑ

Το θέμα του Γκράαλ, του άγιου δισκοπότηρου, αποτελεί τον κεντρικό πυρήνα αυτόνομων έργων, προτού αποτελέσει ένα θεματικό κύκλο (χριστιανική τριλογία του Ρομπέρ ντε Γκορόν, στις αρχές του 13ου αιώνα και να γίνει μόνιμο στοιχείο του μεγάλου μυθιστορηματικού έργου σε πεζό λόγο, με κεντρικό ήρωα τον Lancelot (Λανσελότος, γαλλικό πεζό κείμενο, περ. 1220). Χάρη σ’ αυτόν δημιουργείται ένας πραγματικός μυθικός αστερισμός, που θα συμβάλει στην εναλλακτική πρόταση του ιπποτικού ιδανικού και στη διατύπωση με νέους όρους της σχέσης της ύπαρξης και του κόσμου.

Στην περιπέτεια της αναζήτησης του Γκράαλ, το κεντρικό πρόσωπο διαφέρει απ’ όλους τους άλλους μυθιστορηματικούς χαρακτήρες. Έχοντας ανατραφεί μακριά από τις ιπποτικές αυλικές πρακτικές και συμβάσεις, γίνεται, μόλις το επιβάλλει η στιγμή, ο καλύτερος από όλους τους ιππότες, χάρη σε μια άξια δοξασμένη φύση. Η δοκιμασία του ήρωα δεν αντιμετωπίζεται με όπλα το θάρρος και την δύναμη, ούτε καν με τους ιπποτικούς κανόνες συμπεριφοράς, αλλά με τη δύναμη του λόγου, με μια ερώτηση: γιατί η άσπρη λόγχη που κρατάει ένας νέος αφήνει να στο χέρι του στάξει μια σταγόνα αίμα; Για ποιόν προορίζεται το Γκράαλ (κάτι σαν βαθύ πιάτο που φέρνει μια κοπέλα; Η διατύπωση της ερώτησης που εάν κατορθώσει να κάνει, θα έχει ως αποτέλεσμα το τερματισμό της δυστυχίας του βασιλιά και ολόκληρης της γης, ενώ ο Πάρσιφαλ θα λάβει την υπόσχεση μιας υπέρτατης δόξας, ίσως και τη διαδοχή του βασιλιά. Σε αντίθετη περίπτωση, σε τίποτα δεν θα μπορέσει να βοηθήσει η ιπποτική αξία του.

Από την αρχή λοιπόν, συγκλίνουν στο θέμα του Γκράαλ πολλαπλοί φαντασιακοί και ερμηνευτικοί κόσμοι που τού προσδίδουν μια εκπληκτική δύναμη γοητείας. Η μαγική περιπέτεια συναντιέται με τη μυητική πορεία που του προσδίδουν μια εκπληκτική δύναμη γοητείας. (….) Ο θάνατος συναντιέται με τη ζωή, γιατί η λόγχη είναι το καταστροφικό όπλο του κέλτικου θεού Λυγκ, αλλά είναι και το μέσο της εν Χριστώ σωτηρίας. Το σφάλμα και η λύτρωση είναι αλληλένδετα.

Η ιστορία της ευρωπαϊκής λογοτεχνίας έχει να αναδείξει μια διαχρονική σειρά από κείμενα, που διηγούνται την ιστορία αυτή: όραμα των κιστερκιανών στην αναζήτηση του Γκράαλ, όραμα πολεμικό στον ουαλλέζικο Περεντούρ, όπου πρωταρχικό ρόλο παίζει η έννοια της βεντέτας, όραμα γνήσια μυθιστορηματικό στην πορτογαλική αναζήτηση του άγιου Γκράαλ, και πλησιέστερα σ’ εμάς, η έξαρση της συμπόνιας ως μέσου σωτηρίας στον Πάρσιφαλ του Βάγνερ ή η άρνηση του τέλους της επιθυμίας με την κατάκτηση του απόλυτου, στον Βασιλιά-ψαρά του Ζυλιάν Γκραγκ.

Εκτός από τον Τριστάνο και το Γκράαλ, το σύνολο της αρθουριανής λογοτεχνίας, σε στίχους και ύστερα σε πρόζα, θα έχει μεγάλη διάδοση και θα βρούμε πολλές ενδιαφέρουσες διασκευές. Το γαλλικό πεζό κείμενο Λανσελότος μεταφράστηκε τουλάχιστον τρεις φορές στα μέσα ολλανδικά, συγκαταλέγοντας και την έμμετρη απόδοση Ο Λανσελότος της λίμνης (μέσα του 13ου αι.). Στη Φλάνδρα θα βρούμε πολλά πρωτότυπα μυθιστορήματα. Στη Γερμανία ο Λανσελότος είναι γνωστός από τα μέσα του 13ου αιώνα, αλλά η μεγάλη διάδοσή του θα γίνει μόνο στο τέλος του Μεσαίωνα                                   Η ΣΤΡΟΓΓΥΛΗ ΤΡΑΠΕΖΑ

Το Μυθιστόρημα του Ρόδου

Άρχισε να γράφεται από τον Γκιγιώμ ντε Λωρί γύρω στο 1230 και συνεχίστηκε από τον Ζαν ντε Μενγκ , που έγραψε το μεγαλύτερο μέρος του. Έργο δύσκολο ως προς την κατάταξή του, διδακτικό σύγγραμα όσο και αφήγημα, που άσκησε σημαντική επίδραση στην ευρωπαϊκή σκέψη ως τον 16ο αιώνα. Οι επιδράσεις που δέχτηκε, ήταν από την παράδοση της αλληγορικής σύνθεσης, αλλά προσφεύγει επίσης και στον τύπο της συζήτησης, την «altercatio», που επιτρέπει την εισαγωγή προσώπων μέσα σε μια διαλογική δομή.

Ο πρώτος συγγραφέας εμπνέεται από τη λυρική κατά το υπόδειγμα της ιποτικής ποίησης και πλάθει μια αλληγορική μυητική συζήτηση. Ο συνεχιστής του, δίνει τη θέση της σε μια μορφή εγκυκλοπαίδειας της μεσαιωνικής ανθρωπολογίας, όπου ανιχνεύεται η φιλοσοφική παιδεία του συγγραφέα (Αριστοτέλης, Πλάτων, το πρόβλημα των γενικών εννοιών), καθώς και οι ιδεολογικές καταβολές του (αγώνας εναντίον των επαιτικών ταγμάτων που ζούσαν από την επαιτεία). Το δεύτερο μέρος του έργου είναι αυτό που συγκέντρωσε τις προτιμήσεις των μεταγενέστερων, δεν απομακρύνεται πάντως από το ερωτικό πρόβλημα: υποκαθιστώντας, ως ένα βαθμό τη συζήτηση στην αφήγηση, ο συγγραφέας αντιπαραβάλλει, μέσα από τους πρωταγωνιστές, τόσο εσωτερικές και ψυχολογικές δυνάμεις, όσο και τις εξωτερικές και κοινωνιολογικές, ηθικά καταξιωμένες ή αμφισβητήσιμες που διέπουν τον έρωτα, ενώ το σύνολο του έργου κυριαρχείται από μια δοξαστική διάθεση που εκφράζεται από τη φύση και το πνεύμα. Ο καθρέφτης των ερώτων είναι σε ορισμένες περιπτώσεις κυνικός και χυδαίος, επειδή επιδίωξη του συγγραφέα ήταν αν μην αποσιωπήσει καμία από τις εκφράσεις του έρωτα.

Από το τέλος του 13ου αιώνα, το μυθιστόρημα και ιδιαίτερα το δεύτερο μέρος, παραφράζεται σε 132 σονέτα που αποδίδονται στον Δάντη.

Το μυθιστόρημα του ρόδου, μεταξύ 1290 & 1325, διασκευάστηκε δύο φορές στα ολλανδικά. Η 1η διασκευή, που προέρχεται από την Φλάνδρα, εισάγει νέα αφηγηματικά τμήματα, επηρεασμένα από το αρθουριανό μυθιστόρημα• η 2η , πιστότερη στο πρωτότυπο, προέρχεται από την Βραβανδία.

Λογοτεχνία της Σάτιρας & του Παράλογου

Ο τομέας αυτός είναι δύσκολο να ξεχωριστεί από τη διδακτική λογοτεχνία, ενώ δίνει έμφαση στα κωμικά στοιχεία, από τη διάθεση της πολεμικής και από την οικειότητα, σε ορισμένες περιπτώσεις, του τόνου.

Οι ευχάριστες μικρές ιστορίες και οι μικροί μύθοι είναι σύντομα αφηγήματα, που χρησιμοποιώντας κάποτε πολύ γνωστά θέματα, καταξιώνεται λόγω της επιμελημένης αφηγηματικής δομής που ενεργοποιεί, κατά τ’ άλλα, κοινότοπο υλικό. Τα κείμενα αυτά σατιρίζουν ορισμένες κοινωνικές ομάδες (χωρικούς, παπάδες) και μπορούν να είναι μισογύνικα, αλλά συχνά παρουσιάζουν τη γυναίκα σαν κυρίαρχη του παιχνιδιού. Ο τόνος είναι γενικά κωμικός και σπανιότερα φτάνει στην τραγικότητα ή την αβρότητα. Διηγήσεις αυτού του είδους αναπτύσσονται στη Γαλλία στον 13ο αιώνα και εξακολουθούν να υπάρχουν μέχρι τον 14ο. Επίσης Στην Γερμανία ο Στρίκερ δημιουργεί ένα κύκλο ιστοριών με κέντρο τον Εφημέριο Αμίς τον 13ο αι.. Το έργο γνώρισε μεγάλη επιτυχία και ορισμένα θέματά του μεταφέρθηκαν στον κύκλο του Τιλλ Οϊλενσπίγκελ, Ο καθρέφτης με τις κουκουβάγιες που γράφτηκε στα κάτω γερμανικά κατά το Β’ μισό του 15ου αιώνα και επιβίωσε στα άνω γερμανικά, στις αρχές του 16ου αιώνα.

Οι πονηρίες της Αλεπούς (ή του Αλεπού)

Το έργο ξεκινά από τη μεταμφίεση του ανθρώπου σε ζώο (συγγενεύοντας με την παράδοση των μικρών μύθων, στους οποίους οφείλει πολλά), η λογοτεχνία του Αλεπού συνδυάζει, την παρατήρηση των ζώων, το παράλογο και τη διδαχή. Αρχικά απαρτίζεται από έργα γραμμένα στα λατινικά, όπου οι προσωποποιήσεις των ζώων χρησιμοποιούνται για επιθέσεις εναντίων των μοναστικών ταγμάτων, ενώ στη αρχή του τρίτου τέταρτου του 12ου αι. ξεκινάει η ανάπτυξη στην καθομιλουμένη γλώσσα, με το έργο του Πιερ ντε Σαιν Κλου, που αφηγείται το βιασμό της λύκαινας από τον Αλεπού: στο εξής ο χαρακτήρας καθιερώνεται, καλύπτοντας μια κλίμακα κωμική και σατιρική που απευθύνεται σε πολλά ακροατήρια. Πολλοί νέοι κλάδοι (ομάδες αφηγήσεων) έρχονται να προστεθούν στο αρχικό σώμα στρο τέλος του 12ου αι. και στη διάρκεια του 13ου.

Στη Γερμανία ο Χάινριχ ο ύπουλος, ήδη από το 1180, με βάση μια γαλλική πηγή καλλιεργεί επίσης τη σατιρική μορφή του κειμένου, κατακρίνοντας τα δεσμά του έρωτα, τους κύκλους των αυλικών και το ιερατείο• το κεντρικό του θέμα είναι η δολιότητα.

Στη Φλάνδρα, ο Willem, χρησιμοποιώντας το αρχικό σώμα του μυθιστορήματος, δημιουργεί ένα ενδιαφέρον έργο που θα αποδειχτεί γόνιμο, με τον τίτλο Οι αλεπουδιές του Αλεπού, γύρω στο 1260. Ο πρωταγωνιστής ασχολείται με τη διαστρεβλωμένη χρήση του λόγου, που ανάγεται σε τυπική ιδιότητα και καταλήγει να αντικαταστήσει την παραδοσιακή σημασία της λέξης αλεπουδιά που σήμαινε απλά «πονηριά». Το κείμενο θα πάρει μια δεύτερη επεξεργασία στην Ιστορία του Ρένερντ (περ. 1375), αφού πρώτα μεταφραστεί στα λατινικά. Εξάλλου θα μεταφραστεί και θα εκδοθεί στα αγγλικά από τον Κάξτον, θα διασκευαστεί στα κάτω γερμανικά με τον τίτλο Ράινκε ο Αλεπούς. Η γερμανική απόδοση θα διασκευαστεί αργότερα από τον Γκαίτε. Τέλος, η παράδοση του «Αλεπού» πέρασε στην Ιταλία πριν το τέλος του 13ου αι.

Τέλος 4ου μέρους, συνεχίζεται  

Ευρωπαϊκή Μεσαιωνική Λογοτεχνία-Αναλυτική παρουσίαση από 5ο – 13ο αι. (μέρος 3ο: Επική, Λυρική, Σατιρική Ποίηση, Τροβαδούροι, Μυθιστορίες)

Ευρωπαϊκή Μεσαιωνική Λογοτεχνία-Αναλυτική παρουσίαση από 5ο – 13ο αι. (μέρος 3ο από 5)

Επική Ποίηση

Στα χρόνια του Μεσαίωνα, εκείνη που μοιάζει να κατέχει ιδιαίτερη θέση ανάμεσα στις υπόλοιπες μορφές λογοτεχνίας είναι η επική ποίηση.

Από τον Όμηρο στον Βιργίλιο

Ορισμοί                                             

ΒΙΡΓΙΛΙΟΣ-ΠΡΟΤΟΜΗ
ΒΙΡΓΙΛΙΟΣ-ΠΡΟΤΟΜΗ

Αφηγηματική ποίηση: αποτελεί είδος έμμετρου λόγου με κεντρικό θέμα την εξιστόρηση γεγονότων ατόμων ή κοινωνικής ομάδας. Αντιπροσωπευτικότερο είδος της είναι η επική ποίηση.

Έπος: είναι μια μακροσκελής και, συνήθως, έμμετρη αφήγηση σχετικά με την ηρωική παράδοση μιας ευρύτερης ανθρώπινης κοινότητας, όπου σημαντικό ρόλο διαδραματίζει το μυθικό ή θρυλικό στοιχείο. Άξιο επισήμανσης είναι το υψηλό ύφος του

Ηρωική παράδοση: εκείνη, της οποίας υπόδειγμα αποτέλεσαν τα μεγάλα έπη της αρχαιότητας, κυρίως, η Ιλιάδα (αλλά και η Οδύσσεια) του Όμηρου, και αργότερα η Αινειάδα του Βιργίλιου.

Υψηλό ύφος: μακροσκελής στίχος, σχήματα λόγου με ροπή στην υπερβολή των μεγεθών, απόλυτη καλλιέπεια και, γενικότερα έμφαση στις αποκλειστικά ηρωικές ή ευγενικές πλευρές και διαστάσεις μιας ιστορίας.

Η αυστηρή τριμερής διάκριση μεταξύ «υψηλού», «μέσου» και «ταπεινού» ύφους, καθώς και ο προσδιορισμός του επικού ύφους ως του υψηλότερου όλων, είναι ύστερης, ρωμαϊκής μάλλον προέλευσης. Όμως η διάκριση αυτή σημάδεψε την ιστορία της νεότερης λογοτεχνίας και πολλά λογοτεχνικά είδη δύσκολα απαλλάχτηκαν από την ανάγκη να μιμηθούν τα χαρακτηριστικά του υψηλού ύφους.

Όμηρο και Βιργίλιο, διακρίνουν μεγάλες διαφορές τα έπη τους: Πρώτον οι ομηρικοί ήρωες έχουν όλοι πολυσύνθετη – θετική αλλά όχι μόνο – υπόσταση, ενώ ο Αινείας του Βιργίλιου είναι πιο κοντά σε ένα απόλυτα ιδανικό πρότυπο. Δεύτερον: στον Βιργίλιο υπάρχει απόλυτα κυρίαρχο θέμα που αναφέρεται στη θεμελίωση αυτοκρατοριών, αντιθέτως στον Όμηρο δεν εμφανίζεται κάτι τέτοιο.

Ωστόσο ο ήρωας του Βιργίλιου είναι αυτός που επικράτησε και έθεσε τις συμβάσεις ή τους κανόνες συγγραφής του μεσαιωνικού έπους. Σ’ αυτό ο ήρωας είναι μόνο ένας στον οποίο εστιάζει η αφήγηση. Αναδεικνύεται η στρατιωτικο-πολιτική διάσταση και οι σχέσεις αλληλεγγύης και αφοσίωσης μεταξύ του κεντρικού ήρωα και των ανώτερων εκπροσώπων της κοινότητας. Επίσης, υπάρχει ένα πλατύ γεωγραφικό πλαίσιο ταξιδιών που έχουν, κατά κύριο λόγο, κατακτητικό χαρακτήρα.

Σε σχέση με όσα αναφέρθηκαν, πολλοί νεότεροι θεωρητικοί της λογοτεχνίας θεώρησαν ότι το έπος αναπαράγει ή μιμείται μάλλον μηχανικά στερεότυπες ιδέες και εικόνες μιας ιδανικής συλλογικότητας, με τρόπο που ελάχιστα ανταποκρίνεται στη νεότερη τάση της λογοτεχνίας προς μια περισσότερο «ρεαλιστική» ή σύνθετη αναπαράσταση των ανθρώπινων πραγμάτων.

Μεσαιωνικά έπη

Τα μεσαιωνικά έπη αποτελούν αφηγηματικά κείμενα της Δύσης που έχουν άμεση σχέση με τους μύθους και τις ιστορίες των ελληνικών και ρωμαϊκών επών. Η σχέση τους με αυτές έγκειται στην πλοκή και τους ήρωες, αλλά η αφήγηση αναπλάθεται με πολύ διαφορετικό τρόπο. Τα περισσότερα απ’ αυτά αποτελούν παραλλαγές ή μεταφράσεις (στα ελληνικά ή τα λατινικά, ενώ στον ύστερο Μεσαίωνα έχουμε και μεταφράσεις σε δημώδεις δυτικοευρωπαϊκές γλώσσες) κειμένων που πρωτογράφτηκαν (στα ελληνικά, στα λατινικά ή και σε άλλες ανατολικές γλώσσες) μεταξύ των ύστερων ρωμαϊκών και πρώιμων μεσαιωνικών χρόνων.

Με αυτόν τον τρόπο δημιουργούνται «κύκλοι» συνήθως (αλλά όχι πάντα) έμμετρων μεσαιωνικών κειμένων που βρίσκονται ανάμεσα στο έπος και το μυθιστόρημα.

Άξια αναφοράς:

Ο κύκλος του Αλέξανδρου με θέμα την ιστορία και τους μύθους γύρω από τον Μακεδόνα βασιλιά και οικουμενικό κατακτητή.

Ο κύκλος του τρωικού πολέμου με πηγή, κυρίως, έμμετρες αφηγήσεις, σε λατινική γλώσσα της ιστορίας του τρωικού πολέμου, εμπνευσμένες μεταξύ 4ου και 5ου αι. παρά στην Ιλιάδα.

Αλέξανδρος από την Ιστορία στον Θρύλο

Υπάρχει μεγάλη διάδοση παραδόσεων, σε όλες τις πολιτισμικές παραδόσεις και σε όλους τους τομείς πνευματικής δραστηριότητας σχετικά με τον Μ. Αλέξανδρο.

1. Ιστορικές βιογραφίες, στα ελληνικά (Αρριανός) και στα λατινικά (Κόιντος, Κούρτιος, Τρόγος, Πομπήιος, Ορόζης, Ιουστίνος κ.λ.π). Όμως το αντικείμενο μελέτης τους είναι ήδη θρύλος αλλά και ιστορική διαδρομή. Ειδικά στα λογοτεχνικά έργα το στοιχείο του θρύλου είναι πιο έντονο ακόμα κι αν προσπαθούν να ελέγξουν τις πηγές τους. Αξιόλογα ιστορικά έργα είναι Alexandri Magni («Αλεξανδρειάδα», περ 1180) Gautier de Chatillon (Γκωτιέ ντε Σατιγιόν, 12ος αιώνας), ενός από τους μεγαλύτερους Γάλλους ποιητές που έγραψαν στα λατινικά και ο οποίος δημιούργησε, κατά κάποιον τρόπο, ένα έργο υπόδειγμα, για τη μεσαιωνική λατινική εποποιία. Σε συνάρτηση με το έργο αυτό γράφονται πολλά έργα σε ομιλούμενες γλώσσες: Ισπανία (Το βιβλίο του Αλέξανδρου), Ολλανδία (τα ηρωικά κατορθώματα του Αλέξανδρου), στη Βοημία και μια τσέχικη διασκευή.

2. Σύνολο από μυθικές διηγήσεις. Η πιο σημαντική είναι το ελληνικό μυθιστόρημα του Ψευδο-Καλλισθένη (λίγο μετά το 200), που θα χρησιμεύσει σαν ιστός για όλες τις υπόλοιπες. Καθώς εμπλουτίστηκε και γέννησε διασκευές σε διάφορες γλώσσες: Βουλγαρικά (12ος αι.), σέρβικα και κροάτικα (14ος αι.) και τρία ελληνικά κείμενα. Ωστόσο οι πιο σημαντικές είναι δύο λατινικές μεταφράσεις, οι οποίες είτε μόνη της η καθεμιά είτε σε συνδυασμό με την άλλη συνιστούν την αφετηρία των περισσότερων μεσαιωνικών κειμένων.

Η Εποποιία γίνεται Μυθιστόρημα       

ΤΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΤΟΥ ΡΟΛΑΝΔΟΥ
ΤΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΤΟΥ ΡΟΛΑΝΔΟΥ

Η μυθιστορηματική γραφή, στις αρχές της, αναφέρεται συχνά σε μια αρχαία παράδοση από την οποία παίρνει το απαραίτητο κύρος και σε ορισμένες περιπτώσεις τη χρησιμοποιεί για να στηρίξει απαιτήσεις γεναλογικές, ηγεμονικές, ή εθνικές. Εκτός από την ιστορία του Αλέξανδρου, δύο ακόμα αρχαίες εποποιίες έγιναν πόλος έλξης και μεταφέρθηκαν σε ομιλούμενες γλώσσες. Α) Διηγήσεις σχετικά με τον τρωικό πόλεμο που η Δύση τον γνώρισε από συντμήσεις του 4ου & 5ου μ.Χ αιώνα από συγγραφείς που εθεωρούντο αυτόπτες μάρτυρες κι όχι από την Ιλιάδα. Το μεγαλύτερο έργο που εκλαΐκευσε τον θρύλο της Τροίας ήταν γραμμένο στα γαλλικά από έναν γραμματικό της αυλής του Ερρίκου Β’ Πλανταγενέτη, τον Μπαινουά ντε Σαιντ Μωρ (12ος αιώνας). Στις ερωτικές διηγήσεις του έργου του έχουν μια τραγική απόχρωση που του επιτρέπει να πλάσει μυθιστορηματικούς ήρωες. Το μυθιστόρημα μεταφέρθηκε σε πεζογραφική μορφή τον 13ο αιώνα και γνώρισε πολυάριθμες διασκευές: στα λατινικά, δύο τσέχικες αποδόσεις, κροατική μετάφραση και πολλές γερμανικές αποδόσεις. Β) η Αινειάδα του Βιργίλιου, γνωστή απευθείας από το λατινικό κείμενο, η οποία πρόσφερε δύο ελκυστικά θέματα: την ερωτική περιπέτεια και τις πολεμικές διηγήσεις.

Από τον 12 αιώνα, αυξάνονται τα έργα του μεσαιωνικού έπους με τη χαρακτηριστική νέα του μορφή. Αυτά εισάγουν καθαρότερα στοιχεία της μεσαιωνικής φεουδαρχίας και διαφαίνεται η λογοτεχνική ωρίμανση των νεότερων μορφών των ομιλούμενων μεσαιωνικών γλωσσών.

Πρόκειται για έμμετρα αφηγήματα σε δημώδεις γλώσσες, τα οποία μεταφέρουν συχνά προφορικές παραδόσεις και στόχος τους είναι να τραγουδηθούν υπό τη συνοδεία μουσικής. Πηγή έμπνευσης είναι η σχετικά πρόσφατη ιστορία, σε συνδυασμό με παγανιστικούς θρύλους της λατινικής, ελληνικής ή τευτονικής μυθολογίας. Η θεματολογία τους αφορά τη διαδικασία εκχριστιανισμού και την αντιπαράθεση με το Ισλάμ ή του Οθωμανούς. Ο θρησκευτικός πόλεμος παίρνει πλέον επικές και ηρωικές διαστάσεις.

Τυπικότερα δείγματα: προέρχονται από τα παλαιά γαλλικά, ενώ ονομάζονται γενικά chansons de geste (έπη ή τραγούδια ανδραγαθημάτων) και αφορούν το θρύλο του Καρλομάγνου. Η Στιχουργική μορφή ακολουθεί τη νεότερη μετρική: ισοσύλλαβοι στίχοι 8-12 συλλαβών, τονικό μέτρο, ομοιοκαταληξία.

Τραγούδι του Ρολάνδου (από τα παλαιότερα 11ος-12ος αιώνας, δίχως απόλυτα εξακριβωμένο συγγραφέα)

Ιρλανδική παράδοση που αποτελεί ιδιόρρυθμη περίπτωση με χαρακτηριστικό έργο το «Ταξίδι του αγίου Μπρένταν». Ξεκινούν από λατινικό κείμενο πηγή του 11ου αιώνα και μεταφέρουν στοιχεία από την Οδύσσεια ή την Αινειάδα στο μεσαιωνικό πλαίσιο των ιεαραποστολικών περιπλανήσεων και προσκυνημάτων, σκιαγραφώντας τη δράση των Ιρλανδών και Σκώτων σκαπανέων του δυτικού μοναχισμού.                                              

Κύκλος των Ισλανδικών Saga, πρόκειται για αφηγήματα σε πεζό λόγο, εγγύτερων ίσως στο μυθιστόρημα παρά στο έπος. Ωστόσο, υπάρχουν συστηματικές αναφορές στην σκανδιναβική ιστορία. Η σύνθεσή του ξεκίνησε περί τον 12ο αιώνα και συνεχίστηκε ως παράδοση της ισλανδικής γλώσσας.

Δείγμα επικής ποίησης στα ελληνικά, παρουσιάζεται και στο Βυζάντιο του 12ου αιώνα με αποσπάσματα που διασώθηκαν από τον

ΔΙΓΕΝΗΣ ΑΚΡΙΤΑΣ
ΔΙΓΕΝΗΣ ΑΚΡΙΤΑΣ

επικό κύκλο του Διγενή Ακρίτα. Η γλώσσα είναι η βυζαντινή κοινή με πολλά νεότερα δημώδη στοιχεία, Ο στίχος είναι ο τονικός δεκαπεντασύλλαβος που θα επικρατήσει στη νεοελληνική ποιητική γλώσσα. Το θέμα αφορά των ήρωα των ακριτικών περιοχών της αυτοκρατορίας και θα περάσει στη προφορική παράδοση της προφορικής νεοελληνικής ποίησης.

Η Εποποιία 

Η εποποιία ως είδος σχετίζεται με τις απαρχές των μεσαιωνικών γραμμάτων. Ορισμένοι υφολογικοί κανόνες του έπους, η μαγική ρυθμική επανάληψη και η υπερβολή του προέρχονται από τα παλιά «βαρβαρικά τραγούδια» που εξυμνούσαν κατορθώματα βασιλιάδων και την καταγραφή τους ζήτησε ο Καρλομάγνος, σύμφωνα με τον Εζινάρ. Έχοντας γεννηθεί ταυτόχρονα με τις πρώτες λογοτεχνικές μορφές η εποποιία τείνει να υποχωρεί προς όφελος άλλων τύπων αφήγησης που επιλέγουν τη μυθιστοριογραφία (μυθιστόρημα) ή επιλέγουν να βασιστούν στην αλήθεια (ιστοριογραφία), ωστόσο, ποτέ δεν εξαφανίζεται ολοκληρωτικά.

Η Λόγια παράδοση

Πρότυπο των μεσαιωνικών επών αποτελούν τα αρχαία λατινικά και ελληνικά έπη, που μελετούνται σ’ όλη τη διάρκεια του Μεσαίωνα. Η πρώτη γενιά μυθιστορημάτων , εμπνέονται από έπη όπως μεταξύ άλλων το μυθιστόρημα της Τροίας που πηγή επηρεασμού του είναι οι λατινικές συντμήσεις της Ιλιάδας, ακόμα η Αλεξανδρειάδα του Γκωτιέ ντε Σαντιγιόν ενέπνευσε πολλές απομιμήσεις.

Πέραν της αναβίωσης σε εξάμετρο στίχο αρχαίων θεμάτων, οι λόγιοι του Μεσαίωνα αντλούν τη θεματολογία του και από την επικαιρότητα. Τα κατορθώματα αντρών όπως ο Καρλομάγνος, ο πάπας Λέων, ο Φρειδερίκος Βαρβαρόσσα γίνονται θέματα εγκωμιαστικών βιογραφιών. Επίσης μεγάλες μάχες ή στρατιωτικές εκστρατείες εμπνέουν τους λόγιους ποιητές (σταυροφορίες κ.λ.π.). Τέλος, ορισμένα έργα δείχνουν πως γίνεται εύκολα το πέρασμα από τη λόγια παράδοση στην αντίστοιχη των λαϊκών θρύλων.

Το Έπος της Κοινότητας

Μια δεύτερη παράδοση δημιουργεί η μυθική ιστορία της κοινότητας. Αυτή μπορεί να καταχωρηθεί στην λαϊκή εποποιία. Οι συγγραφείς των των έργων της συγκεκριμένης ομάδας αποτελούν επαγγελματίες ποιητές, οι οποίοι κατέχουν συχνά μεγάλη μόρφωση.         

ΟΝΤΙΝ
ΟΝΤΙΝ

Στη Γερμανία και τη Σκανδιναβία ανιχνεύονται μυθολογικές ή θρησκευτικές εποποιίες. Αρκετά κείμενα εξυμνούν τόσο τους ήρωες των μεγάλων μεταναστεύσεων και των βαρβαρικών εισβολών όσο και θεούς όπως ο Όντιν ή ο Θωρ.

Στην Ιρλανδία, επίσης υπάρχει ένα τμήμα μυθολογικής εποποιίας. Ο κύκλος

των “Ulates”, που συγκροτήθηκε πριν τον 8ο αιώνα , παρέχει πολύτιμες

πληροφορίες για τον προ-χριστιανικό πολιτισμό της χώρας, με αφηγήσεις ληστρικών επιδρομών, γλεντιών ή ερωτικών κατακτήσεων, ενώ ο κύκλος των “Fenians” ανήκει κάπου ανάμεσα στην ιστορική και την μυθολογική εποποιία.

Επίσης στη Σκανδιναβική και κυρίως την αγγλοσαξονική εποποιία διακρίνονται επαφές ανάμεσα σε διαφορετικές θρησκείες.

Το βυζαντινό έπος «Διγενής Ακρίτας» (12ος αιώνας) είναι ιστορικού χαρακτήρα και παραπέμπει στον θεσμό των «ακριτών», οι οποίοι υπήρξαν συνοριακοί στρατιώτες που ζουν στη γη που τους έχει παραχωρηθεί με αντάλλαγμα την συνδρομή στην άμυνα.

Στην Ισπανία το Άσμα του Σιντ (περ. 1140), παρέχει ενδιαφέρουσες πληροφορίες για τις σχέσεις μεταξύ μουσουλμάνων και χριστιανών στο τέλος του 11ου αιώνα.

Στην σλαβική παράδοση το έργο Λόγος για την εκστρατεία του Ιγκόρ εμπνέεται από ιστορικό γεγονός. Ο συγγραφέας εστιάζει σε ένα πολιτικό γεγονός του τόπου του.

Η γαλλική εποποιία ταλαντεύεται ανάμεσα σε ιστορική ακρίβεια και επιθυμία να υπηρετήσει το με το ηρωικό στοιχείο μια βιωμένη πραγματικότητα.

Η γερμανική εποποιία αναφέρεται σε ιστορικά πρόσωπα (Θεοδώριχος, Αττίλας) αλλά με τρόπο που δεν συμβιβάζεται με την ιστορική πραγματικότητα και συχνά χρησιμοποιούνται θέματα που πηγάζουν από το θρύλο και τη μυθική παράδοση. Ωστόσο, τα κείμενα αυτά παρέχουν ενδιαφέρουσες πληροφορίες για την εποχή και την ιπποσύνη.

Θεματικές

Η σημασία των κοινωνικών δεσμών αποτελεί θεμελιώδη σταθερά για την εποποιία, είτε πρόκειται για την κοινωνική δομή είτε για το ρόλο της συγγένειας. Οι συγκρούσεις που δημιουργούνται σ’ αυτό το πλαίσιο, είναι γενεσιουργές αιτίες της επικής πράξης.

Η πρώτη από τις κοινωνικές προσταγές αποτελεί την ένοπλη προστασία της κοινότητας. Οι αφηγήσεις των μαχών έχουν πρωτεύουσα θέση. Οι δεσμοί που προκύπτουν από τους γάμους διασφαλίζουν την ενότητα ή τη διεύρυνση της κοινότητας. Η εποποιία ασχολείται επίσης με την ερωτική αναζήτηση. Τέλος, η εποποιία εμπεριέχει αφηγήσεις θαυμαστών περιπετειών, εμπνευσμένες πολλές φορές από την ιστορία.

Ο Επικός ήρωας                               ΙΠΠΟΤΗΣ

Ο επικός ήρωας δεν έχει ατομικό χαρακτήρα, αντίθετα συγκεντρώνει όλες τις αρετές της ομάδας στην πάλη της με την μοίρα. Συνήθως, με εξαίρεση αυτούς που συναρπάζονται από την περιπέτεια, έχουν μια τραγική υπόσταση. Επίσης, στα κείμενα που είναι εμφανής η χριστιανική επίδραση, το έργο του πεπρωμένου συνδυάζεται με τον θυσιαστικό χαρακτήρα.

Μετατοπίσεις-Επανεμφανίσεις

Όπως και οι άλλες λογοτεχνικές μορφές του Μεσαίωνα, οι εποποιίες δεν περιορίζονται σε μια συγκεκριμένη πολιτισμική περιοχή και εξακολουθούν να υπάρχουν ακόμα και μετά την ατόνηση των νοητικών ή κοινωνικών δομών της εποχής δημιουργίας τους.

Οι μετακινήσεις ανάμεσα στις περιοχές παρουσιάζουν διπλό ενδιαφέρον: Βοηθούν στην ανασύνθεση – μέσω της συγκριτικής μεθόδου – ορισμένων θρύλων που δε διασώθηκαν ολόκληροι, ενώ ταυτόχρονα επιβεβαιώνουν την επιτυχία μιας διήγησης. Οι μετατοπίσεις προκάλεσαν φαινόμενα οικειοποίησης και αντίδρασης.

Εξάλλου η διάδοση των γαλλικών επών στην Ιταλία βοηθούν στη δημιουργία μια γαλλο-ενετικής γλώσσας.

Ιδιαίτερη μνεία αξίζουν τα έργα Ιταλών ποιητών που οι διασκευές τους οδηγούν στην ανανέωση της επικής μορφής κατά τον Μεσαίωνα. Ονόματα όπως των: Πούλτσι, Μποϊράντο, Αριόστο, Τάσσο, με την προβολή του ερωτικού συναισθήματος, την ξεχωριστή θέση που δίνουν στο θαυμαστό και το μαγικό, την επιλογή νέων στιχουργικών πλαισίων, αναδημιουργούν μια ηρωική, ιπποτική ποίηση.

Το ουσιαστικό χαρακτηριστικό της ιταλικής ιπποτικής ποίησης είναι ότι για τρεις αιώνες κράτησε ζωντανή στη μνήμη του κοινού, κι όχι μονάχα στη σκέψη των μελετητών της λογοτεχνίας, την ιπποτική παράδοση ως πολιτιστική αξία.

Λυρική και σατιρική ποίηση

Εμφανίστηκε κατά τον ύστερο μεσαίωνα ως ξεχωριστό ρεύμα λογοτεχνίας δημωδών γλωσσών, ανεξάρτητο από την εκκλησιαστική παράδοση

Το θέμα αυτό [ορισμού της λυρικής ποίησης] απέκτησε τεράστια σημασία στην πολύ νεότερη ιστορία της λογοτεχνίας: η λυρική ποίηση μοιάζει συχνά να κρατάει, ιδίως μετά το 19ο αι., το μυστικό της ποιητικής δημιουργίας.

Πρόκειται για σχετικά σύντομα ποιήματα. Η συντομία αυτή επιτρέπει ή και επιβάλλει τη διαρκή επινόηση και καλλιέργεια κατά καιρούς και κατά τόπους, διαφορετικών μορφών και τρόπων στιχουργικής. (86)

Υπεισέρχεται, εξάλλου, έμμεσα ή άμεσα το αίτημα της μουσικότητας του ποιητικού λόγου, αντανακλώντας και τη στενή αρχική σχέση μεταξύ γραφής και προφορικότητας και, ειδικότερα, μεταξύ ποίησης και μουσικής… (86)

Βασικό θέμα της λυρικής ποίησης είναι ο έρωτας. Σκοπός ωστόσο, δεν είναι η αφήγηση μιας ερωτικής ιστορίας. Ο έρωτας για τη λυρική ποίηση είναι ίσως ή κατεξοχήν εκδήλωση του ιδιαίτερου κόσμου κάθε συγκεκριμένου ανθρώπου.(86)

Ο όρος «λυρική ποίηση» συχνά χρησιμοποιείται με πολύ γενική σημασία, αναφερόμενος κυρίως στο επίπεδο της μορφής, για να δηλώσει το σύνολο της μη αφηγηματικής ποίησης. Στην περίπτωση αυτή συμπεριλαμβάνει επιμέρους ποιητικά είδη αρκετά διαφορετικής έμπνευσης ή θέματος, όπως είναι η σατιρική ποίηση, με την έμφασή της στην κοινωνική κριτική και το κωμικό στοιχείο.

Μεσαιωνικός λυρισμός και τροβαδούροι

Στην Ευρώπη του Μεσαίωνα οι λόγιες γλώσσες χρησιμοποιήθηκαν για να γραφεί ποίηση μιμούμενη τα λυρικά είδη της παλαιότερης ελληνικής και λατινικής γραμματείας..

Η λατινική ποίηση, απελευθερωμένη, από τα δεσμά της μετρικής, δοκιμάζει τις δυνατότητες του ρυθμού ή της ομοιοκαταληξίας και δε διαφέρει, ως προς τα θέματά της, από τη ποίηση που γράφεται στην ομιλούμενη γλώσσα Μιλάει για τον έρωτα με λεπτότητα και περίσκεψη, ή με δυναμισμό και κάποτε με αθυροστομία.

Σημασία, όμως, εξαιρετική αποδίδεται, κατά κανόνα, σε ορισμένες μορφές λυρικής και σατιρικής ποίησης δημωδών γλωσσών, οι οποίες άρχισαν να εμφανίζονται στη Δύση από το τέλος του 11ου αι και θεωρούνται ως πρώτες εκφάνσεις μιας νεότερης λογοτεχνικής συνείδησης.

…θεωρείται ότι οι ποιητές αυτοί ανήκουν, κατά μεγάλο μέρος, στον καινούριο κύκλο των τοπικών φεουδαρχικών αυλών, των αναγκών και των ηθών τους…. ήταν συχνά προστατευόμενοι τοπικών αρχόντων ή άρχοντες και φεουδάρχες οι ίδιοι. Για τη σατιρική ποίηση ειδικότερα, πόλος κοινωνικής αναφοράς θεωρούνται, μάλλον, οι αναπτυσσόμενες μεσαιωνικές πόλεις.

 ΙΠΠΟΤΗΣ-2

Η ακτινοβολία του λυρισμού του οκ, στην Ισπανία και Β. Ιταλία οφείλεται στην υποδοχή που βρήκαν οι τροβαδούροι στις αυλές της Βαρκελώνης, της Αραγωνίας, ή της Καστίλης, καθώς και της Μάντουας και των Μομφερατικών μαρκησίων.

 

Πρώτη χρονικά, αλλά και σπουδαιότερη για την ιστορία της ευρωπαϊκής λογοτεχνίας, είναι η λυρική ποίηση που καλλιεργήθηκε σε μια γλώσσα νεκρή σήμερα: τη λεγόμενη γλώσσα του Οκ…. Η γλώσσα του Οκ ήταν ρωμανική διάλεκτος που μιλιόταν και τραγουδιόταν σε μια μεγάλη γεωγραφική έκταση: με έδρα τη Προβηγκία, περιελάμβανε περιοχές της Ν. Γαλλίας, Β. Ισπανίας και Β. Ιταλίας.

Το καθοριστικό φαινόμενο είναι η άνθηση, στα τέλη του 11ου αι, μιας ποίησης στη γλώσσα του οκ, με μεγάλη μορφική και ιδεολογική πρωτοτυπία, που αντλεί από πολλές πηγές αλλά επιβάλλεται σαν πρότυπο στην Β. Γαλλία και στην Γερμανία, ενώ καλλιεργείται στη δική της γλώσσα, στην Ισπανία και Β. Ιταλία.

Η γλώσσα του οκ ήταν ρωμανική διάλεκτος που μιλιόταν και τραγουδιόταν σε μια μεγάλη γεωγραφική έκταση: με έδρα την Προβηγκία περιελάμβανε περιοχές της Ν. Γαλλίας, Β. Ισπανίας και Β. Ιταλίας. Εκεί, απ’ ό,τι φαίνεται, η ώριμη φεουδαρχία είχε προσλάβει ιδιόρρυθμες πολιτισμικές διαστάσεις.

Στο πλαίσιο αυτού του «προβηγκιανού» πολιτισμού, εμφανίστηκε και αναπτύχθηκε ήδη από τα τέλη του 11ου αιώνα, διαδεδομένη ευρύτατα, κυρίως κατά τη διάρκεια του 12ου, η ποίηση που έγραφαν, συνέθεταν ως μουσική και τραγουδούσαν οι λεγόμενοι τροβαδούροι.

Πολλοί Καταλανοί τροβαδούροι και αρκετοί Ιταλοί γράφουν στα προβηγκιανά. Όμως ο προβηγκιανός πολιτισμός μεταφέρεται και σε άλλες γλώσσες, παίζοντας έτσι ένα ουσιαστικό ρόλο στη γενικότερη ανάπτυξη του λυρισμού, όπως στη Γαλλία των Πλαταγενετών και στην Ιταλία, υπό την αρωγή του αυτοκράτορα Φρειδερίκου Β’ Χοχενστάουφεν

Τον 13ο αι, όταν η παράδοση των τροβαδούρων είχε πλέον αρχίσει να φθίνει, εμφανίστηκαν και κείμενα που θα μπορούσαμε να τα θεωρήσουμε πρώιμες νεότερες πραγματείες ποιητικής τέχνης: κωδικοποιούσαν τους ιδιαίτερους κανόνες της στιχουργικής τέχνης των τροβαδούρων, αποδίδοντάς της, μάλιστα το χαρακτήρα της κατεξοχήν ερωτικής ποίησης.

Τροβαδούροι και νεότερη ποίηση

Το θέμα του «ευγενούς έρωτα» φαίνεται ότι αποτελεί βασική γέφυρα σύνδεσης της ώριμης μεσαιωνικής ποίησης όχι μόνο με τη νεότερη λογοτεχνία, αλλά και με μια ιδιαίτερη εικόνα του ανθρώπινου προσώπου και του συναισθηματικού κόσμου – πάντα υπό την ανδρική οπτική.

Διαμορφώθηκε, έτσι, η εικόνα του έρωτα ως επιθυμίας ενός ιδανικού, ίσως μάλιστα επιθυμίας της ίδιας της ιδέας του ιδανικού. Η γυναίκα, συναρτώμενη, ενδεχομένως, με τη χριστιανική μορφή της Παρθένου, εκπροσωπούσε σαν σχήμα λόγου την ιδέα αυτή. Η μορφή της όφειλε να είναι απλησίαστη.

Η ιδεολογία της εποχής εξαίρει μια τέχνη ζωής, που στηρίζεται σε ένα σύστημα αξιών με προεξέχοντα το «μέτρο» και τη «νεότητα», αλλά και στη μεταμόρφωση του ανθρώπου μέσα από έναν τέλειο έρωτα.

Ίσως, τελικά, αλλού βρίσκεται η αξία των τροβαδούρων για τη νεότερη λογοτεχνία. Η παράδοση των τροβαδούρων μεταφέρει μια αρκετά συγκεκριμένη και, μάλλον, νέα αντίληψη για τον επαγγελματία της τέχνης του λόγου…ταλαντεύεται ανάμεσα στους δεσμούς της αλληλεγγύης και τη ροπή μιας εξαιρετικής ιδιαιτερότητας. Και αν κάτι αντανακλά ή εκφράζει με σαφήνεια η ποίηση των τροβαδούρων, είναι ακριβώς αυτή η καινούρια εικόνα του ποιητή.

Ο πολιτισμός των τροβαδούρων, σύντομα μαράθηκε, αλλά η ποίησή τους και η αντίστοιχη εικόνα του ποιητή λειτούργησαν ως πρότυπα παρεμφερών τάσεων, που αναφάνηκαν σε όλη την Ευρώπη.

Μέσω του Πετράρχη και της ιταλικής Αναγέννησης, αυτή η τροπή παίρνει κάπως διαφορετικούς δρόμους και απλώνεται στο μεγάλο κύμα της λυρικής ποίησης των πρώτων αιώνων της νεότερης Ευρώπης.

Έμμετρες μυθιστορίες

Οι μυθιστορίες αποτελούν έμμετρα κείμενα σε δημώδεις γλώσσες. Εμφανίζονται κατά τον 12ο αιώνα και γνωρίζουν μεγάλη απήχηση, ενώ σήμερα θεωρούνται ιδιαίτερο λογοτεχνικό είδος.

Αποτελούν αφηγηματικό είδος με μακροσκελή μορφή και διατηρούν σαφείς αποστάσεις από τους κανόνες και το ύφος του έπους, αλλά συνάμα δείχνουν να έχουν ενσωματώσει πολλά λυρικά στοιχεία.

Τα κείμενα αυτά αποκαλούνται romans (στα γαλλικά όπου αναπτύχθηκαν ιδιαίτερα), όρος που αργότερα χρησιμοποιήθηκε και για το μυθιστόρημα.

Οι ιστορικοί της λογοτεχνίας συνδέουν τις μυθιστορίες από ιστορική σκοπιά με:

1. τοπικές προφορικές παραδόσεις δημωδών γλωσσών.

2. μετεξελίξεις της ελληνικής και λατινικής ποίησης, στο επίπεδο της γλώσσας και με έμφαση

στις ερωτικές περιπέτειες.

3. αφηγήματα της ελληνιστικής και ρωμαϊκής περιόδου, με έμφαση σε προσωπικές και ερωτικές περιπέτειες, στα οποία αποδίδεται συχνά ο χαρακτηρισμός «μυθιστόρημα».

Η λογοτεχνία της μυθιστορίας

Στον 12ο αιώνα, εμφανίζεται στο Βυζάντιο, στα ίχνη της παράδοσης του αλεξανδρινού μυθιστορήματος, το έργο Τα κατά Ροδάνθη και Δοσικλέα που αποδίδεται στον Θεόδωρο Πρόδρομο. Όπως όλα τα ελληνικά μυθιστορήματα της εποχής του, το κείμενο ακολουθεί το περίπλοκο υπόδειγμα των Αιθιοπικών του Ηλιόδωρου και διαδραματίζεται σε ένα ανασυνθεμένο ειδωλολατρικό περιβάλλον. Διατηρεί την παράδοση του είδους (αλληγορία), όσο και του ύφους: γραμμένο στα αρχαία ελληνικά

Η ιστορία του βασιλέα Απολλώνιου της Τύρου (2ος αιώνας), μαρτυρά τη σημασία που είχε για τη λατινική Δύση η αλεξανδρινή μυθιστορηματική παράδοση και παίζει ουσιαστικό ρόλο στην ανάπτυξη του μυθιστορήματος των περιπετειών, καθώς και του ερωτικού. Το συγκεκριμένο έργο δανείζεται από πολλές πηγές, ενώ κρατάει αμείωτο το ενδιαφέρον του αναγνώστη, με τη ζωντάνια της ταξιδιωτικής διήγησης και με την ποικιλία περιπετειών (συχνά σκανδαλιστικών). Ωστόσο, τελικά επικρατούν ο έρωτας και η αρετή.

Στην Γαλατία, η ιστορία ήταν γνωστή από τον 6ο αιώνα και μεταδόθηκε από περισσότερα από 60 χειρόγραφα. Μεταφράστηκε στα αρχαία αγγλικά στον 10ο αιώνα και στα μέσα αγγλικά, με μεγάλη επιτυχία τον 14ο αιώνα. Επίσης διασώζονται αποσπάσματα στα αρχαία γαλλικά τον 12ο αιώνα. Ενώ στην Γερμανία, η «ιστορία» είναι γνωστή τον 12ο & 13ο αιώνα. Μια από τις πιο πρωτότυπες αποδόσεις είναι γραμμένη στα ισπανικά τον 13ο αιώνα. Στην Βοημία, η ιστορία του Απολλώνιου μεταφέρθηκε στα παλιά τσέχικα τον 14ο αιώνα.

Η κλίση για διαδοχικές περιπέτειες χαρακτηρίζει κι ένα λατινικό κείμενο με τίτλο Ruodlieb, συγγραφέας του οποίου πρέπει να ήταν ένας γραμματικός του Βαυαρικού μοναστηριού του Τέγκερνζέε (1ο μισό του 11ου αιώνα). Αυτό είναι το πρώτο πρωτότυπο μεσαιωνικό μυθιστόρημα.

Είναι πολύ πιθανό, οι μυθιστορίες να γνώρισαν μεγάλη ανάπτυξη στις χώρες που η επική ποίηση δεν είχε βαριά παρουσία και ακολουθούσε τους δρόμους της προφορικής ποίησης, μάλλον, παρά των αρχαίων προτύπων (Γαλλία). Με αυτόν τον τρόπο υπήρξαν αρωγοί της απελευθέρωσης της μεσαιωνικής αφηγηματικής λογοτεχνίας από το αυστηρό δύσκαμπτο πλαίσιο του μεσαιωνικού έπους και στάθηκαν αμεσότεροι πρόδρομοι της νεότερης πεζογραφίας – μυθιστορήματος και διηγήματος.

Οι μυθιστορίες διακρίνονται σε δύο μεγάλες κατηγορίες:

1. Ιπποτικές μυθιστορίες. Τα αφηγήματα αυτά έδωσαν τη νεότερη μορφή τους σε θρύλους δυτικοευρωπαϊκών χωρών, ενσωματώνοντας στοιχεία της μεσαιωνικής φεουδαρχίας. Ήρωες είναι περιπλανώμενοι ιππότες των φεουδαρχικών αυλών αποζητώντας περιπέτειες. Κεντρικό θέμα είναι και εδώ ο ευγενής έρωτας, ο οποίος γίνεται διαμεσολαβητής ανάδειξης του υψηλού ήθους των ιπποτών. Με τη μορφή αυτή, οι παλιοί θρύλοι προσέλαβαν το χαρακτήρα μιας νεότερης πανευρωπαϊκής μυθολογίας.

Χαρακτηριστικότερο δείγμα του είναι το Τριστάνος και Ιζόλδη.                                        

Επίσης, λογιότερη μορφή έχουν τα έργα ενός από τους πρώτους επώνυμους                           ΒΑΣΙΛΙΑΣ ΑΡΘΟΥΡΟΣ

συγγραφείς της Δύσης: του Γάλλου Κριτιέν ντε Τρουά (1138-1183), ο οποίος με το

έργο του συνέβαλε στην καθιέρωση μιας συγκεκριμένης διαλέκτου ως λογοτεχνικής

και αργότερα ως επίσημης γαλλικής γλώσσας. Πηγή είναι ο θρύλος του βασιλιά

Αρθούρου, αναγόμενος στην παγανιστική παράδοση των Κελτών.

2. Διδακτικές ή σατιρικές μυθιστορίες. Ξεχωρίζει το συλλογικό έμμετρο γαλλικό

αφήγημα της Μυθιστορίας της Αλεπούς, με ήρωες ζώα που αντιπροσωπεύουν

ανθρώπους. Ανάμεσα στις δύο παραπάνω κατηγορίες βρίσκεται το γαλλικό, Roman de la Rose (μυθιστορία του ρόδου), όπου συνυπάρχουν σατιρικά και διδακτικά στοιχεία. Παράλληλα, δεν λείπει το θέμα του έρωτα αλλά και το θρησκευτικό στοιχείο. Η ποικίλη μορφή του το καθιστά συγγενές με τα πρώτα νεότερων συλλογών διηγημάτων (14ος αιώνας) ή και τα πρώτα νεότερα ευρωπαϊκά μυθιστορήματα.

Η μυθιστορία σχετίζεται με τα νέα κοινωνικά περιβάλλοντα του ώριμου φεουδαρχισμού.

Πολυμορφία συναντάμε και στη βυζαντινή μυθιστορία: μέχρι το 12ο αιώνα τα αφηγήματα είναι σε μεγάλο βαθμό αλληγορικά και σε αττικίζουσα γλώσσα. Από τον 13ο και κυρίως τον 14ο αιώνα, εμφανίζονται τυπικά ιπποτικές μυθιστορίες που συνδυάζουν το δυτικό πρότυπο με στοιχεία ελληνικής λαϊκής ποίησης, σε γλώσσα και ύφος μάλλον δημώδη και στίχο δεκαπεντασύλλαβο.

Τέλος 3ου μέρους, συνεχίζεται