Ιλιάδα-Όμηρος μετάφραση και σχολιασμοί Δ. Σιατόπουλου/ Εκδόσεις Ωκεανός
Μέρος πρώτο: Ιλιάδα και ο Πόλεμος την εποχή του χαλκού
Το έπος της Ιλιάδας, εμπνευσμένο από τον πόλεμο της Τροίας περιγράφει την σύγκρουση μεταξύ Αχαιών και Τρώων κατά την όψιμη εποχή του χαλκού και λίγο πριν τα χάλκινα όπλα αντικατασταθούν οριστικά από εκείνα που κατασκευάζονταν από το ισχυρότερο μέταλλο του σιδήρου.
Ο Όμηρος σ’ αυτό το κορυφαίο έπος, μας δίνει πληθώρα πληροφοριών για τα ήθη και τα έθιμα των λαών που αναμετρήθηκαν, την κοινωνική οργάνωση, τη θρησκεία τους και τους θεούς που λάτρευαν, τους κώδικες τιμής και τις αξίες τους. Επιπλέον, το πλαίσιο στο οποίο ο ποιητής περιγράφει και δομεί τους χαρακτήρες των ηρώων του, είναι η δεκαετής σύγκρουση στα παράλια της Τροίας και από αυτήν την άποψη πέραν του άρτιου ψυχογραφήματος των πρωταγωνιστών και των έντονων συναισθημάτων που βίωναν, μας δίνει πολύ γλαφυρές περιγραφές για τις πολεμικές τακτικές, τον τρόπο που διεξάγονταν οι μάχες και την τεχνολογία που χρησιμοποιούσαν οι μαχητές εκείνης της μακρινής εποχής.
Με αυτήν την έννοια, στο συγκεκριμένο θέμα θα προσπαθήσουμε να μεταφέρουμε, όπως ακριβώς μας περιγράφει ο Όμηρος τις δυνάμεις των δύο αντίπαλων στρατοπέδων, τις πολεμικές συνήθειες και τακτικές τους, τα μέσα που χρησιμοποιούσαν για άμυνα κι επίθεση, τους τρόπους που μετακινούνταν και τους ηγέτες που υπάκουαν.
Οι οχυρώσεις κι μάχες εκ παρατάξεως
Το έπος περιγράφει 51 ημερόνυχτα από το τελευταίο έτος του δεκαετούς πολέμου, αλλά όπως μας αναφέρει ο Όμηρος, στους αμυνόμενους έρχονταν ενισχύσεις από ξεκούραστους κι ετοιμοπόλεμους άντρες σε όλη τη διάρκεια της σύρραξης. Στα προηγούμενα έτη, πριν την αποχώρηση του Αχιλλέα και των Μυρμιδόνων από τη σύγκρουση, οι μάχες δίνονταν κυρίως με τους Τρώες κλεισμένους πίσω από τα τείχη, ενώ οι Αχαιοί δεν είχαν λάβει ιδιαίτερα μέτρα για την άμυνα στου στρατοπέδου τους.
Ωστόσο, έπειτα από την αποχώρηση των ειδικών δυνάμεων των Μυρμιδόνων, οι συσχετισμοί αλλάζουν κι οι Αχαιοί δέχονται μεγάλη πίεση, καθώς οι αντίπαλοι τους πολεμούν πλέον έξω από τα τείχη. Έτσι, έπειτα από συμβουλές κι οδηγίες του έμπειρου Νέστορα, οι επιτιθέμενοι πολιορκητές υψώνουν για πρώτη φορά αμυντικό τείχος και σκάβουν τάφρο γύρω από αυτό. Ο Όμηρος μας περιγράφει γλαφυρά τις σκληρές συγκρούσεις στις οποίες οι πολιορκητές πήραν το ρόλο του πολιορκούμενου. Ο ποιητής επιδεικνύει μάλιστα άριστες γνώσεις ανατομίας του ανθρώπινου σώματος, καθώς οι περιγραφές των τραυματισμών δίνονται με ακρίβεια σύγχρονης τομογραφίας.
Όταν οι δύο στρατοί βρίσκονται αντιμέτωποι στην ανοικτή πεδιάδα σε μάχη εκ παρατάξεως, ο ποιητής μας περιγράφει την παράταξη των φαλάγγων που ήταν υπό τις οδηγίες του Νέστορα. Αυτός λοιπόν τοποθετούσε στην πρώτη γραμμή τα άρματα, όπως στους σύγχρονους στρατούς μπαίνουν τα τεθωρακισμένα. Στο κέντρο τοποθετούσε του πιο δειλούς στρατιώτες και πίσω τους πιο αντρείους να τους πιέζουν, ώστε να υπάρχει ισορροπία.
Εξάλλου, όπως μας λέει ο Όμηρος, σε αρκετές περιπτώσεις οι μαχητές έβγαιναν από την παράταξη ώστε να επιφέρουν χτύπημα σε κάποιο εχθρό. Κατόπιν έτρεχαν πάλι πίσω για να καλυφθούν από τους άντρες της φάλαγγας. Επίσης, σε κάποιες συγκρούσεις οι υποχωρήσεις γίνονταν με τάξη και πειθαρχία, όπως αυτή που καθοδηγούσε ο Διομήδης. Σε κάποιες άλλες στιγμές όμως, η υποχώρηση ήταν άτακτη, με αποτέλεσμα αρκετοί στρατιώτες να δέχονται τα διόλου τιμητικά χτυπήματα στην πλάτη.
Τα σώματα στρατού κι οπλισμός: τα άρματα, το πεζικό, οι τοξότες, οι δολιοφθορείς κι οι κατάσκοποι
Αξίζει να επισημάνουμε πως η στρατιωτική αριστοκρατία, επέβαινε σε άρματα τα οποία έσερναν δύο άλογα, ενώ συνήθως ένα τρίτο άλογο έτρεχε δεμένο δίπλα από το άρμα για την περίπτωση που τραυματίζονταν κάποιο από τα προηγούμενα. Ιδιαίτερη αναφορά κάνει ο ποιητής στα περίφημα άλογα του Σαρπηδόνα που καταφέρνει να αποσπάσει ο Διομήδης, στα άλογα των Θρακών που κλέβουν με νυχτερινή επιδρομή ο Οδυσσέας με το Διομήδη και στα θεϊκής καταγωγής άλογα του Αχιλλέα που υπάκουαν μόνο σε εκείνον. Μάλιστα το ένα από τα τελευταία, ο Ξάνθος μιλάει με ανθρώπινη φωνή στον Αχιλλέα και προφητεύει τον θάνατο του ήρωα. Σε πολλές περιπτώσεις όμως, οι ήρωες άφηναν τους οδηγούς και κατέβαιναν από τα άρματα για να πολεμήσουν.
Το πεζικό αποτελούσε το βασικό σώμα στρατού κι ήταν οπλισμένο με επιθετικά κι αμυντικά όπλα. Στα επιθετικά όπλα συγκαταλέγονταν το μακρύ ακόντιο που συνήθως το πετούσαν και το σπαθί για μάχη από κοντά, ενώ ο Όμηρος μας αναφέρει πως σε πολλές περιπτώσεις οι πολεμιστές χρησιμοποιούσαν και πέτρες που έβρισκαν στο πεδίο της μάχης, τις οποίες πετούσαν. Από τα αμυντικά όπλα βασικό ήταν η ασπίδα που φτιάχνονταν από διάφορα υλικά, μεταξύ των οποίων: το δέρμα, ο χαλκός ή ακόμα κι ο Χρυσός. Μεταξύ των αμυντικών όπλων ήταν επίσης το κράνος για το κεφάλι, η πανοπλία που προστάτευε το θώρακα και την κοιλιά κι περικνημίδες για τα πόδια. Εδώ αξίζει να αναφέρουμε τις ακόλουθες περιπτώσεις. Στην πρώτη, ο Διομήδης κι ο Γλαύκος ετοιμάζονται να μονομαχήσουν, όμως σε συνομιλία πριν τη μάχη βρίσκουν πως τους ενώνουν ισχυροί δεσμοί και φιλία από τους προγόνους τους. Έτσι αποφασίζουν να αποφεύγουν ο ένας τον άλλο στη μάχη κι ανταλλάσσουν τα άρματά τους, δίχως ο Γλαύκος να λογαριάζει (ο ποιητής το αποδίδει μεταφορικά σε προσωρινή «τρέλα») πως η δική του πανοπλία ήταν από χρυσό. Στη δεύτερη περίπτωση, ο Αχιλλέας παραλαμβάνει τη νέα του πανοπλία, φτιαγμένη από τον ίδιο τον Ήφαιστο. Τα όπλα ήταν τόσο εντυπωσιακά που ακόμα κι οι σκληροτράχηλοι Μυρμιδόνες φεύγουν έντρομοι. Αν μάλιστα σε αυτό το σημείο, αναλογιστούμε και την ισόπαλη μονομαχία του Έκτορα με τον Αίαντα, όπου ο δεύτερος κατάφερε να διαπεράσει τη θωράκιση του πρώτου, μπορούμε να υποθέσουμε πως οι Αχαιοί υπερτερούσαν στην κατασκευή του οπλισμού από τους Τρώες.
Επιπλέον, σε μία ιδιαίτερη περίπτωση κατά την επέλαση των Τρώων στα πλοία των Αχαιών, ο Αίαντας καταφέρνει να αμυνθεί πάνω σε ένα πλοίο, κρατώντας ένα κοντάρι που ο Όμηρος περιγράφει ως «ναυμαχικόν» κι από ότι φαίνεται ήταν μακρύτερο γιατί προορίζονταν για μάχες μεταξύ πλοίων.
Ξεχωριστό κομμάτι του στρατού αποτελούσαν οι τοξότες όπου πολεμούσαν από απόσταση και τηρουμένων των αναλογιών είχαν το ρόλο που στις μέρες μας αναλαμβάνει το ελαφρύ πυροβολικό. Παρά την αναμφισβήτητη χρησιμότητά τους, συνήθως επιλέγονταν οι άντρες που δεν ήταν καλοί στη μάχη εκ παρατάξεως. Εδώ οφείλουμε να μνημονεύσουμε από την μεριά των Τρώων τον πρίγκιπα Αλέξανδρο-Πάρη, ο οποίος σε άλλο έπος του Τρωικού κύκλου κι όχι στην Ιλιάδα, καταφέρνει να σκοτώσει τον ακαταμάχητο Αχιλλέα. Από την πλευρά των Αχαιών, περίφημος τοξότης ήταν ο Φιλοκτήτης ο οποίος κατείχε το τόξο του ημίθεου Ηρακλή κι είχε απομείνει στη Λήμνο δαγκωμένος από φίδι. Κι αυτός σε άλλο έργο του Τρωικού κύκλου, θεραπεύεται κι όταν φτάνει στην Τροία σκοτώνει τελικά τον Αλέξανδρο-Πάρη σε μονομαχία.
Όσον αφορά τους δολιοφθορείς και τους κατασκόπους, αυτοί δεν αποτελούν ξεχωριστό σώμα, αλλά αναλαμβάνουν εθελοντικά αποστολές. Κι εδώ αξίζει να μνημονεύσουμε μια περίπτωση από κάθε πλευρά. Από την πλευρά των Δαναών, έπειτα από νυχτερινή σύναξη των πρωταρχηγών, ο Διομήδης κι ο Οδυσσέας αναλαμβάνουν να κατασκοπεύσουν το αντίπαλο στρατόπεδο. Ωστόσο, έπειτα από πληροφορίες που εκμαιεύουν από εχθρό, επιτίθενται αιφνιδιαστικά στους κοιμισμένους Θράκες κι αφού σφάζουν το βασιλιά Ρήσσο κι αρκετούς στρατιώτες, κλέβουν τα άλογά τους. Από την πλευρά των Τρώων, ο αρχηγός Έκτορας ζητάει κάποιον εθελοντή να νυχτερινή κατασκόπευση του εχθρού με κάποιο αντάλλαγμα. Προσφέρεται ο Δόλωνας, γόνος εύπορης οικογένειας που ζητάει δίχως περίσκεψη, σαν αντάλλαγμα τα άλογα του Αχιλλέα. Όμως, ο νεαρός εθελοντής, αποδεικνύεται αναξιόχρεος και κατά τη σύλληψη του, ομολογεί και πράγματα που εύκολα θα μπορούσε να αποκρύψει.
Τέλος, τουλάχιστον από την πλευρά των Αχαιών, οφείλουμε να συνυπολογίσουμε τις Ειδικές Δυνάμεις που άκουγαν στο όνομα Μυρμιδόνες. Φυσικά, εδώ αναφερόμαστε στους επίλεκτους μαχητές που ενέπνεαν τρόμο κι αγωνίζονταν στο πλευρό του φημισμένου ήρωα Αχιλλέα κι όπως συμπεραίνουμε από τη διήγηση ήταν ικανοί να αλλάξουν την τροπή της μάχης. Έτσι όταν ο ηγέτης τους αποφασίζει να αποσυρθεί από τον πόλεμο μαζί με τους άντρες του, οι Αχαιοί αναγκάζονται για πρώτη φορά κατά την δεκαετή πολιορκία να στήσουν οχυρώσεις για να προστατεύσουν το στρατόπεδο και τα πλοία τους. Ωστόσο, ούτε το πρόχειρο τείχος, ούτε καν η τάφρος είναι σε θέση να αναχαιτίσουν την ορμητικότητα των Τρώων, οι οποίοι υπό τις εντολές του ατρόμητου Έκτορα μεταφέρουν τη σύγκρουση από τα τείχη της πόλης στην παραλία κι αρχίζουν να καίνε τα καράβια σε μια συγκλονιστική σύγκρουση, μπροστά από το πλοίο του μετέφερε στην Τροία το γνωστό ήρωα Πρωτεσίλαο. Αυτός ήταν ο πρώτος Αχαιός που πάτησε στην παραλία κι όπως ακριβώς προέβλεπε ο χρησμός, βρήκε το θάνατο από το χέρι του Έκτορα. Συνεπώς, μπορούμε να αναφέρουμε με σχετική ακρίβεια πως οι άντρες που διοικούσε ο Αχιλλέας ήταν τουλάχιστον 2.500 άντρες, αν υπολογίσουμε πως οδήγησε σ’ αυτήν την περιπέτεια 50 πλοία μικρής χωρητικότητας που μετέφεραν από 50 άντρες. Ενδεικτική της ισορροπίας δυνάμεων αποτελεί η σκηνή που οι Μυρμιδόνες ξαναμπαίνουν στη μάχη, έστω υπό την καθοδήγηση του γενναίου Πάτροκλου. Αμέσως, οι έντρομοι Τρώες υποχωρούν κι απωθούνται πάλι πίσω στα τείχη της πόλης τους. Εξάλλου, η επιλογή του Έκτορα μετά τη δολοφονία του Πάτροκλου, να παρατάξει το στρατό του εκτός των τειχών κι αντίθετα από τις συμβουλές του συνετού Πολυδάμα, αποδεικνύεται καταστροφική. Την επόμενη ημέρα, οι Μυρμιδόνες αυτήν τη φορά υπό τις εντολές και τη συμμετοχή του φυσικού τους ηγέτη, οδηγούν το στρατό της Τροίας σε σχεδόν ολοκληρωτική διάλυση κι οδηγούν τον Έκτορα λόγω ντροπής, στην χείριστη επιλογή να αντιμετωπίσει μόνος του εκτός των τειχών τον οργίλο Αχιλλέα, στερώντας έτσι τον υπόλοιπο στρατό του από τη φυσική του ηγεσία.
Η σκύλευση του εχθρού κι οι κώδικες τιμής της πολεμικής αριστοκρατίας.
Ξεχωριστή μνεία αξίζει να κάνουμε στους κώδικες συμπεριφοράς και τιμής, οι οποίοι συνήθως εκδηλώνονταν μεταξύ των αντρών της πολεμικής αριστοκρατίας των αντίπαλων στρατοπέδων. Στις περισσότερες περιπτώσεις κι όπου το επέτρεπαν οι συνθήκες της μάχης, οι νεκροί αντίπαλοι σκυλεύονταν. Δηλαδή, οι νικητές απογύμνωναν τους ηττημένους από τα άρματα τους, που συνήθως τα φορούσαν εάν ήταν καλύτερα από τα δικά τους. Η συγκεκριμένη πράξη βέβαια θεωρούνταν προσβολή για το νεκρό. Βέβαια, σε κάποιες περιπτώσεις ο νικητής άφηνε απείραχτο τον εχθρό σαν ύψιστη ένδειξη σεβασμού. Εδώ χαρακτηριστική είναι η διήγηση της Ανδρομάχης στον Έκτορα, όπου του εξιστορεί το θάνατο των αδελφών της και του πατέρα της από τον ακαταμάχητο Αχιλλέα, όπου ο τελευταίος σεβάστηκε το γονιό της, δίχως να πειράξει την αρματωσιά του.
Εξάλλου, οφείλουμε να επισημάνουμε πως ο Όμηρος παρουσιάζει με εκπληκτικό τρόπο το ψυχογράφημα των ηρώων του. Έτσι, σε όχι λίγες περιπτώσεις κάποιοι από αυτούς αναγνωρίζουν κι επαινούν την πολεμική δεινότητα και την αξιοσύνη των αντιπάλων τους. Χαρακτηριστική είναι η αναγνώριση των πολεμικών αρετών του Έκτορα από όλους τους Αχαιούς. Από την άλλη, πάνω στην ένταση της μάχης κάποιοι βρίζουν τους εχθρούς, ενώ δε λείπουν κι οι στιγμές αγριότητας. Μπορούμε να μνημονεύσουμε τη συμπεριφορά του Αίαντα -ανάξια του μεγέθους του ήρωα- όπου με οργή κόβει το κεφάλι του νεκρού Ίμβριου και το πετάει στα πόδια του Έκτορα. Ο τελευταίος, όταν σκότωσε τον Πάτροκλο έκτος από την αφαίρεση του οπλισμού που στην πραγματικότητα άνηκε στον Αχιλλέα, διεκδίκησε το νεκρό του Μυρμιδόνα ώστε -όπως περιγράφει ο Όμηρος- να το δώσει στα σκυλιά. Έτσι, γύρω από τον πεσμένο Πάτροκλο δόθηκε σκληρή και πολύνεκρη μάχη, με τους Μενέλαο και Αίαντα να υπερασπίζονται τη σορό από τον Έκτορα και τους Τρώες. Μάλιστα χρειάστηκε η παρέμβαση του ίδιου του Αχιλλέα, έστω άοπλου για να κριθεί αυτή μάχη. Ο συγκλονισμένος από το θάνατο του φίλου του, γιος της θεάς Θέτιδας, εμφανίζεται και με τρεις τρομερές κραυγές, πανικοβάλει τους Τρώες σε βαθμό που αρκετοί απ’ αυτούς σκοτώθηκαν από τον πανικό μόνοι τους πάνω στην προσπάθεια τους να διαφύγουν. Τέλος, στη συγκλονιστική μονομαχία μεταξύ Έκτορα και Αχιλλέα, ο δεύτερος όχι μόνο αγνοεί την έκκληση του ετοιμοθάνατου εχθρού και τον βρίζει, αλλά κατόπιν δένει το νεκρό και το σέρνει πίσω από το άρμα του. Το γεγονός ότι δεν προχώρησε στις πλέον ακραίες απειλές του για βεβήλωση του νεκρού Έκτορα, οφείλεται μάλλον στην πριγκιπική ιδιότητα του τελευταίου και στα πλούσια ανταλλάγματα που έλαβε από τον βασιλιά Πρίαμο.
Επίσης, ο Μυρμιδόνας Αχιλλέας, όταν σκοτώνεται ο φίλος του Πάτροκλος αψηφά κι αυτόν το δικό του θάνατο, ο οποίος είναι μοιραίος και προδικασμένος εάν σκοτώσει τον Έκτορα, προκειμένου να εκδικηθεί για το θάνατο του φίλου του. Ωστόσο, τυφλωμένος από την οργή και το μίσος, πέραν της δολοφονίας του Έκτορα, σε μία ακραία πράξη εκδίκησης, σκοτώνει και 12 Τρώες κατά την τελετή καύσης του φίλου του.
Μονομαχίες
Σαν πρώτη μονομαχία του έπους, έχουμε αυτή μεταξύ των δύο ανταγωνιστών για την καρδιά της Ελένης, Μενέλαου κι Αλέξανδρου-Πάρη. Σ’ αυτή αρχικά υπερτερεί ο Αχαιός, αλλά με παρέμβαση της Αφροδίτης που ρίχνει ομίχλη στο πεδίο της μάχης, ο Τρώας διασώζεται και μεταφέρεται ασφαλής εντός των τειχών της πόλης.
Έτσι οι Αχαιοί αισθάνονται αδικημένοι από την προηγούμενη εξέλιξη κι αυτός είναι ένας ακόμα λόγος που οδηγεί τον ατρόμητο Έκτορα να ζητήσει να μονομαχήσει με όποιον γενναίο Αχαιό θελήσει να τον αντιμετωπίσει. Ο αδικημένος Αχιλλέας απουσιάζει από το πεδίο της μάχης κι οι υπόλοιποι Δαναοί, όπως χαρακτηριστικά λέει ο ποιητής «ντρεπόνταν να αρνηθούν και να δεχτούν φοβόνταν» . Τελικά, ο ατρόμητος Αίαντας βρίσκει το κουράγιο να αντιμετωπίσει το γενναιότερο των Τρώων. Η μονομαχία αναδεικνύεται ισόπαλη κι οι δύο άντρες ανταλλάζουν δώρα σε ένδειξη αλληλοεκτίμησης, Ο Έκτορας προσφέρει το σπαθί του κι ο Αίαντας δωρίζει τη ζώνη του.
Η μονομαχία μεταξύ Γλαύκου και Διομήδη όχι μονάχα δε θα γίνει, αλλά οι δύο αντίπαλοι συμφωνούν στο εξής να αποφεύγουν ο ένας τον άλλο στη μάχη κι ανταλλάζουν τις πανοπλίες τους, καθότι υπήρχε ανάμεσα στους προγόνους τους στενοί δεσμοί. Από τις περιγραφές του Όμηρου βλέπουμε πως στη συγκεκριμένη πράξη ως ένδειξη ανωτερότητας, δε λογαριάζονταν η πολυτιμότητα των υλικών κι έτσι ο Γλαύκος προσφέρει ανενδοίαστα την δική του αν κι ασύγκριτα πολυτιμότερη μιας και στην κατασκευή της είχε χρησιμοποιηθεί χρυσός.
Στη μονομαχία του Πάτροκλου με τον Έκτορα, ο Τρώας ήρωας καταφέρνει να αφαιρέσει τα όπλα του αντιπάλου του που στην πραγματικότητα ανήκαν στον Αχιλλέα. Ο Έκτορας θα προσπαθήσει να πάρει και τη σορό, αλλά με παρέμβαση των Αχαιών θα δοθεί σκληρή αμφίρροπη μάχη, με πρωταγωνιστές τους Μενέλαο και Αίαντα το νεκρό του Μυρμιδόνα θα γυρίσει πίσω στο στρατόπεδο όπου θα καεί με όλες τις τιμές. Μάλιστα ο Αχιλλέας θα διοργανώσει και νεκρικούς αγώνες με σπουδαία έπαθλα για τους τρεις πρώτους του κάθε αγωνίσματος.
Φυσικά, η κορυφαία μονομαχία του έπους είναι αυτή μεταξύ των δύο στρατιωτικών ηγετών της κάθε παράταξης. Ο Αχιλλέας κι ο Έκτορας μονομαχούν μπροστά από τις δυτικές πύλες της Τροίας, με τον πρώτο να όχι μόνο να σκοτώνει αλλά και να σέρνει με το άρμα του τον δεύτερο, ώστε να εκδικηθεί για το θάνατο του φίλου του. Ωστόσο, παρά τις απειλές του για τάισμα των σκυλιών με το νεκρό του πρίγκιπα της Τροίας, τελικά θα το ανταλλάξει με πλούσια λάφυρα που του προσφέρει ο βασιλιάς Πρίαμος.
Σε αυτό το σημείο οφείλουμε να μνημονεύσουμε την ακόλουθη συνήθεια, όπως μας τη δίνει ο Ποιητής. Όταν λοιπόν κάποιος εχθρός ήταν γόνος πλούσιας οικογένειας, ήταν συνήθης πρακτική η αιχμαλώτιση αντί της θανάτωσης, ώστε αυτός να ανταλλαχθεί αργότερα με πλούσια λάφυρα.
Κλείνοντας το συγκεκριμένο θέμα παραθέτουμε τις δυνάμεις των δύο αντίπαλων στρατοπέδων, έτσι ακριβώς όπως μας τις απαριθμεί ο Όμηρος
Δυνάμεις Αχαιών (ή Δαναοί ή Ατρείδες)
Το στρατόπεδο των Αχαιών αποτελούνταν από στρατό και βασιλείς που έστειλαν δεκάδες πόλεις υπό τη γενική αρχηγία του βασιλιά των Μυκηνών Αγαμέμνονα και σύμφωνα με υπολογισμούς αριθμούσαν από 100.000 έως 120.000 άντρες. Οι Αχαιοί έφτασαν στα τρωικά παράλια με έναν τεράστιο στόλο για την εποχή που αριθμούσε σε 1.185 πλοία. Τα καράβια ήταν διαφορετικών μεγεθών και χωρητικοτήτων, με τα μεγαλύτερα όπως αυτά των Βοιωτών να μεταφέρουν 120 άντρες και τα μικρότερα όπως των Μυρμιδόνων του Αχιλλέα να χωρούν 50 άντρες. Ένα χαρακτηριστικό της πανστρατιάς, αποτελεί το γεγονός πως ακόμα κι οι ορεσίβιοι Αρκάδες συμμετέχουν με 60 πλοία που τους έδωσε ο Αγαμέμνονας. Παραθέτουμε αναλυτικά τα πλοία και τους ηγέτες, όπως μας εξιστορεί ο Όμηρος: 50 πλοία των Βοιωτών υπό τους Λητό, Πηνέλιο, Κλόνιο, Προθήνωρα και Αρκεσίλα, 30 πλοία από τον Ορχομενό υπό τους Ασκάλαφο κι Ιάλμενο, 40 πλοία από τη Φωκίδα υπό τους Επίστροφο, Σχέδιο και Θαπφισό, 40 πλοία από τη Λοκρίδα υπό τον Αίαντα, 40 πλοία από την Εύβοια υπό τον Ελεφήνορα, 50 πλοία από την Αθήνα υπό τον Μενεσθέα, 12 πλοία από τη Σαλαμίνα υπό τον Αίαντα (Τελαμώνιο), 80 πλοία από το Άργος υπό τον Διομήδη, 100 πλοία από τις Μυκήνες υπό τον Αγαμέμνονα, 60 πλοία από την Σπάρτη υπό τον Μενέλαο, 90 πλοία από την Πύλο υπό τον Νέστορα, 60 πλοία με Αρκάδες υπό τον Αγαπήνορα, 40 πλοία από την Ήλιδα υπό τους Αμφίμαχο, Θάλπιο, Διώρη, Πολύξενο, 40 πλοία από το Δουλίχιο υπό τους Μέγη και Φυλείδη, 12 πλοία από την Ιθάκη, Κεφαλονιά και Ζάκυνθο υπό τον Οδυσσέα, 40 πλοία από την Αιτωλία υπό τον Θρόα, 80 πλοία από την Κρήτη υπό τους Ιδομενέα και Μυριόνη, 9 πλοία από τη Ρόδο υπό τον Τληπόλεμο, 3 πλοία από τη Σύμη υπό τον Νηρέα, 30 πλοία από Κάσο, Κάρπαθο, Νίσυρο και Κω υπό τους Φείδιππο και Άντιφο, 50 πλοία από τη Φθία υπό τον Αχιλλέα, 40 πλοία από τη Φυλάκη υπό τον Πρωτεσίλαο και τον Ποδάκρη, 11 πλοία από τις Φέρες υπό τον Εύμηλο, 7 πλοία από τη Μεθώνη υπό το Φιλοκτήτη και τον Μέδονα, 30 πλοία από την Οιχαλία, Οιθώμη υπό τους Μαχάονα και Ποδαλείριο, 40 πλοία από το Ορμένιο υπό τον Ευρύπυλο, 40 πλοία από Πήλιο, Ολασσόνα υπό τον Πολυποίτη, 22 πλοία από την Κύφο υπό τον Γουνέα και 40 πλοία από το Πήλιο υπό τον Πρόθο.
Πόλεις και Δυνάμεις Συμμαχικές της Τροίας
Στο αντίπαλο στρατόπεδο, τα τείχη της Τροίας υπερασπίζονταν οι Τρώες και αρκετές συμμαχικές πόλεις ελληνόφωνες και μη, από τη Θράκη έως την Αίγυπτο κι οι δυνάμεις τους αριθμούσαν τουλάχιστον 60.000 άντρες. Παραθέτουμε από την Ιλιάδα τις πόλεις και τους ηγέτες που στάθηκαν στο πλευρό της Τροίας.
Τρώες υπό τον Έκτορα, Δάρδανοι υπό τους Αινεία, Αρχέλαο κι Ακάμαντα, Ζέλεια υπό τον Πάνδαρο, Ασρήστεια, Απαισός, Πιτυεία, Τήρεια υπό τους Άδρτηστο κι Άμφιο, Παράκτιο, Περκωτή, Σηστό, Άβυδος υπό τον Άσιο, Πελασγοί υπό τον Ιππόθο, Λάρισσα υπό τον Ιππόθο και Πυλαιό, Θράκες υπό τους Πείρο κι Άκαμα, Κίκονες υπό τον Εύφημο, Παίονες υπό τον Πυραίχμο, Παφλαγόνες υπό τον Πυλάμενο, Αλιζώνες υπό τους Επίστροφο κι Οδιό, Μυσσοί υπό τον Χρόμη, Φρύγες υπό τους Ασκάνιο και Φόρκυ, Μαίονες υπό τους Άντιφο και Μέσθλη, Κάρες υπό το Νάστα και Λυκίοι υπό τον Σαρπηδόνα.