ΕΥΡΩΠΗ: Η ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΔΙΑΣΤΡΩΜΑΤΩΣΗ ΜΕΤΑΞΥ 1500-1700/ΑΡΙΣΤΟΚΡΑΤΕΣ-ΑΣΤΟΙ-ΧΩΡΙΚΟΙ-ΠΕΡΙΘΩΡΙΑΚΟΙ ΠΛΗΘΥΣΜΟΙ

  ΕΥΡΩΠΑΪΚΕΣ ΚΟΙΝΩΝΙΕΣ 1500-1700

  ΠΑΛΙΟΙ & ΝΕΟΙ ΑΡΙΣΤΟΚΡΑΤΕΣ

ΑΡΙΣΤΟΚΡΑΤΕΣ-ΕΙΚΟΝΑ     Οι πόλεμοι του 15ου αι. είχαν αποτέλεσμα την αύξηση των ευγενών.

Τις 3 βασικές συνιστώσες της Αριστοκρατίας αποτελούσαν: α) Πόλεμος, β) Γαιοκτησία, γ)Άσκηση εξουσίας στην επικράτειά τους.

16ο & 17ο αι., οι Αριστοκράτες διατηρούσαν ακόμα τα προνόμιά τους από τη βασιλεία, με κυριότερα τα εξής: α) Αποκλειστική οπλοφορία, β) Απαλλαγή από άμεση φορολογία, γ) Δικαίωμα δίκης από τους ομολόγους τους.

 

Κοινωνικές, πολιτικές & οικονομικές εξελίξεις επιφέρουν ρευστότητα στις τάξεις των ευγενών. Οι3 βασικοί λόγοι προβλημάτων της Αριστοκρατίας υπήρξαν: α) Διεύρυνση του ρόλου του κράτους, β) Ανάδυση «Νέου Πλούτου», γ) Η θέση της παραδοσιακής αριστοκρατίας «εξ αίματος»

Από τον 16 αι, οι βασιλείς εντατικοποιούν την απονομή τίτλων ευγένειας για λόγους: α) πολιτικής υποστήριξης, β) άντληση οικονομικών πόρων.

Οι μέθοδοι εκχώρησης τίτλων βασίζονταν κυρίως: α) Βασιλική επιστολή έναντι χρηματικού αντιτίμου, β) Ένταξη στην Βασιλική γραφειοκρατία.

Από τις αρχές του 16ου αι., οι μονάρχες σε Ανατολή & Δύση προσπαθούν να αναδιοργανώσουν την αριστοκρατία για να ενισχύσουν τη θέση τους

Ωστόσο, η θέση των νέων ευγενών ήταν επισφαλής, λόγω της κληρονομικής αντίληψης από μεριάς της παραδοσιακής Αριστοκρατίας που θεωρούσε ότι άλλο το κύρος του ευγενούς κι άλλο του Αριστοκράτη. Η παραδοσιακή Αριστοκρατία αμφισβητεί εκείνη της Τηβέννου που αποτελούνταν από πλούσιους αστούς, γεγονός που αποτυπώνεται και σε ρατσιστικές διατυπώσεις περί βιολογικής ανωτερότητας της «ράτσας» των ευγενών «εξ αίματος».

Αποτελέσματα των παραπάνω εξελίξεων υπήρξαν:                                               ΜΟΝΑΡΧΗΣ

α) Αναβίωση πρακτικών ενδογαμίας μεταξύ των μεγάλων αριστοκρατικών οικογενειών.

β) Υιοθέτηση ιδιαίτερου «ήθους» & τρόπου ζωής (κώδικας συμπεριφοράς, κινησιολογίας, καταναλωτικά πρότυπα κλπ.)

γ) Εμφάνιση ενός – σχεδόν πάντα επινοημένου – οικογενειακού παρελθόντος, με έμφαση στην καταγωγή από φράγκικες & γοτθικές οικογένειες της ύστερης αρχαιότητας.

Το νέο πρότυπο ακολούθησαν και οι χαμηλότερες βαθμίδες όπως και οι νεοεισερχόμενοι αστοί.

Βέβαια, οι Αστοί θεμελίωναν την ευγένεια & στη βάση της μόρφωσης & της προσωπικής παιδείας.

Διαφορά μεταξύ Ανατολής & Δύσης αποτέλεσε το γεγονός πως στην Ρωσία του Ιβάν του Τρομερού το «μονοπώλιο της βίας» ενισχύεται στην προσπάθεια εδραίωσης της Κεντρικής Εξουσίας. Αντίθετα, στη Δύση η αριστοκρατική βία άρχισε να αντιμετωπίζεται ως επικίνδυνος αναχρονισμός για τη δημόσια (βασιλική) έννομη τάξη, κάτι που εκφράστηκε και με την ποινικοποίηση του αριστοκρατικού προνομίου της Μονομαχίας. Το αναδυόμενο εθνικό κράτος προσπάθησε να ελέγξει την αριστοκρατική βία που εξέφραζε φυγόκεντρες τάσεις, περιχαρακώνοντας την στα πλαίσια του εθνικού στρατού, όμως η προσπάθεια άρχισε να αποδίδει καρπούς μόλις στις αρχές του 17ου αι.

1ος αληθινά εθνικός στρατός, με κληρωτούς σε εθνική κλίμακα υπήρξε ο New Model Army του Ολ. Κρόμγουελ. Βέβαια και σ’ αυτήν την περίπτωση οι αξιωματικοί προέρχονταν από την κατώτερη γαιοκτητική αριστοκρατία.                                 

Ο. Κρόμγουέλ
Ο. Κρόμγουέλ

Επιπλέον παράγοντας διαφοροποίησης μεταξύ παλιάς & νέας αριστοκρατίας ήταν ο κληρονομικός πλούτος της πρώτης αποτελούμενος από τεράστιες εκτάσεις γης, έναντι του «δημιουργημένου πλούτου» της δεύτερης.

Ειδικά στις λατινογενείς κοινωνίες, η επιδίωξη κέρδους θεωρήθηκε χυδαία δραστηριότητα από την παραδοσιακή αριστοκρατία & κοινωνικό υποβιβασμό όσων ευγενών εμπλέκονταν σε τέτοιες δραστηριότητες.

Ωστόσο, η εμπλοκή της αριστοκρατίας σε κερδοσκοπικές δραστηριότητες ήταν σε μεγάλο βαθμό αναπόφευκτη, λόγω κατοχής των βασικών πηγών πλούτου & ενέργειας.

Επίσης, η εμπλοκή της αριστοκρατίας στις επιχειρήσεις, υπήρξε αποτέλεσμα διπλής πίεσης. Αφενός, της νεόκοπης αριστοκρατίας που δεν απαξίωνε τις εμπορικές δραστηριότητες, αφετέρου, της κρατικής που ενθάρρυνε τις επενδύσεις σε εμπόριο & κατασκευαστικό τομέα.

Στη Δυτική Ευρώπη πολλοί ευγενείς αξιοποίησαν το φυσικό πλούτο της γης τους, επενδύοντας στον κατασκευαστικό τομέα & στην παραγωγή βιομηχανικών αγαθών, παράλληλα με την άσκηση εμπορικών δραστηριοτήτων. Έτσι τον 16 αι. υπήρχαν πολλές αριστοκρατικές επιχειρηματικές οικογένειες σε όλη την Ευρώπη.

Στην περίπτωση της Ρωσίας, οι υποτελείς αγροτικές κοινότητες εργάζονταν υπό συνθήκες «κρατικής δουλείας». Επίσης, στην Κεντρική & Ανατολική Ευρώπη, η εμπλοκή των φεουδαρχών στο εμπόριο, αποτέλεσε ανάχωμα στην αστική ανάπτυξη.

Αντίθετα στη Δύση, η συνεργασία αριστοκρατών & αστών ευνόησε την καπιταλιστική οικονομική ανάπτυξη. Βέβαια, οι ευγενείς επένδυαν μικρό μέρος των εισοδημάτων τους.

Στις αρχές του 17ου αι. σημειώνονται ευρύτερες ανακατατάξεις με παρακμή της αριστοκρατίας, λόγω πολέμων ανεξαρτησίας των Κάτω Χωρών & γαλλικών θρησκευτικών πολέμων. Ωστόσο υπήρχαν και3 εσωτερικοί λόγοι που οδήγησαν στην κρίση: α) Υπερκατανάλωση από μεριάς αριστοκρατίας, β) διαρκής συρρίκνωση των εισοδημάτων από τη γη, γ) Διόγκωση εξόδων διαβίωσης, λόγω πληθωρισμού. Φυσικά αυτές οι εξελίξεις δε σηματοδοτούν την πτώση της Αριστοκρατίας.

Στην Πρώιμη Νεότερη Περίοδο, ο πολυδάπανος τρόπος ζωής της αριστοκρατίας καλύπτονταν από την ενοικίαση & όχι την άμεση εκμετάλλευση της γης.

Στις αρχές του 17ου αι. ο πολλαπλασιασμός των πτωχεύσεων αριστοκρατών πανευρωπαϊκά, καταδεικνύει τις δραματικές ανακατατάξεις στον πλούτο, αλλά και σε κοινωνική ισχύ της αριστοκρατίας, με κύρια θύματα μεσαίους & μικρούς ευγενείς. Η μαζική πτώχευση της αριστοκρατίας, κυρίως λόγω υπέρογκων χρεών, επέφερε εσωτερικές αλλαγές με την έκλειψη παραδοσιακών οικογενειών & την ανάδυση νεόκοπων, κυρίως αστικής καταγωγής. Παράλληλα, παρουσιάστηκε μαζική μεταβίβαση γης στα χέρια των πιστωτών της αριστοκρατίας.

Σε κάποιες περιοχές επωφελήθηκαν οι χαμηλόβαθμοι ευγενείς της γαιοκτητικής αριστοκρατίας της υπαίθρου αστικής καταγωγής.

Αντίθετα στην Αγγλία του Β’ μισού του 16ου & αρχών του 17ου αι., ωφελήθηκαν οι  gentry μη αστικής προέλευσηςαποκτώντας τεράστιες εκτάσεις γης είτε από μεγάλους αριστοκρατικούς οίκους, είτε από δημεύσεις της εκκλησιαστικής περιουσίας από τους προτεστάντες μονάρχες. Ηαύξησης της περιουσίας συνοδεύτηκε και από διεκδίκηση μεριδίου της εξουσίας από τους παραδοσιακούς οίκους.

 

ΙΒΑΝ Δ' Ο ΤΡΟΜΕΡΟΣ
ΙΒΑΝ Δ’ Ο ΤΡΟΜΕΡΟΣ

Στην Ανατολική Ευρώπη σημειώθηκαν παρόμοιες ανακατατάξεις αλλά από Διαφορετικές Πολιτικές Εξελίξεις. Η αντιπαράθεση του Ιβάν Δ’ του Τρομερού με τους βογιάρους τον 16ο αι (1564-1572)ωφέλησε τη χαμηλόβαθμη αριστοκρατία της υπαίθρου που υπηρέτησε ως «κρατική δύναμη»την τσαρική εξουσία. Ουσιαστικά η ρωσική επικράτεια διαιρέθηκε σε 2 τμήματα: στην 1η η εξουσία των βογιάρων καταλύθηκε και αποδόθηκε σε χαμηλόβαθμους ευγενείς, στην 2η η εξουσία των βογιάρων διατηρήθηκε. Η διαίρεση απέβη εις βάρος της υψηλής αριστοκρατίας πουέχασε πολύτιμες εκτάσεις γης, εργατικά χέρια & πολιτική ισχύ.

Παρόμοιες εξελίξεις παρουσιάστηκαν στην Πολωνία, όπου χαμηλή & μεσαία γαιοκτητική αριστοκρατία επικράτησε τόσο επί της εκκλησίας, όσο και επί των αστικών κοινοτήτων, ασκώντας απόλυτο έλεγχο στην εθνική αντιπροσωπευτική συνέλευση.

 

Παρά τη φαινομενική εχθρική στάση της μοναρχίας απέναντι στην αριστοκρατία, στηνπραγματικότητα αποτέλεσε τον πιο αξιόπιστο σύμμαχο απέναντι στην άνοδο του αστικού στοιχείου. Με σειρά προστατευτικών μέτρων της περιουσίας των ευγενών στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες τον 17ο αι., και με σταδιακή εφαρμογή μιας πολιτικής «ελεγχόμενης διεύρυνσης» της τάξης των ευγενών από τους μονάρχες, διατήρησαν την αριστοκρατία στηνκορυφή της κοινωνικής πυραμίδαςαλλάζοντας όμως τη σύνθεση & τον πολιτικό της ρόλο

ΟΙ ΑΣΤΟΙ

ΑΣΤΟΙ      Στην περίοδο μεταξύ 1.500-1.700, οι Αστοί αποτελούσαν το σώμα που συμπιέζονταν ανάμεσα στους Αριστοκράτες & τους Χειρώνακτες Πληβείους.

Στην εσωτερική διαστρωμάτωση, τη χαμηλότερη βαθμίδα αποτελούσαν μικρομαγαζάτορες, χαμηλόβαθμοι αξιωματούχοι & κλητήρες, σχετικά εύποροι τεχνίτες, και άλλοι ελεύθεροι επαγγελματίες μικρής οικονομικής επιφάνειας.

Όμως, τα ανώτερα αστικά στρώματα, με την ιδιαίτερη κοσμοθεωρία τους, εξέφραζαν τη σκέψη του 16ου & 17ου αι.

 

Στις περισσότερες αστικές κοινότητες της Δύσης «αστοί» θεωρούνταν μόνο μια μικρή μειοψηφία εύπορων που είχαν πλήρη εκλογικά δικαιώματαιδιαίτερες ζώνες κατοίκησης & σημαντικά δικαιοδοτικά & φορολογικά προνόμια, στο καθεστώς κάθε περιοχής.

Στην πλειοψηφία τους οι Αστοί κατακτούσαν κύρος & ισχύ μέσω εμπορίουχρηματοπιστωτικών δραστηριοτήτωναγοράς & κατοχής κρατικών αξιωμάτων. Ο αστός έμπορος ήταν ουσιαστικά διεθνής έμπορος, χειρίζονταν τεράστια χρηματικά κεφάλαια και εμπλέκονταν σε δραστηριότητες σε όλο το γνωστό κόσμο.

Η Προτεσταντική Μεταρρύθμιση επέφερε ανακατατάξεις στο ευρωπαϊκό εμπορικό δίκτυο,αποσπώντας πολλά εμπορικά κέντρα & κανάλια επικοινωνίας από τους καθολικούς, και συμβάλλοντας στην παρακμή

Ο ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ ΜΕΤΑ ΤΗ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ 17ος αι.
Ο ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ ΜΕΤΑ ΤΗ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ 17ος αι.

της Αμβέρσας ως παγκόσμιας εμπορικής πρωτεύουσας.

Ωφελημένες ήταν οι βόρειες εμπορικές περιοχές με 1η το Άμστερνταμ, στις καλβινιστικές Κάτω Χώρες.

Η πολιτική ενίσχυση της εμπορικής αριστοκρατίας επέφερε τάσεις ενδογαμίας. Συνάμα, ξεκίνησανεπενδύσεις πέραν του εμπορίου, όπως η απόκτηση ακίνητης περιουσίας & οι χρηματοπιστωτικές δραστηριότητες.

Η ίδια στροφή σημειώθηκε και στην υπόλοιπη Ευρώπη. Η συγκεκριμένη συμπεριφορά αποδίδεταιστις προσπάθειες μεγιστοποίησης των εισοδημάτωνκοινωνικής ισχυροποίησης & πολιτικής υπεροχής έναντι των υπόλοιπων αστικών στρωμάτων.

 

Επίσης, ακολουθήθηκε πολιτική δανεισμού σε τοπική & κεντρική εξουσία, η οποία σταδιακά επεκτάθηκε τόσο στην αριστοκρατία όσο και στις αγροτικές κοινότητες..

Η εξέλιξη αυτή οδήγησε σε ολοκληρωτική εξάρτηση των αγροτικών κοινοτήτων από τα αστικά κεφάλαια. Ωστόσο, η αδυναμία αποπληρωμής είχε καταστροφικές συνέπειες για τις κοινότητες με μαζική μεταβίβαση γης στους αστούςΠαρόμοιες ήταν και οι επιπτώσεις για τους ευγενείς που μεταβίβασαν γη & τίτλους.

Μολονότι οι επιπτώσεις φάνταζαν τραγικές, η εξέλιξη λειτούργησε ευεργετικά για την αναζωογόνηση της υπαίθρου, καθώς οι αστοί ήταν οι μόνοι που είχαν τα κεφάλαια για επενδύσεις που εκφράστηκαν με εξορθολογισμό της παραγωγής & εμπλουτισμό των καλλιεργητικών μεθόδων.

Άλλη αστική δραστηριότητα αποτέλεσε η φοροσυλλογή προς όφελος της μοναρχίας.

Παράλληλα, τα Δημόσια Αξιώματα αποτελούσαν μέσο κοινωνικής αναρρίχησης. Οι οικονομικές ανάγκες των μοναρχών οδήγησαν στη μαζική εκχώρηση αξιωμάτων, τα οποία κατέστησαν κληρονομικά με καταβολή φόρων. Αν και η συγκεκριμένη εξέλιξη συνάντησε τη σφοδρή αντίσταση της παραδοσιακής αριστοκρατίας, η νεόκοπη αριστοκρατία της Τηβέννου αποτέλεσε τονπολυτιμότερο σύμμαχο στην εδραίωση των συγκεντρωτικών μοναρχικών κρατών, έναντι τωνφυγόκεντρων τάσεων της πρώτης.

Αν και ισότιμοι απέναντι στο νόμο παλιοί & νέοι αριστοκράτεςαρχικά δυσκολεύτηκαν στην αρμονική συμβίωση. Η παραδοσιακή αριστοκρατία ακολούθησε πολιτική ενδογαμίας ή επέλεγε θυγατέρες για τους αρένες της από την Νέα, ώστε να μεγιστοποιεί την περιουσία της. Ωστόσο,αποφεύγονταν το αντίστροφο, ώστε να μην «μολύνεται» το οικογενειακό δέντρο. Βέβαια, σε πολλές χώρες η τελική κατάληξη ήταν η σταδιακή όσμωση των δύο στρωμάτων.

Οι ανερχόμενοι αστοί του 16ου & 17ου αι., αποτέλεσαν τον κορμό της καπιταλιστικής οικονομικής οργάνωσης της Ευρώπης. Αυτό έγινε ιδιαίτερα αισθητό σε πρώτη φάση στην Αγγλία & την Ολλανδία με επενδύσεις στο υπερπόντιο εμπόριο.

 

Μια αντίθετη εξέλιξη ήταν η αποχώρηση πολλών αστικών οικογενειών από το εμπόριο και η υιοθέτηση ενός φεουδαλικού τρόπου ζωής. Το γεγονός υπήρξε απόρροια, είτε του οικονομικού ανταγωνισμού, είτε συνειδητή στροφή σε άλλες επενδυτικές δραστηριότητες που φάνταζαν πιο ασφαλείς.

Ειδικά για την Ανατολή καίριας σημασίας παράγοντας υπήρξε και το δυσμενές πολιτικό περιβάλλον, όπως και οι προκαταλήψεις σε βάρος των αστών.                              ΑΣΤΗ

Στην Κεντρική Ευρώπη, ο ανταγωνισμός με τους αριστοκράτες επέφερε μαρασμό των αστικών κοινοτήτων, καθώς οι πρώτοι εκμεταλλευόμενοι τα θεσμικά τους προνόμια υπερίσχυσαν των δεύτερων στις οικονομικές δραστηριότητες.

 

Επιπλέον, η πρώιμη αστική τάξη δεν είχε αναπτύξει ταξική συνείδηση, καθώς αποτελούνταν από συνονθύλευμα κοινωνικο-επαγγελματικών κατηγοριών. Έτσι η «φεουδαρχοποίηση» των πλουσιότερων αστών αποτελούσε μονόδρομο για πολιτική & κοινωνική ισχυροποίηση.

  ΟΙ ΧΩΡΙΚΟΙ

AGROTIKH ANARTIXI          Στην πρώιμη νεότερη περίοδο, οι αγρότες αποτελούσαν τη συντριπτική πλειοψηφία των ευρωπαϊκών πληθυσμών, ενώ η γεωργία αποτελούσε το στυλοβάτη της οικονομίας, της κοινωνίας & της κρατικής εξουσίας.

Στις αρχές του 17ου αι. οι αρνητικές απεικονίσεις των χωρικών, αντανακλούσαν την κοινωνικο-οικονομική αποστασιοποίηση των αστών από την περιβάλλουσα αγροτική ύπαιθρο. Στον αντίποδα, εξακολουθούσαν να έχουν ευρεία απήχηση οι εξιδανικευτικές απεικονίσεις των χωρικών, κάτι που χρησιμοποιήθηκε στον αγώνα ενάντια στην εδραίωση της καπιταλιστικής αστικής τάξης, τόσο από ριζοσπάστες διανοούμενους όσο και από αντιδραστικούς ευγενείς της αγροτικής υπαίθρου.

Από τον 16ο αι. σημειώθηκε σημαντική επέκταση των καλλιεργούμενων εδαφών. Η επέκταση επιτεύχθηκε εις βάρος των δασών, των άλλοτε κοινών βοσκότοπων του Μεσαίωνα, αλλά και με τηναποξήρανση βάλτων & ελών και επιχωμάτωση παράκτιων περιοχών (Κάτω Χώρες). Ωστόσο η επέκταση δε συνοδεύτηκε από ανάλογη τεχνολογική πρόοδο των καλλιεργητικών μεθόδων.

Τα 2 κύρια χαρακτηριστικά της ευρωπαϊκής γεωργίας κατά την πρώιμη νεότερη περίοδο, δηλαδή η επέκταση καλλιεργήσιμης γης και η – κατά τόπους σημαντική- επένδυση κεφαλαίου στη γη,συνοδεύτηκαν από αλλαγές στις κοινωνικο-οικονομικές σχέσεις της υπαίθρου, με την παρακμή του φεουδαλισμού στη Δύση & την επανεμφάνισή του στην Ανατολή

Αν και οι χωρικοί στην πρώιμη νεότερη περίοδο εμφανίζονταν να κατέχουν το μεγαλύτερο ποσοστό γης, δεν αντιπροσωπεύει την πραγματικότητα για 2 βασικούς λόγους: α) Η εσωτερική κοινωνική διαστρωμάτωση των χωρικών, μεταφράζονταν σε σημαντικές διαφοροποιήσεις τόσο στην κοινωνική θέση όσο και στην οικονομική επιφάνεια, β) ο όγκος των αγροτικών πληθυσμών ξεπερνούσε κατά πολύ τις καλλιεργήσιμες εκτάσεις γης, με αποτέλεσμα ο μέσος αγροτικός κλήρος να μην επαρκεί για την αυτοσυντήρηση μιας οικογένειας.

Έτσι στο εσωτερικό της αγροτικής κοινωνίας λίγοι χωρικοί ήταν ιδιοκτήτες της γης που εργάζονταν, καθώς η πλειοψηφία αποτελούνταν είτε από ενοικιαστές, είτε από επίμορτους καλλιεργητές εκτάσεων που ανήκαν σε άλλα κοινωνικά στρώματα (αριστοκρατία, αστοί). Εκεί όπου επιβίωναν φεουδαλικές δομές οι καλλιεργητές ήταν δέσμιοι πολλαπλών υποχρεώσεων απέναντι στους άρχοντες. Όμως, στο σύνολό τους, ακόμα και οι ελεύθεροι καλλιεργητές, βίωναν εμφανή συρρίκνωση της οικονομικής αυτοδυναμίας τους & του βιοτικού τους επιπέδου, λόγω εξελίξεων που αδυνατούσαν να ελέγξουν, όπως ο δανεισμός & η διόγκωση της φορολογίας. Τέλος, ένα μεγάλο τμήμα των χωρικών είχαν υποβιβαστεί σε περιφερόμενους ή εποχικούς αγροτοεργάτες.

Ενδεικτική της διαφοράς στην εσωτερική κοινωνική διαστρωμάτωση αποτελεί η περίπτωση τηςΑγγλίας, όπου η μη εφαρμογή του ρωμαϊκού δικαίου είχε συμβάλει στην πλήρη χειραφέτηση των χωρικών. Στην κορυφή της πυραμίδας βρίσκονταν μια αγροτική αριστοκρατία, αποτελούμενη από τους πιο εύπορους κτηματίες & καλλιεργητές, οι οποίοι συχνά αναρριχούνταν στις τάξεις της χαμηλόβαθμης κτηματικής αριστοκρατίας της υπαίθρου. Στη βάση βρίσκονταν ένα διογκούμενο προλεταριάτο, αποτελούμενο από άκληρους μεροκαματιάρηδες ή μικρούς κληρούχους, οι οποίοι αδυνατούσαν να εξασφαλίσουν την επιβίωση της οικογένειας τους. Αποτέλεσμα υπήρξε η αλματώδηςαύξηση των περιπλανώμενων επαιτών & των άνεργων αγροτοεργατών που αναζητούσαν μετακινούμενοι διαρκώς εργασία.

Παρόμοια προβλήματα αντιμετώπιζαν οι χωρικοί της Δυτικής Ευρώπης. Η αύξηση της παραγωγής συμβάδιζε με την επιδείνωση της κοινωνικο-οικονομικής κατάστασης των παραγωγών της υπαίθρου.

3 βασικές ανακατατάξεις έλαβαν χώρα στο εσωτερικό των αγροτικών κοινωνιών: α) Εντεινόμενη κοινωνικο-οικονομική πόλωση ανάμεσα στους εύπορους & τους φτωχότερους, παράλληλα με την εμφάνιση μιας αγροτικής «αριστοκρατίας & ενός αγροτικού προλεταριάτου, και συνάμα εξαφάνιση των μεσαίων στρωμάτων, β) συσσώρευση μεγάλων κτηματικών περιουσιών στα χέρια τηςαγροτικής αριστοκρατίας, γ) μεγάλο μέρος της γης πέρασε βαθμιαία στους πλούσιους αστούς.

Απόρροια της πόλωσης υπήρξε η χαλάρωση της κοινωνικής συνοχής και η εμφάνιση εσωτερικών συγκρούσεων, ταραχών & εξεγέρσεων των φτωχών εναντίον των πλουσιότερων.

Οι οφειλές των αγροτικών κοινοτήτων επιβαρύνονταν από την ακατάπαυστη φορολογία για την χρηματοδότηση των δυναστικών πολέμων. Έτσι, οι δυσμενείς συνθήκες υπονόμευσαν τη δυνατότητα αντίστασης των αγροτικών κοινοτήτων αφενός απέναντι στις φεουδαρχικές ή αστικές απαιτήσεις, αφετέρου απέναντι στην κρατική εξουσία.

Ανατολικά του ποταμού Έλβα η μεγάλη σπανιότητα πληθυσμών, σε χώρες όπως η Πολωνία & η Ουκρανίααντισταθμίζονταν από την εντυπωσιακή απόδοση σε σιτηρά. Ενώ, η αδυναμία της κεντρικής εξουσίας είχε ως μόνο επικυρίαρχο τη φεουδαλική αριστοκρατία που συγκέντρωσε τεράστια πλούτη & ισχύ. Επιπλέον, παράγοντας της προηγούμενης εξέλιξης υπήρξε η ισχνότητα του αστικού ιστού.

Από τον 15ο αι. τα ανατολικά λιμάνια τροφοδοτούσαν με σιτηρά τη δύση, και με εξαίρεση τη Ρωσία, οι περισσότερες ανατολικο-ευρωπαϊκές περιοχές είχαν συνδεθεί με τις αγορές της Δύσης. Αν και οι τιμές των σιτηρών στις Ανατολικές χώρες ήταν αισθητά χαμηλότερες απ’ ότι στις δυτικές αγορές, ο πληθωρισμός στην ανατολική Ευρώπη ακολούθησε παράλληλη πορεία με τη Δύση: στην Πολωνία οι τιμές των σιτηρών τετραπλασιάστηκαν κατά τον 16ο αι.

Η άνοδος της τιμής των σιτηρών αποτέλεσε ισχυρό κίνητρο για τους ανατολικο-Ευρωπαίους γαιοκτήμονες, οι οποίοι σε αντίθεση με εκείνους της Δύσης βάσιζαν ολοκληρωτικά τα εισοδήματά τους στην αγροτική παραγωγή & την κτηνοτροφία.

Καλλιεργήσιμοι γη & βοσκότοποι συνενώθηκαν, κάτω από την εξουσία κοσμικών & εκκλησιαστικών  

φεουδαρχών. Η μεγιστοποίηση των κερδών των ευγενών συνοδεύτηκε από τηνπεριθωριοποίηση των αστών εμπόρων & τη συμπίεση του χαμηλού βιοτικού επιπέδου των φτωχότερων στρωμάτων.

ΟΥΓΓΑΡΙΑ
ΟΥΓΓΑΡΙΑ

Ωστόσο, η οικονομική άνθηση της ανατολικο-ευρωπαϊκής φεουδαρχικής αριστοκρατίας βασίστηκε στην παλινόρθωση της δουλοπαροικίας. Η πίεση των ευγενών προς την κρατική εξουσία οδήγησε σε νόμους που έδεναν τους αγρότες με τη γη & ποινικοποιούσαν τη μετανάστευση, ενώ παράλληλα περιορίστηκαν τα κληρονομικά δικαιώματα των χωρικών στη γη που κατείχαν.

Ιδιαίτερα έντονη η επιδείνωση της θέσης των χωρικών υπήρξε στη Ρωσία, με παλινόρθωση του θεσμού της δουλείας, η οποία θεσμοθετήθηκε με νόμο τον 17ο αι.

Η υποδούλωση των χωρικών στην Κεντρική & Ανατολική Ευρώπη συνάντησε την αντίστασητων αστικών κοινοτήτων, οι οποίες σε αντίθεση με τη Δύση δε συμμετείχαν στην εκμετάλλευση των αγροτικών στρωμάτων & η ισχυροποίηση της φεουδαρχίας απειλούσε και τις αστικές ελευθερίες.

Αντίθετα, η Εκκλησία αποτέλεσε τη βασική κινητήρια δύναμη της παλινόρθωσης της δουλείας, καθώς αποτελούσε έναν από τους μεγαλύτερους γαιοκτήμονες της Ανατολικής Ευρώπης.

Συνάμα, βασικές συνιστώσες της παλινόρθωσης αποτέλεσε τόσο η εδραίωση του απόλυτου ελέγχου της γης από τους φεουδάρχες όσο και ο προσανατολισμός τους στην παραγωγή δημητριακών προς εξαγωγή.

Μολονότι, η εκμετάλλευση των χωρικών & η ανισοτιμία των τιμών των δημητριακών συγκριτικά με τη Δύση εξασφάλισε μεγάλα κέρδη για τους φεουδάρχες, η παλινόρθωση της δουλοπαροικίας δεν υπήρξε οικονομικά αποτελεσματική. Οι επιδόσεις της παραγωγής δεν κατόρθωναν να φτάσουν τις αντίστοιχες της Δύσης, όπου η στρεμματική απόδοση των ελεύθερων χωρικών απέδιδε περίπου τα διπλάσια. Ενώ, η γενικευμένη ευρωπαϊκή κρίση του 17ου αι., επιδείνωσε ακόμα περισσότερο τις συνθήκες ζωής των υπόδουλων χωρικών.

Η μείωση της δυτικής ζήτησης, ως απόρροια της πτώσης του δυτικού δείκτη γεννήσεων & τηςαύξησης της δυτικής παραγωγής, προκάλεσε δραματική πτώση των τιμών, και τελικά τη συρρίκνωση των ανατολικο-ευρωπαϊκών εξαγωγών σε δημητριακά.

ΔΟΥΛΟΠ-ΕΞΟΥΣΙΑ  Η παλινόρθωση της δουλοπαροικίας σε Κεντρική & Ανατολική Ευρώπη αντιμετωπίζεται από τους ιστορικούς ως ένδειξη κοινωνικής & οικονομικής οπισθοδρόμησης. Ωστόσο η 2η δουλοπαροικία είχε σημαντικές διαφορές από την πρώτη: α) η 2η ήταν προσανατολισμένη στην παραγωγή για εξαγωγή, γεγονός που τη διαφοροποιούσε σημαντικά από τον περιορισμένο γεωγραφικό χώρο αναφοράς της Μεσαιωνικής δουλείας, β) η 2η διακρίνονταν από παντελή έλλειψη ελεύθερων χωρικών, δεν είχε συνεπώς ούτε την έντονη εσωτερική πολυμορφία, ούτε την ελαστικότητα της 1ης, γ) η 2η δεν χαρακτηρίστηκε από κάποια σημαντική επένδυση κεφαλαίου, γεγονός που αποκλείει την ερμηνεία της ως φεουδαρχικού καπιταλισμού.

Στην Κεντρική & Ανατολική Ευρώπη δε σημειώθηκε σημαντική συγκέντρωση κεφαλαίου στα χέρια της αριστοκρατίας, ούτε σημειώθηκε παραγωγική επανεπένδυση των εσόδων, καθώς αυτά ξοδεύονταν σε είδη πολυτελείας.

Μακροπρόθεσμα, ο προσανατολισμός στις εξαγωγές έβλαψε τις οικονομίες της περιοχής,εμποδίζοντας την ανάπτυξη του επιχειρηματικού αστικού τομέα, «παγώνοντας» θεσμικά την κοινωνική εξέλιξη & συγκεντρώνοντας τον πλούτο στα χέρια της αριστοκρατίας.

Η αγροτική κοινωνία & οικονομία της Κεντρικής & Ανατολικής Ευρώπης, κινήθηκαν στην ουσία σε αντίστροφη κατεύθυνση απ’ αυτήν της Δύσης.

  ΠΕΡΙΘΩΡΙΑΚΟΙ ΠΛΗΘΥΣΜΟΙ & ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗΣ ΤΗΣ ΦΤΩΧΕΙΑΣ

Τον 16ο αι. η φτώχεια έλαβε πρωτοφανή έκταση, με επακόλουθο την εμφάνιση νέων ιδεολογιών & μεθόδων αντιμετώπισής της.

Η διαφορά των περιπλανώμενων από τους αντίστοιχους του Μεσαίωνα ήταν πως ήταν ξεριζωμένοι & σχεδόν μόνιμα άστεγοι. Η κινητικότητά τους για τα μέτρα της εποχής ήταν εκπληκτική.

Ειδικά στην Ανατολική & Κεντρική Ευρώπη είχαν προστεθεί από τα τέλη του 14ου αι. οι τσιγγάνοι, οι οποίοι ΓΑΛΕΡΑθεωρήθηκαν υπεύθυνοι για την αύξηση της επαιτείας, αλλά και για άσκηση μαγείας. Αποτέλεσμα υπήρξε η υποδούλωσή τους σε Ουγγαρία & Τρανσυλβανία τον 15ο αι., ενώ στη Γαλλία διατάχθηκαν να εγκαταλείψουν τη χώρα υπό την απειλή να σταλούν στις γαλέρες.

 

Οι περιθωριοποιημένοι είχαν ταυτιστεί με την κατεργαριά, την οκνηρία και το έγκλημα, ενώ είχαν δημιουργήσει την δική τους υπόγεια κοινωνία, με δική τους διάλεκτο, ιδιαίτερους κώδικες τιμής,παραδόσεις και εσωτερική οργάνωση.

 

Η κινητικότητα εκτός από τους επαίτες, οφείλονταν και στους εποχιακούς εργάτες, στους μετανάστες εντός & εκτός Ευρώπης, στα καραβάνια των προσκυνητών ειδικά προς τη Ρώμη, και στουςέμπορους που στα μεγάλα εμπορικά κέντρα είχαν σχηματίσει μόνιμες «αποικίες».

  Μετακινήσεις προκάλεσαν επίσης, η προτεσταντική μεταρρύθμιση & η καθολική αντιμεταρρύθμιση τον 16ο αι., εξαιτίας καταπίεσης, διωγμών & σφαγών.

Ωστόσο, η μεγαλύτερη εκτόπιση πληθυσμού έλαβε χώρα στην Ισπανία στις αρχές του 17ου αι., με θύματα τους Moriscos, που ήταν εκχριστιανισμένοι απόγονοι μουσουλμάνων. Το γεγονός είχε επιπτώσεις τόσο στη δημογραφική ισορροπία όσο και στην οικονομία της χώρας. Ο διωγμός προκάλεσε την αντίδραση αρκετών Ισπανών, κυρίως λόγιων & πολιτικών.

Την ίδια περίοδο ο Τριαντακονταετής Πόλεμος προκάλεσε τον διωγμό, περίπου 36.000 χιλιάδωνοικογενειών Τσέχων από τη Βοημία.

ΔΟΥΛΟΠΑΡ.    Στο τέλος του 17ου αι. η ανάκληση του διατάγματος της Νάντης από τον Λουδοβίκο Δ’, τερμάτισε την ειρηνική συνύπαρξη καθολικών & προτεσταντών στη Γαλλία. Το αποτέλεσμα ήταν η Γαλλία να στερηθεί από δεκάδες εξειδικευμένους τεχνίτες, αρχιμαστόρους & επιστήμονες προς όφελος της Αγγλίας, των Κάτω Χωρών & του Βρανδεμβούργου, καθώς 200.000 Ουγενότοι εγκατέλειψαν για πάντα τη χώρα.

 

Μια ακόμα καινούρια εξέλιξη για την Ευρώπη, υπήρξε η εισαγωγή ενός νέου τύπου δουλείας της αποικιακήςΙσπανία & Πορτογαλία αναδείχτηκαν κατά τον 16ο αι. στα βασικότερα δουλεμπορικά κέντρα του κόσμου. Την πρακτική ακολούθησαν και οι άλλες αποικιοκρατικές δυνάμεις τον 17οαι. Ειδικά στη Μεσόγειο το δουλεμπόριο ήταν μοιρασμένο ανάμεσα σε χριστιανούς & μουσουλμάνους πειρατές.

Ιδεολογικά η νέα αντίληψη της φτώχειας και η ταύτισή της με την οκνηρία & την δόλια αποφυγή της εργασίας διαμορφώθηκε από τους Ουμανιστές. Οι συγκεκριμένοι θεωρούσαν τουςφτωχούς μιάσματα που έπρεπε να επανενταχθούν με υποχρεωτική εργασία και απαγόρευση της επαιτείας, ενώ η κοινωνική πρόνοια έπρεπε να ανατεθεί σε κεντρικό γραφειοκρατικό μηχανισμό. Τις ιδέες τους ασπάστηκαν τόσο ο Καλβίνος όσο & ο Μαρτίνος Λούθηρος.

ΡΩΣΙΑ  Το Α’ μισό του 16ου αι. (1522-1545) πολλοί Ευρωπαίοι ηγεμόνες αλλά και αστικές κυβερνήσεις προχώρησαν σε ριζικές μεταρρυθμίσεις όσον αφορά την κοινωνική πρόνοιαΒασικές αρχές της νέας πολιτικής των αστικών κέντρων ήταν: α) Αυστηρή απαγόρευση της επαιτείας, β) εξαναγκασμός σε εργασία των ικανών άπορων ανεξάρτητα από φύλο & ηλικία, γ) υπαγωγή όλων των υπηρεσιών κοινωνικής πρόνοιας σε «γενικό ταμείο». Στις γαλλικές πόλεις, επιπλέον μέτρο ήταν η επιβολή «φόρου υπέρ των φτωχών» στους εύπορους αστούς. Στο ίδιο πνεύμα κινήθηκαν και οι περισσότεροι Ευρωπαίοι μονάρχες.

Οι συγκεκριμένες πολιτικές στόχευαν πρωτίστως στη μείωση της κινητικότητας των απόρων, περιορίζοντάς τους στον τόπο διαμονής τους και εξαναγκάζοντάς τους να εργαστούν. Η συγκεντροποίηση των θεσμών κοινωνικής πρόνοιας επέτρεψε στις αστικές αρχές στενό έλεγχο του άπορου πληθυσμού.

Βέβαια, οι απογραφές της εποχής δεν αντανακλούν την πραγματική διάσταση, καθώς επηρεάζονταν από την οικονομική, κοινωνική & πολιτική κατάσταση κάθε κοινότητας. Επιπλέον στη δημιουργία «κοινού ταμείου» αντέδρασαν τα πλουσιότερα στρώματα, κυρίως στις καθολικές περιοχές, καθώς ανατρέπονταν η λογική της άμεσης σχέσης της χριστιανικής φιλανθρωπίας.

Η νέα πολιτική πρόνοιας των αστικών κέντρων του 16ου αι., σύνδεσε την αρωγή με τον έλεγχο τόσο της κοινωνίας όσο και της αγοράς εργασίας.

Εξάλλου, οι νέες αντιλήψεις περί κοινωνικής πρόνοιας των Ανθρωπιστών & των πρωτεργατών της Μεταρρύθμισης ήρθαν μ’ αυτόν τον τρόπο σε διαπλοκή με τις απαιτήσεις του ραγδαία επεκτεινόμενου εμπορικού καπιταλισμού. Εκτός από τα ηθικά & ιδεολογικά κίνητρα –τη χριστιανική αλληλεγγύη στο συνάνθρωπο- οι αστικές ολιγαρχίες εργάζονταν συνειδητά για την ενίσχυση της οικονομικής ανάπτυξης των κοινοτήτων τους. Συνεπώς, οι φτωχοί & οι άκληροι αντιμετωπίζονταν ως πρόσθετο εργατικό δυναμικό, αναγκαίο για τις καινούριες εξειδικευμένες ανάγκες της παραγωγής.

Στα τέλη του 16ου αι., σε Αγγλία & Γαλλία διατυπώθηκαν προτάσεις για συστηματική εκτόπιση των  περιφερόμενων άπορων. Οι δύο χώρες προσπάθησαν να εκμεταλλευτούν τις αποικίες τους για την αποκατάσταση των άκληρων της πόλης & της υπαίθρου, όμως σύντομα έγινε αντιληπτό πως η συγκεκριμένη πολιτική δεν επαρκούσε για την επίλυση του κοινωνικού ζητήματος της φτώχειας, το οποίο απαιτούσε νέες, ριζικές λύσεις.

Η καταδίκη της επαιτείας ως ηθελημένης οκνηρίας & η έξαρση του «εργατικού ήθους» του ανθρώπου ήταν προϊόν ιδεολογικών ανακατατάξεων του 16ου αι. Στον 17ο αι., η «θεοποίηση» της εργασίας  ΕΠΑΙΤΙΑπροσέλαβε νέες, πρωτοφανείς διαστάσεις, τόσο στις προτεσταντικές όσο & στις καθολικές χώρες. Η εδραίωση ανταγωνιστικών εθνικών οικονομιών οδήγησε τις ευρωπαϊκές μοναρχίες στη στράτευση του εθνικού εργατικού τους δυναμικού για την υπηρεσία της εθνικής οικονομικής ανάπτυξης.

Έτσι οι θεωρητικοί του Μερκαντιλισμού προώθησαν την ιδέα της εξαναγκαστικής εργασίας των απόκληρων μαζών προς όφελος της εθνικής οικονομίας. Η εξαναγκαστική εργασία των φτωχών, αποτελούσε επίσης προϊόν του 16ου αι., που στην ουσία δεν αποσκοπούσε στην κοινωνική επανένταξη & την υλική βελτίωση τους. Αντίθετα, δημιουργούσε ένα πλεονάζον εργατικό δυναμικό, απομονωμένο από το υπόλοιπο κοινωνικό σώμα, και μονιμοποιούσε το καθεστώς της φτώχειας μέσω της χορήγησης εσκεμμένα χαμηλών ημερομισθίων.

Το δόγμα της οικονομικής χρησιμότητας της φτώχιας οδήγησε στη δημιουργία & εδραίωση ενός από τους πιο επαίσχυντους κοινωνικούς θεσμούς της ευρωπαϊκής ιστορίας. Τα πτωχοκομεία, αναμορφωτήρια και κέντρα καταναγκαστικής εργασίας εξυπηρετούσαν 2 στόχους: α)απασχολούσαν παραγωγικά τους έγκλειστους φτωχούς, β) έσπερναν πανικό στις τάξεις των επαιτών, που προτιμούσαν να εργαστούν υπό οποιεσδήποτε συνθήκες παρά να καταλήξουν στα «σπίτια του τρόμου». Παρεπόμενο της εθελούσιας εξόδου πολλών απόρων από τους καταλόγους της «κοινωνικής προστασίας» ήταν και η διατήρηση των αγροτικών κυρίως ημερομισθίων σε χαμηλά επίπεδα.

 

Η υποταγή της κοινωνικής πρόνοιας σε καθαρά οικονομικούς σκοπούς, υπήρξε πιο έντονη από κάθε άλλη χώρα στην Αγγλία του 17ου αι. Ο νόμος της Κοινωνικής Πρόνοιας του 1601, ο οποίος διατηρήθηκε με τροποποιήσεις μέχρι το 1834, εξυπηρετούσε 3 στόχους: α) εξασφάλιση απασχόλησης στους ανέργους, β) μόρφωσή & εκπαίδευση των παιδιών των άπορων οικογενειών, γ) υλική ενίσχυση των φτωχών & ανίκανων για εργασία.

Βασική οργανωτική μονάδα του συστήματος ήταν η ενορία. Η αποκέντρωση του αγγλικού συστήματος πρόνοιας θεωρείται και έκφραση επικράτησης του αγγλικού Κοινοβουλίου επί του μοναρχικού συγκεντρωτισμού των Στιούαρτ. Κυρίως όμως υπαγορεύτηκε από την άναρχη οικονομική ανάπτυξη της χώρας.

 

Ωστόσο, οι προσπάθειες περιορισμού των φτωχών συνάντησαν δυσκολίες σε όλες τις χώρες της Δύσης. Σημαντικότερη ήταν η αντίσταση των τοπικών κοινοτήτων στη σύλληψη και μεταγωγή των απόρων στα πτωχοκομεία, που εξέφραζε τόσο την παραδοσιακή –και παραγκωνισμένη- χριστιανική αντίληψη της φιλανθρωπίας & ελεημοσύνης, όσο και την κοινωνική αλληλεγγύη των μεσαίων στρωμάτων των τεχνιτών & αγροτών προς τους διωκόμενους άπορους συντοπίτες τους.

ΠΗΓΕΣ

  1.  Γαγανάκης Κ, Κοινωνική και Οικονομική Ιστορία της Ευρώπης, Εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα 1999
  2. Δρίτσα Μαργαρ. (επίμ)/ Θέματα οικονομικής και κοινωνικής ιστορίας της Ευρώπης/ Εκδ. ΕΑΠ/ Πάτρα 2008
  3. Aldcroft D – Ville S. επιμ., Η Ευρωπαϊκή Οικονομία 1750-1914, εκδ. Αλεξάνδρεια, μτφρ. Ν. Σταματάκης, Αθήνα 2005

 

Σχολιάστε