ΕΥΡΩΠΗ: Η ΦΕΟΥΔΑΡΧΙΑ ΣΤΟΝ ΜΕΣΑΙΩΝΑ/ΤΑ ΕΙΔΗ ΧΩΡΟΔΕΣΠΟΤΕΙΑΣ/Η ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΗΣ ΥΠΑΙΘΡΟΥ

 ΟΙ ΑΓΡΟΤΕΣ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ

 ΤΑ ΘΕΜΕΛΙΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΑΓΡΟΤΙΑΣ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΠΡΩΙΜΟ ΜΕΣΑΙΩΝΑ

ΜΕΣΑΙΩΝΑΣ.Τα θεμέλια οικοδόμησης των μικρών και μεσαίων πόλεων κατά τον όψιμο Μεσαίωνα, αποτέλεσε το φεουδαλικό αγροτικό σύστημα του Πρώιμου Μεσαίωνα. Χάρη στην εντυπωσιακή πρόοδο της αγροτικής οικονομίας και την άνοδο της παραγωγής, η ύπαιθρος μπόρεσε να εφοδιάσει τον αυξανόμενο αστικό πληθυσμό. Αυτό επιτεύχθηκε,  λόγω της επέκτασης των καλλιεργούμενων εδαφών και την εντατικοποίηση

Η στροφή στην καλλιέργεια σιτηρών, επέφερε αφενός δημογραφική ανάπτυξη στις κατοικούμενες περιοχές, αφετέρου επέτρεψε την μετανάστευση ανθρώπινου δυναμικού στις επεκτεινόμενες πόλεις.

Από τον 7ο αι. παρατηρείται εκχέρσωση δασών κι αξιοποίηση των έρημων γαιών, διαδικασία που γνώρισε επανάκαμψη τον 12ο & 13ο αι.

Έτσι, ύπαιθρος και πόλεις «συνδέθηκαν στενά κι αμφίδρομα σε μια αμοιβαία σχέση»

ΣΗΜΑΣΙΑ ΦΡΑΓΚΙΚΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ

Στο φράγκικο κράτος εντοπίζεται ο πυρήνας, όπου τέθηκαν τα θεμέλια της ευρωπαϊκής αγροτικής υπαίθρου στον Πρώιμο Μεσαίωνα και παράλληλα επηρέασε σε οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο την ιστορία των ευρωπαϊκών κρατών.. Εξάλλου, συνέβαλλε στη νομική, οικονομική και πολιτιστική ομογενοποίηση των χωρών που προέκυψαν μετέπειτα στην επικράτειά του.

ΔΥΟ ΚΥΡΙΕΣ ΑΡΧΕΣ της Ευρώπης: Ποικιλία κι ενότητα, ανάγονται επίσης στο Καρολίγγειο κράτος.

Εκτός των άλλων, η συνεισφορά του Καρλομάγνου στην αγροτική ζωή και την οικονομία της υπαίθρου, με την εγκαθίδρυση κοινών δομικών στοιχείων, επέζησαν και μετά την διάσπαση του κράτους. Μεταξύ αυτών ξεχωρίζουν: η χωροδεσποτεία, το καθεστώς της Ούφε και το φεουδαλικό σύστημα.

Η ΕΠΕΚΤΑΣΗ ΤΩΝ ΦΡΑΓΚΩΝ ΣΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΟΥ ΚΑΡΛΟΜΑΓΝΟΥ
Η ΕΠΕΚΤΑΣΗ ΤΩΝ ΦΡΑΓΚΩΝ ΣΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΟΥ ΚΑΡΛΟΜΑΓΝΟΥ

ΤΙΜΑΡΙΩΤΙΣΜΟΣ

Το φεουδαλικό σύστημα περιλαμβάνει νομικές σχέσεις μεταξύ τιμαριούχων και υποτελών, αλλά αφορά και στη χωροδεσποτική τάξη για τον εξαρτημένο αγροτικό πληθυσμό (71)

Κατά τον Hinze υπάρχουν 3 επιπτώσεις της φεουδαρχίας:

  1. «Αποχωρισμός μια καλά εκπαιδευμένης τάξης πολεμιστών, που συνδέεται με τον κύριο με δεσμούς πίστης».
  2. «Η διαμόρφωση του γαιοκτητικού οικονομικού τρόπου, που εξασφαλίζει στο στρώμα των πολεμιστών, χωρίς εργασία, εισόδημα συνταξιούχων».
  3. «Η κυρίαρχη σε τοπικό επίπεδο θέση της πολεμικής αυτής αριστοκρατίας με καθοριστική επιρροή στον υπερκείμενο πολιτικό σχηματισμό, ο οποίος έχει προκαθορίσει γι’ αυτή τη χαλαρή δομή του»

«Φυσική οικονομία και υπανάπτυκτες σχέσεις επικοινωνίας ευνόησαν τη διαμόρφωσή του»

Η αυξανόμενη σημασία του σώματος των ιπποτών για τη στρατιωτική οργάνωση, οδήγησε στην παραχώρηση γης για τη συντήρησή τους, έτσι δημιουργήθηκαν οι βάσεις του τιμαριωτισμού.

Ο αγροτικός χαρακτήρας της οικονομίας συνέβαλλε στην πολιτική αναβάθμιση των γαιοκτημόνων και στην κεντρική θέση που κατέλαβαν στην κρατική οργάνωση.

Για τους Καρολίδες ο τιμαριωτισμός αποτέλεσε μέσο πρόσδεσης των υποτελών στην κρατική διακυβέρνηση.

ΧΩΡΟΔΕΣΠΟΤΕΙΑ

Παράγοντας που επηρέασε έντονα και μακροχρόνια την κοινωνική και οικονομική ζωή των αγροτών. Συνάμα συνέβαλε στο δυναμισμό της ευρωπαϊκής οικονομίας.

Σημαντικές διαφορές από τη δουλεία της αρχαιότητας, εφόσον υπάρχει το δίκαιο του υποστατικού, το οποίο εφαρμόζεται από κοινού από τον γαιοκτήμονα και τους χωρικούς δικαστές. Επιπλέον, η κατοχή υποστατικών και η σχετικά αυτόνομη θέση των χωρικών, αποτελεί βασική διάκριση από τη δουλεία.

Οι ρίζες της χωροδεσποτείας πρέπει να αναζητηθούν στη συνάντηση του ρωμαϊκού αγροτικού καθεστώτος με τη σημασία που αυτό έδινε στη γαιοκτησία, με το αντίστοιχο γερμανικό που βασίζονταν στις σχέσεις κυριαρχίας προσώπων.

Δεν υπήρξε μονάχα ένα μοντέλο. Μεταξύ των διαφόρων μορφών του συγκαταλέγονται:

Η κλασική χωροδεσποτεία με το καθεστώς των επαύλεων σε κεντρική θέση. Η γη των επαύλεων καλλιεργείται από τους υπηρέτες του υποστατικού και τους χωρικούς που διαμένουν μόνιμα σε δικά τους υποστατικά. Στο συγκεκριμένο μοντέλο, το μέγεθος των αγγαρειών ποικίλει, ανάλογα με το μέγεθος των επαύλεων.

Το σύστημα των επαύλεων παρουσιάζεται κατά τον 7ο και 8ο αι. στις σιτοπαραγωγικές περιοχές της Β. Γαλλίας και χαρακτηριστικό του αποτελεί, η ύπαρξη χωροδεσποτικής και αγροτικής γης της Ούφε Σύμφωνα δε με τον Verhulst είναι μεσαιωνική καινοτομία.

Εναλλακτική μορφή αποτελεί η λεγόμενη χωροδεσποτεία παροχών, όπου χαρακτηριστικό της αποτελεί η παροχή των χωρικών σε είδος και χρήμα

Άμεση σύνδεση με τη χωροδεσποτεία του Πρώιμου Μεσαίωνα αποτελεί το καθεστώς της Ούφε, που αποτελεί δομικό στοιχείο του Δυτικοευρωπαϊκού αγροτικού κόσμου. Η οργάνωση βασίζονταν στην εξάρτηση των χωρικών από την έπαυλη, οι οποίοι ωστόσο, διέμεναν σε δικά τους υποστατικά και κατείχαν επαρκή γη. Επιπλέον, είχαν δικαιώματα στις κοινοτικές εκτάσεις του δάσους και των βοσκότοπων.

Καθοριστικό ήταν το γεγονός πως η Ούφε διατηρούσε την αυτοτέλειά της στις εκτάσεις που ανήκαν στον χωροδεσπότη, ο οποίος εκχωρούσε αφενός επαρκή γη κι αφετέρου μερική ελευθερία καλλιέργειας.

9ος-11ος αι., αποτέλεσε περίοδο επέκτασης και σταθεροποίησης της χωροδεσποτείας, με φυσικό αποτέλεσμα την αύξηση της εξάρτησης των ελεύθερων χωρικών από κοσμικούς και εκκλησιαστικούς χωροδεσπότες.

Οι λόγοι επέκτασης συνδέονται με την οικοδόμηση – διαμόρφωση της υπαίθρου και τη συνακόλουθη δημογραφική αύξηση.

Οι εισβολείς επέφεραν μόνο προσωρινή αναχαίτιση της διαδικασίας, η οποία αναζωογονήθηκε στα τέλη του 10ου και τον 11ο αι.

Το πέρασμα στην αγροτική οικονομία, οδήγησε στη μετατόπιση του οικονομικού κέντρου,ευνοώντας την κεντρική Ευρώπη συγκριτικά με την υποβάθμιση των μεσογειακών περιοχών, οι οποίες αντιμετώπισαν την παρακμή του εμπορίου, σαν αποτέλεσμα της ισλαμικής επέκτασης.

Η φεουδαρχία σε συνδυασμό με τη χωροδεσποτεία, το καθεστώς της Ούφε και την κοινότητα του χωριού,οδήγησαν στην μεσαιωνική κοινωνική εξέλιξη, όσο και στην οικονομική εξάπλωση.

Η οικονομική εξέλιξη, κατά τον Duby, υποβοηθήθηκε από την χωροδεσποτική πίεση πάνω στους υποτελείς χωρικούς.

Επιπρόσθετα, η κεντρική θέση των επαύλεων, αποτέλεσε παράγοντα αύξησης της αγροτικής παραγωγής και οικονομικής προόδου.

Η αυτοτέλεια των χωριών της Ούφε, εντατικοποίησε την οικονομική δραστηριότητα.

Παρά τις σχέσεις εξάρτησης των αγροτών από τους χωροδεσπότες, κατείχαν αξιοσημείωτη νομική και οικονομική ελευθερία.

Στη διαμόρφωση του Ευρωπαϊκού πολιτισμικού τοπίου, συνέβαλαν οι διαδικασίες εποικισμού και συνάμα ηαυτονομία και ο οικονομικός προσανατολισμός της αγροτικής τάξης, ευνόησαν τη δραστηριοποίηση της.

Η ΦΕΟΥΔΑΛΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ & ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ (11ος-13ος αι.)

   Η ΦΕΟΥΔΑΛΙΚΗ ΙΕΡΑΡΧΙΚΗ ΤΑΞΗ

Οι εισβολές του 9ου & 10ου αι. επιτάχυναν την εγκαθίδρυση της φεουδαρχίας

Κοινή βάση αποτέλεσε η αγροτική κοινωνία και οικονομία, ενώ στην κορυφή της κοινωνίας αναδείχθηκε η πολεμική αριστοκρατία.

  ΦΕΟΥΔΑΡΧΙΑ.1          ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΗΣ ΦΕΟΥΔΑΡΧΙΑΣ:

  1. Αποδυνάμωση της μοναρχίας και η αποκέντρωση της εξουσίας σε τοπικούς πυρήνες. Η οργάνωση των τοπικών πυρήνων βασίστηκε στα πρότυπα των βασιλείων. Ωστόσο, και στο εσωτερικό των επιμέρους επικρατειών, παρατηρήθηκε η αυτονόμηση των μικρότερων αριστοκρατών.
  2. Εμφανίστηκαν νέες αντιλήψεις τόσο για τον πόλεμο όσο και για την ειρήνη. Η υποχρέωση διαφύλαξης της ειρήνης πέρασε στους επισκόπους σε συνάρτηση με την αρωγή των τοπικών ευγενών. Η συγκρότηση των «κοινοτήτων ειρήνης» μετά από πρωτοβουλία των επισκόπων, συντονίζονταν από συμβούλια, στα οποία συμμετείχαν εκπρόσωποι της πνευματικής και κοσμικής αριστοκρατίας. Αποτελέσματα της αστυνόμευσης της βίας, αποτέλεσαν η εξαγωγή της στο εξωτερικό, η διεύρυνση συνόρων και η συσσώρευση λαφύρων, η ισχυροποίηση των φεουδαρχικών δεσμών.

Η θεωρία της κοινωνικής ιεραρχίας ξεκίνησε από τους εκκλησιαστικούς κύκλους, για να αποτελέσει αργότερα την επίσημη κοινωνικο-πολιτική πραγματικότητα του ευρωπαϊκού φεουδαλισμού. Ο τριμερής αιώνιος διαχωρισμός ως έκφραση της Θείας Πρόνοιας περιλάμβανε:

1. Τον κλήρο, που απαλλάσσονταν από φόρους ή την υποταγή στην κοσμική εξουσία και δικαιοδοσία. Άξια αναφοράς, αποτελεί η κορύφωση των δωρεών, κατά τον 11ο αι., από τους κοσμικούς, λόγω του ρόλου του κλήρου ως πνευματικού κηδεμόνα. Η συγκέντρωση τεράστιων εκτάσεων γης κατέστησε την εκκλησία ηγετική κοσμική δύναμη. Συνάμα, ο αυξανόμενος πλούτος οδήγησε στην αύξηση κληρικών και μοναχών. Ωστόσο, οι χαμηλόβαθμοι κληρικοί δεν διέφεραν από τον απλό πληθυσμό. Σαν αντίδραση σ’ αυτό το φαινόμενο, υπήρξε η δημιουργία αιρετικών κινημάτων που ζητούσε επιστροφή στις ρίζες.

2. Πολεμική αριστοκρατίαθεωρητικά μόνο δεύτερη στην κοινωνική ιεραρχία, αποτελούσε στην πραγματικότητα την άρχουσα τάξη. Αν και παρασιτικό σώμα, ασκούσε απόλυτο έλεγχο σε γη και ανθρώπους. Κύρια πηγή πλουτισμού τους αποτελούσε ο πόλεμος, τις δαπάνες του οποίου κάλυπτε η εργασία των υποτελών. Ο συγκεκριμένος τρόπος ζωής οδήγησε στην ανάπτυξη της μεταλλουργίας και στην εμφάνιση πύργων και επαύλεων στην ύπαιθρο.

3. Πληβείοι: Αποτελούσε την παραγωγική τάξη, που είχε το καθήκον συντήρησης των δύο προηγούμενων, μέσω της χειρονακτικής τους εργασίας κι επιπρόσθετα στερούνταν την ελευθερίατους. Μπορεί η δουλεία να υποχώρησε αλλά το γεγονός συνδυάστηκε με την μετατροπή των ελεύθερων καλλιεργητών σε δουλοπάροικους.

ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΥΠΑΙΘΡΟΣ

Οι ανακατατάξεις στο εσωτερικό των δύο μεγάλων ομάδων, οδήγησε στην ουσία στη υπέρβαση του ΦΕΟΥΔΑΡΧΙΑ 2. τριμερούς διαχωρισμού και στο χάσμα ανάμεσα στους πληβείους και την αριστοκρατία. Η μείωση των εισφορών προς την Εκκλησία σε συνάρτηση με το σύστημα της αρρενογονικής οικογένειας, οδήγησε στην αύξηση της ιδιοκτησίας γης της αριστοκρατίας.

Η  παγίωση της αριστοκρατικής ιδιοκτησίας, επέβαλε νέα οικονομική εξουσία στους πληβείους.  Σε σχέση με την παραδοσιακή φράγκικη εξουσία, εμφάνισε δύο διαφορές. Κατ’ αρχήν η νέα σημασία  της ελευθερίας συνδυάστηκε με την ελευθερία από την καταβολή φόρων, προνόμιο που κατείχε στο εξής η αριστοκρατία. Η αποκλειστική φορολόγηση των υποτελών, συνέβαλε στην ομογενοποίησή τους, με την εξάλειψη των διαφορών μεταξύ σκλάβων κι ελευθέρων αγροτών και την επικράτηση κοινών υποχρεώσεων  στους αγρότες της υπαίθρου

Ο φεουδάρχης αποτελούσε την ανώτατη εξουσία στην περιφέρεια του, ακόμα κι αν ήταν βασάλος άλλου άρχοντα. Στις αρμοδιότητές του συγκαταλέγονταν η φορολόγηση και η εκμετάλλευση της εργασίας των αγροτών, η κατακράτηση του παραγωγικού πλεονάσματος, ο καθορισμός των τιμών και των ποσοτήτων, τα τέλη προστασίας σε όσους έμπορους ή προσκυνητές διέρχονταν από την επικράτειά του και σε αρκετές περιπτώσεις έκοβε νόμισμα.

Από τα τέλη του 10ου αι. ο πύργος αποτελεί δικαστικό, οικονομικό και πολιτικό κέντρο εξουσίας. Εξάλλου, παράλληλα με την ισχυροποίηση της χωροδεσποτείας, εμφανίστηκε μια εποπτική τάξη, με αρμοδιότητες τον έλεγχο της παραγωγής, των αγρών και των δασών, καθώς και των υποτελών χωρικών. Η συγκεκριμένη τάξη αποσπώντας οφέλη από τα φεουδαρχικά έσοδα, εξελίχθηκε σε βασικό όργανο της φεουδαλικής εκμετάλλευσης.

Επίσης, η διατήρηση της ειρήνης, η απονομή δικαιοσύνης και η παροχή προστασίας φορολογούνταν και συνάμα ελέγχονταν από εθιμικούς διακανονισμούς. Έτσι διαμορφώνονταν κάποιο στοιχειώδες προστατευτικό πλαίσιο για τους υποτελείς.

                 ΕΙΔΗ ΧΩΡΟΔΕΣΠΟΤΙΚΗΣ ΥΠΟΤΕΛΕΙΑΣ ΚΑΙ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΗΣ                                   ΜΕΣΑΙΩΝΑΣ

  1. Διατήρηση της δουλείας με τους υποτελείς χωρικούς και το οικιακό υπηρετικό προσωπικό να αποτελούν ιδιοκτησία του φεουδάρχη. Η δυσχερής θέση που βρέθηκαν πολλές κοινότητες ελεύθερων χωρικών τις ώθησαν να δεχτούν την προστασία αλλά και την φεουδαρχική εξουσία. Τόσο οι συγκεκριμένοι όσο και οι απόγονοί τους αποτελούσαν ιδιοκτησία του άρχοντα, ο οποίος χρησιμοποιούσε τη προσωπική δωρεάν εργασία τους, στον πύργο και τους αγρούς του. Το συγκεκριμένο είδος αποτέλεσε κύρια μορφή οργάνωσης των μεγάλων ιδιοκτησιών γης μέχρι τα τέλη του 12ου αι.
  2. Γαιοκτητική χωροδεσποτεία που στηρίζονταν στην ιδιοκτησία γης κι όχι των χωρικών. Καθώς οι φεουδάρχες αδυνατούσαν να εκμεταλλευτούν την γη, βασισμένοι μόνο στην εργασία των υπηρετών τους, νοίκιαζαν τμήματα της σε δούλους ή ελεύθερους. Το μίσθωμα αποτελούσε μέρος της αγροτικής παραγωγής ή χρηματικό αντίτιμο. Σε αρκετές περιπτώσεις οι ενοικιαστές είχαν την επιπρόσθετη υποχρέωση της παροχής αγγαρείας. Η εκχώρηση βασίζονταν είτε στη σύναψη συμβολαίου, όπου ήταν διαδεδομένη η γραφή είτε βάσει εθιμικών διακανονισμών.
  3. Βασίζονταν στην απόλυτη εξουσία και δικαιοδοσία του φεουδάρχη πάνω στους υποτελείς. Ο άρχοντας είχε τη δυνατότητα να κατάσχει χρήματα, ζώα ή εργασία από τους υποτελείς, κάτι που ισοδυναμούσε με λεηλασία. Η δυνατότητα αντίστασης ή εφαρμογής των νέων θεσμών τοπικής εκεχειρίας, ήταν σημαντικά περιορισμένη.

     ΦΕΟΥΔΑΡΧΙΚΗ ΑΡΙΣΤΟΚΡΑΤΙΑ

ΑΡΙΣΤΟΚΡΑΤΙΑ      Στο εσωτερικό της αριστοκρατίας υπήρχαν δύο κύριες ομάδες. Την κορυφή της πυραμίδας αποτελούσαν οι ισχυρότεροι κοσμικοί και πνευματικοί άρχοντες, που κατείχαν τεράστιες χωροδεσποτείες και πλήθος αγροτικών κοινοτήτων. Η διοίκησή τους στηρίζονταν συνήθως στις υπηρεσίες των επιστατών, ενώ εκχωρούσαν μέρος της εξουσίας τους στους τοπικούς τοποτηρητές.

Τις χαμηλότερες βαθμίδες της αριστοκρατίας αποτελούσαν, οι μικρότεροι αριστοκράτες, οι ιππότες και οι κληρικοί, οι οποίοι διαχειρίζονταν άμεσα τη μικρή τους χωροδεσποτεία. Ωστόσο, η προσπάθεια μίμησης του τρόπου ζωής των ανώτερων αριστοκρατών, οδηγούσε στην προσπάθεια μεγιστοποίησης του κέρδους από τα αγροκτήματά τους.

Η πίεση των αρχόντων στις δυνάμεις παραγωγής,  λόγω της υιοθέτησης ενός καταναλωτικού τρόπου διαβίωσης, οδήγησε στην οικονομική ανάπτυξη των μεσαιωνικών κοινωνιών της Ευρώπης. Αναχώματα στην εντατική εκμετάλλευση αποτελούσαν αφενός οι τοπικοί εθιμικοί διακανονισμοί και αφετέρου ο κίνδυνος εξάντλησης του παραγωγικού δυναμικού. Η συνειδητοποίηση από την τάξη των αριστοκρατών,  πως η βελτίωση του τρόπου διαβίωσης των υποτελών συνεπάγονταν την ενδυνάμωση της χωροδεσποτικής εκμετάλλευσης, οδήγησε στην αύξηση του αγροτικού πληθυσμού ή στην άδεια ανάπτυξης των παραγωγικών ικανοτήτων των χωρικών, υπό μερική αυτονομία. Η κίνηση αυτή ωφέλησε ουσιαστικά την οικονομική ανάπτυξη.

Από τα χαρακτηριστικά του 11ου αι. αποτελούν: Η διεύρυνση του πεδίου δράσης μιας επιθετικής ιπποτικής ΙΠΠΟΤΕΣ-ΜΑΧΗαριστοκρατίας. Ο ραγδαίος πολλαπλασιασμός των μοναστικών κοινοτήτων, με στρατολογίες απ’ όλο το κοινωνικό φάσμα. Η αύξηση των χρηματικών συναλλαγών στην ύπαιθρο και η συνακόλουθη αποτίμηση γης και εργασίας σε χρήμα. Η εντατικοποίηση και ο πολλαπλασιασμός των τελών εισόδου στις χωροδεσποτείες, κάτι που με τη σειρά του καταδεικνύει την αύξηση του αριθμού των εμπόρων και των συναλλασσόμενων χωρικών. Τα προηγούμενα δείχνουν μια νέα φάση ανάπτυξης από τα τέλη του 11ου αι.

ΑΓΡΟΤΕΣ – ΑΝΑΠΤΥΞΗ

Βάση της Ανάπτυξης υπήρξε η αύξηση της γεωργικής παραγωγής, της οποίας καθοριστικός υπήρξε ο ρόλος αφενός του ευνοϊκότερου κλίματος για την καλλιέργεια, αφετέρου η δημογραφική ανάπτυξη που έλαβε χώρα τον 11ο και 12ο αι., διάστημα εδραίωσης της φεουδαρχίας. Τόσο η άνοδος της αγροτικής παραγωγής όσο και η δημογραφική ανάπτυξη, ωφελήθηκαν από την έκλειψη του θεσμού της δουλείας και από την κοινωνικά ενιαία πολιτική της άρχουσας τάξης πάνω στις κοινότητες των χωρικών, με επιπρόσθετο αποτέλεσμα την αύξηση του δείκτη γεννήσεων στις οικογένειες των πρώην δούλων. Στην εντατικοποίηση της παραγωγής συνέβαλε το γεγονός πως η πρώην δούλοι απόκτησαν το δικαίωμα να κρατούν μέρος της εργασίας τους.

Η εδραίωση της κληρονομικότητας των κλήρων, αποτέλεσε μια επίσης σημαντική αλλαγή για τους καλλιεργητές. Η μονοπυρηνική οικογένεια ώθησε τις νέες γενιές στη δημιουργία νέων    νοικοκυριών και στη μετακίνηση για εξεύρεση γης. Αυτό συνέβαλε σε νέο κατακερματισμό των κλήρων, τον οποίο βοήθησε ηεπέκταση της χρηματικής οικονομίας στην ύπαιθρο με απόρροια τη δημιουργία αγοράς γης, εφόσον η χρήση του χρήματος έδωσε ευκαιρίες πλουτισμού σε φεουδάρχες και εύπορους αγρότες.

Τον 12ο αι. εξαπλώθηκε η καλλιέργεια δημητριακών και σιτηρών σε βάρος παλαιότερων ειδών, αλλά και του ακαλλιέργητου εδάφους που χρησιμοποιούνταν για κυνήγι και κτηνοτροφία. Στη συγκεκριμένη στροφή συνέβαλε και η ώθηση των φεουδαρχών.

Επιπλέον, οι τεχνολογικές καινοτομίες στα εργαλεία και η βελτίωση των αγροτικών τεχνικών, υπήρξε εξίσου σημαντικός παράγοντας της οικονομικής ανάπτυξης. Ωστόσο, οδήγησε και στην εμφάνιση νέας κοινωνικής διαστρωμάτωσης στους πληθυσμούς των χωρικών του 12ου αι. Έτσι, από τη μια εμφανίστηκαν οι περισσότερο αναπτυγμένες περιοχές που χρησιμοποιούσαν νέα μέσα και αποτέλεσαν τις αναγνωρισμένες κοινότητες των χωριών που άρχισαν να αντιμετωπίζονται ευνοϊκότερα από τους φεουδάρχες. Από την άλλη, υπήρχαν οι φτωχότεροι χειρώνακτες αγρότες.

Εξάλλου, η υποχώρηση των αγγαρειών και η αύξηση της παραγωγής, επέτρεψε την εκχέρσωση δασών για την απόκτηση νέων εδαφών. Συνακόλουθα βελτιώθηκαν οι επικοινωνίες ανάμεσα σε απομονωμένες περιοχές, ενώ τα νέα καλλιεργήσιμα εδάφη και αύξηση της παραγωγής μείωσε τη θνησιμότητα λόγω σιτοδειών.  Αύξηση της φεουδαλικής προσόδου, επέτρεψε στην αριστοκρατία να μειώσει, τουλάχιστον προσωρινά, την οικονομική πίεση πάνω στα κατώτερα στρώματα.

Βέβαια, οι εξελίξεις είχαν αξιοσημείωτες διαφορές ανάλογα με τον τόπο. Στην Γαλλία νότια των Άλπεων, η τεχνολογική πρόοδος οδήγησε σε αναζωπύρωση ή και αύξηση των αγγαρειών τον 12ο αι. Ωστόσο η επέκταση της χρηματικής οικονομίας οδήγησε στην αντικατάσταση των αγγαρειών, είτε με την αγορά ποιοτικότερων προϊόντων, είτε, όπως στην Αγγλία, με την «πώληση» απαλλαγών.

Το χρήμα ελέγχονταν από τους άρχοντες. Όμως τα έσοδά τους δεν κάλυπταν τις ανάγκες τους, με συνέπεια να στραφούν στο μαζικό δανεισμό. Αρχικά κύριος δανειστής ήταν η Εκκλησία, αλλά λόγω της εκκλησιαστικής μεταρρύθμισης που ποινικοποιούσε τον τόκο σε συνάρτηση με τα οικονομικά προβλήματα που αντιμετώπιζαν πολλοί εκκλησιαστικοί άρχοντες, αντικαταστάθηκε από πιστωτές Εβραίους.

Παράλληλα σημειώθηκαν δύο σημαντικές εξελίξεις με σοβαρές συνέπειες στην κοινωνικο –οικονομική  οργάνωση της φεουδαρχίας: Η εμφάνιση των αστών πιστωτών από την χριστιανική κοινότητα και η παγίωση των χρεών της αριστοκρατίας, σαν συνέπεια του τρόπου ζωής τους.

Συγχρόνως, η εξάπλωση του χρήματος έφτασε ακόμα και στα κατώτερα κοινωνικά στρώματα, με αξιοσημείωτη παράμετρο την κυρίαρχη ηθική της φιλανθρωπίας. Το φαινόμενο της φιλανθρωπίας πήρε πιο ενεργητική μορφή με τη θεσμοθέτησή της και την κοινωνική αρωγή. Τμήμα των φεουδαλικών εσόδων, διοχετεύονταν υπέρ των απόρων για τη σωτηρία της ψυχής των ευεργετών.

Αυτοί που  ωφελήθηκαν περισσότερο από την επέκταση της χρηματικής οικονομίας ήταν όμως οιέμποροι και οι τεχνίτες των πόλεων. (

 Ο ΑΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ. ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ & ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ

ΚΑΣΤΡΟ    Τον 12ο αι. η κυριαρχία της φεουδαρχίας και η ενδυνάμωση των χωροδεσποτών, ειδικά με την επενέργεια της «εσωτερικής ειρήνης», οδήγησε στην ανάπτυξη του εμπορίου, για την κάλυψη των καταναλωτικών αναγκών της υψηλής αριστοκρατίας. Αν και στο αρχικό στάδιο, το εμπόριο συνδέθηκε με την ύπαιθρο, η νέα άνθηση ανάδειξε τη σχέση του με τον αστικό χώρο. Η φεουδαρχική ισχύς αποτέλεσε αιτία αστικής ανάπτυξης, εφόσον οι πόλεις αποτέλεσαν λατρευτικά κέντρα και έδρα επισκοπικής εξουσίας ή μεγάλων μοναστηριακών κοινοτήτων, παράλληλα με την στρατιωτική τους σημασία, λόγω της παρουσίας του άρχοντα και του στρατού. Επίσης, στις αγορές των πόλεων, υπήρχαν τόσο προϊόντα της κοντινής υπαίθρου όσο και μακρινών περιοχών, χάρη στη δημιουργία εμπορικών δικτύων.

Η αποκεντρωμένη εξουσία της φεουδαρχίας, επέτρεψε σε διάφορες πόλεις απέκτησαν το ρόλο του τοπικού ηγεμόνα πάνω στην ύπαιθρο, με τον εκχρηματισμό να συμβάλει στον έλεγχο της αγροτικής οικονομίας. Συνάμα η αυξημένη σημασία των πόλεων και η ανάδειξή τους σε εμπορικά κέντρα, με κύριο ρόλο την προμήθεια αγαθών στους φεουδάρχες, αποτέλεσε παράγοντα ανοικοδόμησης και επέκτασης τους. Κατά συνέπεια η ανάπτυξη του οικοδομικού και κατασκευαστικού τομέα, δημιούργησε μια ομάδα ειδικευμένων τεχνιτών που πλαισίωσε την τάξη των εμπόρων.

Από τον 11ο αι., τα εργαστήρια των τεχνιτών επέκτειναν τις δραστηριότητές τους πέρα από την κάλυψη των αναγκών των αρχόντων και πουλούσαν το πλεόνασμα της παραγωγής τους και σε άλλους. Ενώ τον 12ο αι. η απεξάρτησή τους από την αποκλειστική υπηρεσία των φεουδαρχών, επέτρεψε την ανάδειξή τους σαν αυτόνομο κατασκευαστικό κλάδο

Ιδιαίτερη ανάπτυξη γνώρισαν η αμπελουργία και η υφαντουργία, λόγω της μεγάλης ζήτησης των προϊόντων τους από την αριστοκρατία. Ειδικότερα στην υφαντουργία εμφανίστηκαν διάφορες ειδικότητες και από σταδιακά συγκροτήθηκαν επαγγελματικές κοινότητες και συντεχνίες.

Παρόμοια πορεία αυτονόμησης από την φεουδαρχική έπαυλη και οργάνωση σε ομάδες, ακολούθησε και η τάξη των εμπόρων. Μάλιστα η έντονη παρουσία τους τον 12ο αι., θεωρήθηκε από αρκετούς σχολιαστές ως ανάδειξη νέου κοινωνικού «στρώματος», παράλληλα με τα τρία παραδοσιακά.

Οι αστικές κοινότητες, προήλθαν επίσης από την υπηρετική κοινότητα της έπαυλης. Ωστόσο, η οικονομική τους ανάπτυξη και η επέκταση προς τα αγροτικά περίχωρα, αποτέλεσαν παράγοντες σταδιακής αυτονόμησής τους. Μοναδική εξαίρεση που εξακολουθούσε να βρίσκεται άμεσα εξαρτημένη από το φεουδάρχη ήταν οι Εβραίοι αστοί, λόγω της εκμετάλλευσής τους μέσω της φορολόγησης.

Σημαντική παράμετρο, αποτελεί η στενή σύνδεση πόλης και υπαίθρου. Η δεύτερη συνέβαλε στην αστική ανάπτυξη τόσο με το πλεόνασμα της αγροτικής παραγωγής όσο και με την μετανάστευση, οδηγώντας στη δημογραφική ανάπτυξη των πόλεων.

Στην αστική κοινωνική διαστρωμάτωσηεπικεφαλής βρίσκονταν οι πατρίκιοι, που απόκτησαν σημαντική περιουσία από την πώληση αγαθών και υπηρεσιών στους φεουδάρχες. Επίσης λειτουργούσαν σαν τοποτηρητές των τελευταίων, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις κατείχαν το προνόμιο της φοροαπαλλαγής. Την δεύτερη κατηγορία αποτελούσαν οι πληβείοι, προερχόμενοι από τους τεχνίτες και τους μικροέμπορους. Ωστόσο, όταν οι πατρίκιοι επιχείρησαν να διεκδικήσουν την πολιτική τους ανεξαρτησία– φαινόμενο αισθητό τον 12ο αι. με την συσπείρωση οικογενειών πατρικίων και τεχνιτών απέναντι στους ιππότες – ήρθαν σε αντιπαράθεση με την φεουδαρχική αριστοκρατία, δίχως όμως να επέλθει μετωπική σύγκρουση. Οι φεουδάρχες αν και συναίνεσαν σε κάποιο βαθμό αυτοδιοίκησης των πόλεων, διατήρησαν τον ηγεμονικό ρόλο τους. Επιπλέον οι πατρίκιοι δεν είχαν τη δύναμη να συγκρουστούν με τους φεουδάρχες, ενώ η αμφίπλευρη μέριμνα διαφύλαξης της κοινής ειρήνης, φαίνεται πως λειτουργούσε δεσμευτικά

Επιπτώσεις της αστικής ανάπτυξης του 12ου αι., γνώρισε και η φεουδαλική εκμετάλλευση της γης όπως και οι καλλιεργητές της. Στο εξής δίπλα στην ηγεμονία του τοπικού άρχοντα προστέθηκε κι αυτή των αστών. Επιπρόσθετα, η ανάδειξη των πόλεων ως κέντρων της χρηματικής οικονομίας αλλά και ως πιστωτών τόσο των μεγάλων φεουδαρχών όσο και των αγροτών της γειτονικής υπαίθρου, αποτέλεσε βασική εξέλιξη. Η επέκταση της χρηματικής οικονομίας στην ύπαιθρο ξεκίνησε από τους φεουδάρχες αλλά προωθήθηκε ακόμα περισσότερο από τους αστούς εμπόρους, οδηγώντας τις ευρωπαϊκές οικονομίες σε νέα φάση ανάπτυξης, από τα τέλη του 12ου αι. Συνάμα μέσω της τοκογλυφικής δραστηριότητας δημιούργησε νέες σχέσεις εξάρτησης των χωρικών από τους εμπόρους, γεγονός που οδήγησε στην καταδίκη του φαινόμενου από την Εκκλησία. Την συγκεκριμένη περίοδο η αγροτική οικονομία αρχίζει να περνά σε αστικό έλεγχο. Η παρουσία των αστών θα επιφέρει ανακατατάξεις στο φεουδαλικό σύστημα και ταυτόχρονα θα εμφανιστούν νέα πεδία κοινωνικών, πολιτικών και οικονομικών ανταγωνισμών.

   ΟΙ ΑΓΡΟΤΕΣ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ

 Η ΑΦΕΤΗΡΙΑΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΤΟΥ ΟΨΙΜΟΥ ΜΕΣΑΙΩΝΑ (11ος-13ος)

Οι ιστορικοί εκτιμούν τον όψιμο Μεσαίωνα ως ευνοϊκή περίοδο για τους αγρότες.

Ο Αυστριακός A. Dopssch:Οι άρχουσες τάξεις οικοδομούν χρησιμοποιούν την αγροτική τάξη ως βάση της οικονομίας.

Η οικονομική ενδυνάμωση των χωροδεσποτών, κατέστησε ικανή την δημιουργία του αυλικού πολιτισμού

Η μεγάλη πλειοψηφία του πληθυσμού εξακολουθούσε να είναι ποικιλοτρόπως εξαρτημένη από πνευματική και κοσμική εξουσία.

Από την αυγή του 11ου αι. η δυτικοευρωπαϊκή πολιτισμική ενότητα αποτελεί γεγονός, χάρη στην κοινή πολιτισμική, πνευματική και πολιτική κληρονομιά.

Στοιχεία της πολυεπίπεδης ενότητας αποτελούν: Η χριστιανική πίστη, η επεκτεινόμενη εκκλησιαστική ιεραρχία, η αρχαία κληρονομιά στην παιδεία, οι παραδεδομένες μορφές δικαίου και συντάγματος.

 

ΚΑΡΛΟΜΑΓΝΟΣ
ΚΑΡΛΟΜΑΓΝΟΣ

Επιπρόσθετα, κοινό τόπο αποτελούσαν ο τιμαριωτισμός, η χωροδεσποτεία και η αριστοκρατία, ήδη από την εποχή των Καρολιδών.

Στον αγροτικό τομέα στοιχεία ενότητας αποτελούσαν, οι όμοιες μορφές εξάρτησης, όπως και οι μορφές ζωής και καθημερινές συνήθειες των χωρικών.

Από τα μέσα του 11ου αι. αρχίζει να διακρίνεται μια κοινωνική πραγματικότητα, της οποίας η νέα ταξική διαστρωμάτωση διακρίνονταν από την καταγωγή και τη λειτουργία. Τις νομικές τάξεις αποτελούσαν, οι ιππότες, οι αγρότες και οι αστοί.

Στο εσωτερικό της αγροτικής τάξης είχε επέλθει κοινωνική και νομική ομογενοποίηση, στα χωροδεσποτικά πλαίσια. Στους πρώην δούλους χορηγούνταν υποστατικά από το έδαφος των οποίων ήταν εξαρτημένοι, αλλά διέφεραν ελάχιστα από τους πρώην ελεύθερους χωρικούς, οι οποίοι είχαν καταστεί εξαρτημένοι από τους χωροδεσπότες. Αυτές οι δύο ομάδες συγκρότησαν την υποτελή αγροτική τάξη, ενώ παράλληλα εξαλείφθηκε ο αρχαίος θεσμός της δουλείας. Η αγροτική και η ιπποτική τάξη αποτέλεσαν τις δύο βασικές κοινωνικές ομάδες της υπαίθρου κατά τον Όψιμο Μεσαίωνα. Το σύστημα σταδιακά, εξαπλώθηκε και στις γειτονικές χώρες του Καρολίγγειου κράτους.

Οι γεωγραφικοί και περιβαντολογικοί παράγοντες εξακολουθούσαν να παίζουν σημαντικό ρόλο στις κοινωνίες της υπαίθρου και να επηρεάζουν την αγροτική οικονομία. Ειδικότερα, υπήρχαν τρεις βασικές γεωγραφικές ζώνες, η παράκτια όπου ασκούνταν κυρίως η κτηνοτροφία, η ορεινή που κυριαρχούσαν τα δάση και τα λιβάδια, ενώ υπήρχε περιορισμένη καλλιέργεια σιτηρών και τέλος, η ενδοχώρα όπου υπήρχαν μεγάλες καλλιεργούμενες εκτάσεις.

Ο διαχωρισμός αναφορικά με τους αγρότες περιλάμβανε τέσσερις ζώνες. Τη μεσογειακή, όπου ευδοκιμούσε η αμπελουργία, η οπωροκαλλιέργεια και οι καρποί των Νότιων Χωρών, η κεντρική ζώνη στην Βορειοδυτική Ευρώπη με την κτηνοτροφία και την καλλιέργεια σιτηρών που επηρέασε την οικονομία, την ανατολικοευρωπαϊκή, όπου η καλλιέργεια σιτηρών κέρδιζε διαρκώς έδαφος, και το Βορρά, που βασίζονταν στην κτηνοτροφία. Εξάλλου, ήταν εμφανής η ανισομέρεια στην οικονομική ανάπτυξη των επιμέρους περιοχών.

Ωστόσο, από τον 11ο έως τον 13ο αι. έλαβε χώρα μεγάλη κοινωνική, οικονομική και πολιτισμική ανάπτυξη στο σύνολο της Ευρώπης. Πιο εμφανείς ήταν η οικοδόμηση της υπαίθρου και η δημογραφική αύξηση.  Βέβαια, μεγαλύτερη εξέλιξη γνώρισε η Βορειοδυτική και η Κεντρική Ευρώπη, στις οποίες μετατοπίστηκε το κέντρο βάρους της οικονομίας από την μεσογειακή ζώνη. Η προαναφερθείσα δημογραφική αύξηση αποτέλεσε παράγοντα μετανάστευσης με συνακόλουθα αποτελέσματα την  εκχέρσωση και την οικοδόμηση – διαμόρφωση της υπαίθρου, αλλάζοντας ριζικά το την μορφή της Ευρώπης.

Τον 12ο η αριστοκρατία, η εκκλησία και οι γαιοκτήμονες ενθαρρύνουν τον εποικισμό παραχωρώντας ευνοϊκά δικαιώματα.

Από τον 10ο αι. που σταμάτησαν οι εισβολές άρχισε να επεκτείνεται η επιρροή και η κυριαρχία της Ευρώπης.

Επέκταση και οικονομική άνοδος ευνοήθηκαν από τις τεχνολογικές καινοτομίες κι από την οικονομική πρόοδο.

Η τριζωνική οικονομία και η επέκταση καλλιέργειας σιτηρών αποτέλεσαν τους κύριους παράγοντες οικονομικής προόδου. Στον 13ο αι. οι λιμοί εξαφανιστήκαν.

Οι ανάπτυξη των πόλεων άλλαξε τις φεουδαλικές κοινωνίες και τη ζωή των αγροτών, ενώ επήλθε ένας καταμερισμός στην εργασία. Ωστόσο η Ευρώπη παράμενε αγροτική

Οι αστική ανάπτυξη επηρέασε τη χωροδεσποτεία, διαλύοντας το σύστημα των επαύλεων. Ακολούθησαν νέες χωροδεσποτικές δομές με πιο ελαστικές μορφές εκχώρησης γης. Η νομισματική οικονομία και το εμπόριο κατάστρεψε την αυτονομία των επαύλεων, αλλά συνάμα εφοδίασε την ύπαιθρο με ποικιλία βιοτεχνικών αγαθών. Παράλληλα περιορίστηκε η προσωπική οικονομία των επαύλεων και οι αγγαρείες αντικαταστάθηκαν κυρίως με φόρους χρηματικούς ή σε είδος

Η έλλειψη ελευθερίας αντικαταστάθηκε από φόρους κι υπηρεσίες. Ενώ το σύστημα των επαύλεων αντικατάστησε το χωριό.

Γενικότερα η νομική και οικονομική θέση των υποτελών βελτιώθηκε λόγω της αστικής επίδρασης. Όμως η βελτίωση αφορούσε κυρίως τα ανώτερα αγροτικά στρώματα. Αντίθετα τα κατώτερα στρώματα ευνοήθηκαν λιγότερο και το επίπεδο της πλειοψηφίας παρέμενε εξαιρετικά χαμηλό.

ΠΗΓΕΣ

  1. Rosener W., Οι αγρότες στην Ευρώπη, Εκδ. Ελληνικά Γράμματα, μτφρ. Δημητρούκας Ι., Αθήνα 1999
  2. Γαγανάκης Κ, Κοινωνική και Οικονομική Ιστορία της Ευρώπης, Εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα 1999
  3. Bloch M, Η φεουδαλική κοινωνία. Η διαμόρφωση των σχέσεων εξάρτησης, οι τάξεις και η διακυβέρνηση των ανθρώπων, Εκδ. Κάλβος, μτφρ. Μπάμπης Λυκούδης, Αθήνα 1987

Σχολιάστε